Επιλογή Σελίδας

Τρεις Θεσσαλονικείς βρίσκονται πίσω από τα δύο μουσεία τα οποία διεκδικούν το βραβείο για το «Ευρωπαϊκό Μουσείο της χρονιάς 2020».

Τρεις Θεσσαλονικείς βρίσκονται πίσω από το μουσείο του Άγγελου Σικελιανού στη Λευκάδα και το Αρχαιολογικό Μουσείο Αρχαίας Κορίνθου, τα οποία διεκδικούν το βραβείο για το «Ευρωπαϊκό Μουσείο της χρονιάς 2020». Και οι τρεις αποτελούν καθόλου τυχαία φοιτητές και διδάσκοντες του Μεταπτυχιακού Μουσειολογίας του ΑΠΘ.

Μουσείο Άγγελου Σικελιανού: Ένα μουσείο από το μηδέν

Το Μουσείο του Άγγελου Σικελιανού δεν είναι ένα απλό μουσείο που βρίσκει κανείς στα σπίτια μεγάλων προσωπικοτήτων ανά την Ευρώπη.

Η Ματούλα Σκαλτσά, ιστορικός τέχνης, μουσειολόγος και ομότιμη καθηγήτρια στο ΑΠΘ και ο Πάνος Τζώνος, αρχιτέκτονας και ομότιμος καθηγητής στο ΑΠΘ κλήθηκαν να δημιουργήσουν ένα μουσείο σχεδόν από το τίποτα. Ο χώρος που τους δόθηκε ήταν το σπίτι που ο ποιητής γεννήθηκε και πέρασε μόλις τα πρώτα πέντε του χρόνια, το οποίο ωστόσο όμως δεν είχε κάποιο τεκμήριο από τη μετέπειτα ζωή του.

Όπως εξηγεί η κ. Σκαλτσά, όλα τα εκθέματα που υπάρχουν στο μουσείο, όπως το νυφικό της Άννας Σικελιανού, βρέθηκαν και αποκτήθηκαν από αρχεία και προσωπικές συλλογές ύστερα από μια κοπιώδη αναζήτηση. «Όλα τα πράγματα είναι μακροχρόνιο δανεισμό», σημείωσε. Όταν πλέον αυτά υπήρχαν στα χέρια των δημιουργών, άρχιση η μελέτη της προσωπικότητας του Σικελιανού, που θα ήταν οδηγός για το στήσιμο του μουσείου.

«Μελετώντας τον Σικελιανό, διαπιστώσαμε ότι δεν ήταν μόνο η πνευματική δημιουργία την οποία ξεκαθαρίσαμε και την οποία έπρεπε να παρουσιάσουμε στο μουσείο. Καταλάβαμε ότι ο άνθρωπος αυτός έχει μια παράλληλα πορεία ως άνθρωπος. Όπως, δηλαδή, ήταν υπερβολικός στα γραπτά του, στον τρόπο της γραφής του, στον τρόπο που μιλούσε με αυτή τη βροντώδη φωνή, έτσι υπερβολικά ήταν και τα οράματά τους και με αυτόν τον τρόπο προσπαθούσε να τα κάνει πραγματικότητα», αναφέρει η κ. Σκαλτσά επισημαίνοντας ωστόσο ότι πολύ μεγάλο ρόλο έπαιξαν στη ζωή του οι δύο του γυναίκες, η Αμερικανίδα Εύα Πάλμερ και η Άννα Καραμάνη. Χαρακτηριστικό της προσωπικότητά τους ήταν το όραμα του Σικελιανού για παγκόσμια ειρήνη και αδελφοσύνη, ένα όραμα που μετουσιώνεται στις Δελφικές Γιορτές που ο ίδιος οργανώνει με την οικονομική στήριξη της Πάλμερ που είχε μεγάλη πατρική περιουσία.

Η παράλληλη πορεία της μυθιστορηματικής ζωής και της πνευματικής δημιουργίας ενέπνευσε τους δημιουργούς του μουσείου οι οποίοι χώρισαν και τον χώρο του σπιτιού ανάλογα.

