Ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) επισημαίνει για το μέλλον της εκπαίδευσης με ορόσημο το 2030 πως οι μαθητές/τριες που θα εισέλθουν στο εκπαιδευτικό σύστημα το 2018 «θα πρέπει να εγκαταλείψουν την ιδέα πως οι πόροι είναι απεριόριστοι και απλώς περιμένουν την εκμετάλλευσή τους. Θα πρέπει να εκτιμούν την κοινή ευημερία, τη βιωσιμότητα. Θα πρέπει να είναι υπεύθυνοι θέτοντας τη συνεργασία πάνω από τους διαχωρισμούς και την αειφορία πάνω από το βραχυπρόθεσμο (ευκαιριακό) κέρδος».
Οι προκλήσεις για τον ίδιο υπερεθνικό οργανισμό αφορούν τρεις πυλώνες:
(α) τον περιβαλλοντικό με έμφαση στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης,
(β) τον οικονομικό με έμφαση στις νέες δυνατότητες που δίνουν η γνώση και η τεχνολογία (ως γνώση του ψηφιακού αλλά και ως χρήση του), και
(γ) τον κοινωνικό με έμφαση στις κοινωνικές ανισότητες που διευρύνονται, την πολιτισμική διαφοροποίηση, τις πληθυσμιακές μετατοπίσεις, τις κρίσεις, τους πολέμους, την τρομοκρατία και τον εθνικιστικό λαϊκισμό.
Τόσο ο ΟΟΣΑ όσο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση των Ηνωμένων Εθνών για την επίτευξη συγκεκριμένων παγκόσμιων στόχων για βιώσιμη ανάπτυξη με ορόσημο το 2030.
Τα υπερεθνικά πλαίσια των οργανισμών αυτών για τον σχεδιασμό εκπαιδευτικών πολιτικών (η Ελλάδα συμμετείχε και συμμετέχει και στους τρεις) δεν αναφέρονται αποκλειστικά σε δεξιότητες [οριζόντιες ή/και κάθετες (soft – hardskills)]. Αναφέρονται σε ικανότητες/επάρκειες (competences) που λειτουργούν ως συνισταμένες και γνώσεων και δεξιοτήτων και στάσεων και αξιών κι αυτό κάνει τη συζήτηση για τον σχεδιασμό εκπαιδευτικής πολιτικής κάτι πολύ περισσότερο από μια συζήτηση για τις δεξιότητες που αναγράφονται ακόμη και σε ένα manual διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού μιας εταιρείας.
Δεν φτάνει μόνον αυτό και, μάλιστα, είναι πλέον ανεπαρκές. Θέτουν ως προτεραιότητα την παγκόσμια ικανότητα/επάρκεια της γνώσης και της κατανόησης (global competence): «Η εξοικείωση των μαθητών/τριών με τα παγκόσμια προβλήματα της κλιματικής αλλαγής, της μετανάστευσης, της φτώχειας και η άσκησή τους ώστε να κατανοούν τις συσχετίσεις ανάμεσα στις τάσεις και τα συστήματα στον πλανήτη».
Τι θα κάνει η εκπαίδευση προς αυτή την κατεύθυνση; Πρώτα από όλα θα πρέπει να επικαιροποιήσει τις γνώσεις σχεδιάζοντας Προγράμματα Σπουδών που δεν θα βασίζονται στη στεγανοποίηση διακριτών γνωστικών αντικειμένων αλλά σε κατευθύνσεις περισσότερο διεπιστημονικές. Πώς έρχονται σε συνέργεια οι επιστήμες στην αντιμετώπιση προβλημάτων;
Τι σημαίνει, λόγου χάρη, διδάσκω γλώσσα αν όχι διδάσκω τη γλώσσα διά μέσου του προγράμματος σπουδών (τη γλώσσα των ΜΜΕ, τη γλώσσα των επιστημών, τη γλώσσα της λογοτεχνίας) κ.ά. Το μέλλον όπως το περιγράφουν οι υπερεθνικές εκπαιδευτικές πολιτικές προτάσεις δεν θα αφορά μόνον τις γενικές γνώσεις αλλά και τις εξειδικευμένες, εστιάζοντας όχι στο τι ξέρει κάποιος αλλά στο τι μπορεί να κάνει με αυτά που ξέρει και, κυρίως, πώς μπορεί να παράγει νέα γνώση καθώς εφαρμόζει τις γνώσεις που έχει ήδη αποκτήσει. Η έμφαση είναι σε έναν συνδυασμό επιστημικής αλλά και διαδικαστικής γνώσης.
Με ποια περιεχόμενα και με ποιους τρόπους («τι» και «πώς») μπορεί να αναπλαισιώνει ο/η εκπαιδευόμενος/η ένα πρόβλημα; Η έμφαση, έτσι, είναι στη σύνθεση των οριζόντιων και κάθετων δεξιοτήτων ούτως ώστε οι εμπειρίες της εκπαίδευσης να συστηματοποιούνται και να μετασχηματίζονται καθώς μεταφέρει κάποιος αυτό που κατέκτησε σε νέα προβλήματα, δημιουργώντας και εμπλουτίζοντας δεδομένα.
Ακριβώς σε αυτόν τον συνδυασμό πρέπει να επιμείνει μια εκπαιδευτική πολιτική και στη χώρα μας. Ωστόσο, υπάρχει ένα πρόβλημα που δεν μπορούμε να προσπερνάμε αβασάνιστα. Πρόκειται για την παγκόσμια αναδιανομή των δεξιοτήτων και των γνώσεων. Η έμφαση μόνο στο ένα ή μόνο στο άλλο, αλλά και σε ένα υποσύνολο των μεν και των δε, συγκροτεί και μια θέση της χώρας στην παγκόσμια κατανομή των πόρων.
Από αυτή την άποψη η έμφαση σε μερικές από τις δεξιότητες (ας πούμε στις οριζόντιες-soft) τοποθετεί τη χώρα σε μια οικονομία απλής διαδικαστικής διεκπεραίωσης υπηρεσιών και τη θέτει τελείως έξω από παραγωγικές διεργασίες νέων προϊόντων και νέων δεδομένων. Σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης οι οριζόντιες δεξιότητες (επίλυση προβλήματος, συνεργασία, διαχείριση χρόνου, επικοινωνία, κριτική σκέψη κ.ά.) ορίζονται διαφορετικά.
Επίσης συνδυάζονται διαφορετικά σε σχέση με τις κάθετες-hard δεξιότητες, ανάλογα με τη θέση που διεκδικούν τα κράτη-μέλη στο παγκόσμιο σύστημα. Εμείς ποια θέση θέλουμε για τη χώρα στο παγκόσμιο σύστημα; Θέλουμε μόνο χώρα τουρισμού ή και κάτι άλλο;
Αρα, δεν μπορούμε να μετατρέψουμε την εκπαίδευση σε κατάρτιση της μιας επιλογής. Δεν θέλουμε ο τουρισμός να είναι η μόνη επιλογή ή η μόνη συνεισφορά της χώρας. Ας σχεδιάσουμε, λοιπόν, την εκπαίδευση και για τους μαθητές που εντάσσονται τώρα στο εκπαιδευτικό σύστημα και θα αποφοιτήσουν από αυτό το 2030.
*Μέλος του Εργαστηριακού και Διδακτικού Προσωπικού του ΕΚΠΑ, έχει διατελέσει εμπειρογνώμονας (2000-2018) στον ΟΟΣΑ, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στον ΟΗΕ – δεκαετία των γραμματισμών
Πηγή: efsyn – Βαγγέλης Ιντζίδης