«Θυμάστε πώς έληξε η κατάληψη του Χημείου το 1985; Δεν αναρωτιέστε γιατί έκτοτε το Πανεπιστήμιο Αθηνών δεν αντιμετώπισε τόσα προβλήματα με τον αναρχικό χώρο; Συνέβη, διότι το μήνυμα που εστάλη τότε ήταν σαφές προς πάσα κατεύθυνση», λέει στην «Κ» ο ομότιμος καθηγητής της Νομικής Αθηνών και πρώην υπουργός Δικαιοσύνης Μιχάλης Σταθόπουλος. Εξι χρόνια μετά το 1985, τον Οκτώβριο του 1991, το ιστορικό κτίριο του Πολυτεχνείου κάηκε ύστερα από μια ταραχώδη νύχτα. «Η απόφαση της Συγκλήτου του Πολυτεχνείου να εισβάλουν οι αστυνομικές δυνάμεις μέσα στο ίδρυμα και να αποκατασταθεί το άσυλο πάρθηκε με δάκρυα στα μάτια», δήλωνε, αποτυπώνοντας τη θέση της Συγκλήτου, το πρωί της επόμενης ημέρας, ο τότε πρύτανης του ΕΜΠ Νίκος Μαρκάτος. Μεταπολιτευτικά, ο αναρχικός χώρος είχε βρει διαύλους πρόσβασης στα πανεπιστήμια του κέντρου της Αθήνας, δηλαδή στο Χημείο, στη Νομική, στο Πολυτεχνείο της Πατησίων.
Η ανοχή τόσο της πολιτείας όσο και των ΑΕΙ επέτρεψε την επέκταση και «εδραίωση» της παρουσίας του αναρχικού χώρου στα κεντρικά ιδρύματα. Την ίδια στιγμή, το φοιτητικό κίνημα εκφυλίστηκε, ευτελιζόμενο στην ενδοπανεπιστημιακή συναλλαγή με κομματικά έπαθλα. Ετσι άφησε χώρο στις μη συστημικές φοιτητικές παρατάξεις να ενισχυθούν, να εκφράσουν το ριζοσπαστισμό των νέων που έψαχναν να βρουν έκφραση. Σταδιακά, τα «στέκια» των αναρχικών εντός των ΑΕΙ –χώροι που επί χρόνια τελούν υπό κατάληψη– πλήθαιναν· τα κατειλημμένα κτίρια επίσης.
Ομως η πανεπιστημιακή κοινότητα επεδείκνυε αδιαφορία και ανοχή, καθώς όλοι ζούσαν την ανάπτυξη (ενδεικτικά, με ίδρυση νέων τμημάτων ακόμη και ΑΕΙ, εισαγωγή περισσότερων φοιτητών, επιπλέον συγγράμματα, θέσεις εξουσίας για τους πανεπιστημιακούς στον δημόσιο βίο, ανάρρηση μέσω του κομματικού σωλήνα για τα μέλη των φοιτητικών παρατάξεων), βασισμένη σε δανεικά. Τα βίαια γεγονότα του Δεκεμβρίου του 2008 αποτέλεσαν την πρώτη ηχηρή και επώδυνη απόδειξη του μιθριδατισμού των ΑΕΙ στη «συνύπαρξη» με τα στέκια των εξωπανεπιστημιακών, που χρησιμοποιούσαν το ακαδημαϊκό άσυλο για προστασία.
Ειδικότερα, μεταπολιτευτικά οι ομάδες με αναρχική ιδεολογία έβρισκαν πάντα άσυλο στα ΑΕΙ του κέντρου. Ωστόσο, «ήταν ένα αναρχικό κίνημα που δεν συμμετείχε αρνητικά αλλά λειτουργούσε μέσα στην πανεπιστημιακή ζωή. Δεν χρησιμοποιούσε βία», όπως αναφέρει, μιλώντας στην «Κ», ομότιμος καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου.
Κρίσιμη χρονιά ήταν το 1985. Μέλη του αναρχικού χώρου είχαν στέκι στο Χημείο του ΕΚΠΑ στην οδό Σόλωνος. Ομως τα εκτεταμένα επεισόδια με τον φόνο του 15χρονου Μιχάλη Καλτεζά από τον αστυφύλακα Αθανάσιο Μελίστα πυροδότησαν την ένταση, με αποτέλεσμα η ηγεσία του ιδρύματος να αποφασίσει την άρση του ασύλου, καθώς στο Χημείο υπήρχαν υλικά που «υπό συνθήκες μπορούσαν να ανατινάξουν και ένα οικοδομικό τετράγωνο», όπως ανέφερε στην «Κ» ομότιμος καθηγητής της Σχολής Θετικών Επιστημών του ΕΚΠΑ. Ο τότε υπουργός Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης Μένιος Κουτσόγιωργας και ο αρμόδιος αναπληρωτής υπουργός Αθανάσιος Τσούρας δήλωσαν στον πρύτανη του ΕΚΠΑ και μετέπειτα υπουργό Δικαιοσύνης Μιχάλη Σταθόπουλο πως το ίδρυμα ήταν αρμόδιο για την απόφαση άρσης του ασύλου, η οποία τελικά φέρεται να ελήφθη και εις γνώσιν των κομμάτων της κεντρικής πολιτικής σκηνής. Το μήνυμα στον αναρχικό χώρο ήταν σαφές και αποτέλεσε έναν λόγο που οι αναρχικοί «μετακόμισαν» στο Πολυτεχνείο της οδού Πατησίων, έχοντας την άτυπη διαβεβαίωση ότι «ποτέ δεν θα καταλυθεί το άσυλο».
Η παρέμβαση του 1992
Η παρουσία τους ωστόσο εντός των ΑΕΙ συνέχιζε να έχει χαρακτηριστικά ιδεολογικοπολιτικής παρέμβασης και σε αυτό συνέβαλε ο ρόλος των ισχυρών φοιτητικών παρατάξεων. Χαρακτηριστική είναι η παρέμβαση του 1992 (και μετά την άρση του ασύλου το 1991 ύστερα από την πυρκαγιά και καταστροφή του ΕΜΠ) πως «ο αναρχικός χώρος από εδώ και πέρα στην επέτειο της 17/11 θα βρίσκεται αντιμέτωπος με την περιφρούρηση του Πολυτεχνείου από την ΕΦΕΕ και απέξω με τον ασφυκτικό κλοιό της αστυνομίας». Οι πρώτες συγκρούσεις με την ΕΦΕΕ και τις ομάδες περιφρούρησης του ΚΚΕ μαζί γίνονται αυτές τις χρονιές.
Η παρουσία στα γεγονότα της επετείου του 1995 και μελών του αναρχικού χώρου, που κατόπιν εμφανίστηκαν να διώκονται για ποινικά αδικήματα, αποτελεί ακόμη ένα στοιχείο της παρουσίας των αναρχικών εντός των ΑΕΙ.
Ωστόσο, ακόμη οι φοιτητικές παρατάξεις ήταν ισχυρές στη λειτουργία των ΑΕΙ και, σε συνδυασμό με τις πρυτανικές αρχές, θωράκιζαν τα ιδρύματα από την εκδήλωση ακραίων, βίαιων γεγονότων. Ομως είχαν αρχίσει έντονα οι στρεβλώσεις που οδήγησαν στον εκφυλισμό του φοιτητικού κινήματος (π.χ. συναλλαγές «φοιτητοπατέρων» με καθηγητές), με αποτέλεσμα στις πολιτικές ρηγματώσεις να βρίσκουν χώρο οι φορείς αναρχοαυτόνομων ιδεών με συνεχή, δυναμική, ενεργό δράση…
Τι χρώμα έχει η ανελευθερία;
Δυστυχώς η ερώτηση του τίτλου δεν θα απαντηθεί, γιατί δεν έχει σημασία. Οι περισσότεροι θα ψάξουν να βρουν και να αιτιολογήσουν το χρώμα χωρίς να έχει εξασφαλιστεί ακόμα η ύπαρξη ή μη του υποκειμένου ή μάλλον του αντιθέτου του, της ελευθερίας.
Είναι Τετάρτη στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΟΠΑ), στο μέρος που εδώ και τρία χρόνια μού έμαθε να λύνω οικονομετρικά υποδείγματα, να κάνω μικροοικονομικές και μακροοικονομικές αναλύσεις, να κατανοώ την έννοια της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και το πώς επιτυγχάνεται μια διαδικασία ολοκλήρωσης, να εξηγώ με οικονομικά δεδομένα το πώς η συμπεριφορά των ατόμων στην πραγματικότητα είναι πιο συνεργατική από ό,τι στη θεωρία, να κατανοώ την έννοια της «τιμωρίας» και το πόσο εύκολα τα άτομα μπορεί να την επιλέξουν για να διαφοροποιηθούν από συμπεριφορές που δεν συνάδουν με τις αξίες τους την ίδια στιγμή που αυτοί που τιμωρήθηκαν προσπαθούν με κάθε τρόπο να τιμωρήσουν (antisocial punishment) και να αναρωτιέμαι την ίδια στιγμή αν το «κοινό συμφέρον» σημαίνει παράλληλα και «κοινή ομάδα», αφού θεωρητικά έχουμε τάσεις για συνεργατική δράση, μάλλον όμως υπό όρους και πιο συγκεκριμένα τους δικούς μας όρους.
Ο όγκος αυτός της πληροφορίας και κυρίως της προσπάθειας κατανόησής της με κάνει να ξεφεύγω από το περιβάλλον στο οποίο τα διδάσκομαι όλα αυτά και να κάνω ένα βήμα πίσω, σκεπτόμενη το πόσο λάθος ήμουν που φορές ένιωσα μειονεκτικά που δεν φοίτησα σε προπτυχιακό επίπεδο σε ένα οργανωμένο πανεπιστήμιο του εξωτερικού. Δεν έχω τίποτα να ζηλέψω γιατί τα άτομα που με εκπαιδεύουν είναι εκεί, κάνουν τη δουλειά τους σωστά και μου μαθαίνουν να σκέφτομαι και να κατανοώ αυτά που μαθαίνω βάζοντας το λιθαράκι τους στο πολυπόθητο «ανταγωνιστικό πλεονέκτημα» που προσπαθώ να αναπτύξω για να κάνω και εγώ μελλοντικά τη δουλειά μου σωστά και να διαφοροποιηθώ.
Τις σκέψεις μου διακόπτει ένας κρότος, αλλά η διακοπή δεν κρατάει πολλή ώρα, αφού λέω στον εαυτό μου «επεισόδια θα είναι, όλα καλά, συνηθισμένα τα βουνά στα χιόνια». Σειρά έχει η δεύτερη διακοπή, η οποία αυτή τη φορά προέρχεται από εμένα. Τι λες; σκέφτομαι. Αντιμετωπίζεις με ανησυχητική ψυχραιμία μια κατάσταση που δεν αρμόζει στη λέξη-μόδα τελευταία, την «κανονικότητα», και σε κάθε συνώνυμό της. Παράλληλα με τον συλλογισμό αυτό εξελίσσονται γεγονότα σε πραγματικό χρόνο όπου το μάθημα το οποίο έκανε τη σκέψη μου παραγωγική αντικαθίσταται από έναν πανικό, δακρυγόνα, αμήχανα γέλια (γιατί και οι άλλοι ήταν συνηθισμένοι), φωνές, μια αίσθηση συναγερμού. Βγαίνουμε από την αίθουσα και τρέχουμε όλοι προς αντίθετες κατευθύνσεις. Εγώ με κάποιους άλλους πάω στον τέταρτο όροφο όπου τα δακρυγόνα δεν έχουν φτάσει… ακόμα. Την ώρα που ανεβαίνω, ακούω ποδοβολητά στις σκάλες και σκέφτομαι ότι και άλλοι είχαν την ίδια ιδέα με εμένα. Οι «άλλοι» έρχονται όμως να μου δώσουν την πληροφορία για το τι συμβαίνει έξω, φοράνε κουκούλες και κρατάνε ρόπαλα. Δεν ξέρω ποιοι είναι, από πού ήρθαν και αν ήταν εξαρχής εδώ, και εκείνη την ώρα δεν μπαίνω στη διαδικασία να σκεφτώ τίποτα από αυτά, τα μάλλον αναπάντητα έως τώρα ερωτήματα. Εκείνοι με τη σειρά τους δεν μου δίνουν καμία απολύτως σημασία, συμπεριφέρονται σαν να είμαι αόρατη, με προσπερνούν και μπαίνουν στις τουαλέτες, ενώ παράλληλα βλέπω κάτω από τις κουκούλες πρόσωπα κατακόκκινα και γεμάτα δάκρυα. Κλείνουν την πόρτα δυνατά και εγώ μένω για λίγο ακίνητη. Μας χωρίζει μία πόρτα, χιλιόμετρα (μάλλον) ηθικών αξιών, κανένας τοίχος ασφαλείας και πάρα πολλά ερωτήματα.
Την ασφάλεια και την ελευθερία μου εκείνη τη μέρα δεν μου τις εξασφάλισε κανείς. Κανένα κόμμα, κανένα χρώμα, καμία ιδεολογία, κανένα άσυλο. Ζούσα, εγώ και άλλοι 11.000 συμφοιτητές και καθηγητές μου, μια ρευστή πραγματικότητα η οποία ανά πάσα στιγμή μπορούσε να ανατραπεί από 10-15 άτομα, ανάλογα με τις επιδιώξεις τους εκείνη τη μέρα. Αυτοί σίγουρα εξασφάλισαν την ανελευθερία μου. Κρυμμένοι πίσω από κάθε έναν από εμάς, ήταν έτοιμοι να αδράξουν κάθε ευκαιρία να προκαλέσουν πανικό, να καταστρέψουν δημόσια περιουσία, να έρθουν σε σύγκρουση. Γιατί αν δεν μπορείς να εξελιχθείς μόνος σου, μπορείς να υπονομεύεις και να καταστρέφεις αυτά που έχουν δημιουργήσει οι άλλοι. Αυτός είναι ο κανόνας. Αν δεν ήταν λοιπόν εκείνη η μέρα που τους έδωσε το βήμα να δράσουν, θα ήταν κάποια άλλη. Πάλι η αντιμετώπιση θα ήταν προσαρμοσμένη σε μεμονωμένα γεγονότα, πάλι ο πολιτικός διάλογος θα έπαιρνε φωτιά μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης χωρίς να προτείνονται ουσιαστικές λύσεις, αλλά από επίρριψη ευθυνών το μενού θα ήταν πλούσιο, πάλι θα γυρνούσαμε στο μάθημά μας σκεπτικοί αλλά θα ξεχνούσαμε και πάλι εύκολα. Μέχρι το επόμενο γεγονός και το επόμενο και το επόμενο. Τα ερωτήματα για το ποιοι είναι, αν είναι φοιτητές ή όχι, αν παλεύουν για κάποια ιδεολογία ή όχι και ποιοι είναι οι ιδεολόγοι και ποιοι οι μπαχαλάκηδες θα συνέχιζαν να αιωρούνται, και όσο περισσότερες απαντήσεις με χροιά απολυτότητας θα δίνονται, τόσο θα απομακρυνόμαστε από την πραγματικότητα.
Η αστυνομία δεν έχει θέση μέσα στα πανεπιστήμια όσο και όταν το περιβάλλον είναι υγιές, ακαδημαϊκό και ασφαλές. Η παρέμβασή της λοιπόν με τα τωρινά δεδομένα κρίνεται απαραίτητη και πιο αναγκαία από ποτέ, με την προϋπόθεση να γίνεται οργανωμένα, συστηματικά και χωρίς επιδείξεις ισχύος που αναπόφευκτα οδηγούν σε παράπλευρες απώλειες.
Ο φόβος
Στα γεγονότα του 2008 τα ΑΕΙ του κέντρου της Αθήνας έγιναν εφαλτήριο των εξωπανεπιστημιακών και μπαχαλάκηδων στον «πόλεμο» κατά των αστυνομικών δυνάμεων. Εκτοτε η κατάσταση είχε εκτραχυνθεί. Η βία «παγώνει» πανεπιστημιακούς και φοιτητές στη Νομική Σχολή Αθηνών και στο Πολυτεχνείο της οδού Πατησίων. Ο φόβος κρατάει τα στόματα κλειστά. «Ποιος θα τα βάλει με τον αναρχικό, τον τρελό ή τον τραμπούκο; Με τι μέσο;», ρωτάει, μιλώντας στην «Κ», στέλεχος του Πανεπιστημίου Αθηνών. Οι τραμπουκισμοί στα ΑΕΙ είναι συχνοί. Ενδεικτικά και μόνον, κουκουλοφόροι οπλισμένοι με ρόπαλα, με σφυριά και μαχαίρια επιτίθενται σε φοιτητές κατά τη διάρκεια φοιτητικών εκλογών το 2017 στο Παιδαγωγικό του ΕΚΠΑ. Κατόπιν, συνέχισαν προς το ΕΜΠ. «Η εικόνα, με τις λεπίδες που είχαν, μου θύμισε χούλιγκαν γηπέδων», ανέφερε στην «Κ» καθηγητής. Οποιος αντιδρά μπαίνει στο στόχαστρο. Χαρακτηριστικές είναι οι επιθέσεις στα γραφεία της Πρυτανείας του Παν. Μακεδονίας (το 2017) και του Οικονομικού Παν. Αθηνών (πρώην ΑΣΟΕΕ) φέτος. Προ ημερών, σε επιχείρηση της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής σε χώρους που τελούν υπό κατάληψη στο ΟΠΑ βρέθηκαν, μεταξύ άλλων, κοντάρια, κράνη, γάντια, κουκούλες full-face και ρούχα-υλικά αμφίεσης για κάλυψη χαρακτηριστικών, πυροσβεστήρες, διαρρηκτικά εργαλεία, κομμάτια από μάρμαρα και πέτρες που χρησιμοποιούνται σε επιθέσεις. Την κατάσταση επιβαρύνει το παρεμπόριο γύρω από ΑΕΙ, όπως και η διακίνηση και χρήση ναρκωτικών ουσιών. Ο ιδεολογικοπολιτικός χαρακτήρας των αναρχικών παρεμβάσεων κατά τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης έχει χαθεί. Τα προβλήματα καθίστανται άκρως πολιτικά, με την πανεπιστημιακή κοινότητα να ζητεί επιτακτικά βοήθεια «για να μη θρηνήσουμε θύματα».