Στο ισόγειο είναι το πωλητήριο και ένα χώρος όπου ο επισκέπτης μπορεί να μάθει κάποια βασικά χαρακτηριστικά του ποιητή. Ο πρώτος όροφος είναι χωρισμένος στα δύο: στο μπροστινό μέρος είναι η εργογραφία του, το τι δημιούργησε ενώ στο πίσω μέρος, το τι έπραξε, παραδείγματος χάριν οι δελφικές γιορτές. Στο ίδιο πνεύμα, ο δεύτερος όροφος του είναι χωρισμένος στον χώρο μπροστά όπου υπάρχει το ψυχογράφημά του ενώ στο πίσω μέρος η βιογραφία του ως ενός κανονικού ανθρώπου, δηλαδή πού γεννήθηκε, ποιοι είναι οι γονείς του, που έζησε.

Σε τι όμως διαφέρει αυτό το μουσείο από άλλα αντίστοιχα μουσεία; «Στον μετασχηματισμό του νοήματος σε βίωμα», απαντάει ο κ. Τζώνος. «Πρέπει να φτιάξεις κάτι που είναι πολύ κοντά στο θέατρο, μόνο που αντί για ηθοποιούς έχεις εκθέματα, ή στον κινηματογράφο, μόνο που αντί να κινείται η κάμερα κινείσαι εσύ. Πρέπει να σκηνοθετήσεις έναν χώρο που με διαδοχικές εικόνες, σου αφηγείται την ιστορία, μεταχειριζόμενος, εικόνες, χρώματα, αντικείμενο, φως, υφές». Ο ίδιος φέρνει ως παράδειγμα τον πρώτο χώρο, εκεί οι δημιουργοί ήθελαν να αναδείξουν πέντε βασικά χαρακτηριστικά του ποιητή. Έτσι, αποφάσισαν να ταπετσάρουν όλους τους τοίχους με γραπτά του Σικελιανού και σε πέντε σημεία της αίθουσα να τοποθετήσουν πέντε υαλοπίνακες που στον καθένα βρίσκεται η φωτογραφία της εποχής του Σικελιανού, από πάνω ένα στενή δέσμης ηχείο και κάτω ένα από πέντε χαρακτηριστικά του ποιητή. «Όταν περπατάς και βρίσκεσαι μπροστά σε ένα από τα πέντε σημεία ακούς τον Σικελιανό να σου μιλάει από πάνω, διαβάζεις κάτω το χαρακτηριστικό και βλέπεις μπροστά την εικόνα που συνδυάζεται από ένα σύντομο κείμενο». Σε αυτή την αίθουσα το μόνο τεκμήριο που υπάρχει είναι μόνο μία πένα του Σικελιανού.

Αρχαιολογικό Μουσείο Αρχαίας Κορίνθου: Βιώνεις την αίσθηση του μεγαλείου της πόλης

Στο βίωμα εστίασε και ο Θωμάς Τσουκαλάς, αρχιτέκτονας και μουσειολόγος που επιμελήθηκε τη μουσειογραφική μελέτη της επανέκθεσης του Αρχαιολογικού Μουσείου Αρχαίας Κορίνθου.

Όπως αναφέρει ο ίδιος, η αρχική μουσειολογική ιδέα ήταν ο επισκέπτης να περιηγείται στην κορινθιακή ύπαιθρο και έπειτα να οδηγείται στην Κόρινθο. «Στον πρώτο χώρο του μουσείου πρόθεσή μου είναι ο επισκέπτης να θεωρήσει πως βρίσκεται εκτός των τειχών της πόλης. Υπάρχει ένας επιδαπέδιος χάρτης στον οποίο απεικονίζεται το σύνολο της κορινθιακής γης με επισήμανση θέσεων χωριών στην περιφέρεια της Κορίνθου», σημειώνει ο ίδιος προσθέτοντας ότι ο επισκέπτης έχει παράλληλα αλλεπάλληλα ερεθίσματα από τα εκθέματα. Ο κ. Τσουκαλάς σηματοδοτεί την είσοδο στα τείχη της πόλης με μια πύλη με όγκους που διαμορφώνονται δεξιά και αριστερά. Μάλιστα επειδή είναι κεκλιμένο το επίπεδο του μουσείου, ο επισκέπτης πράγματι ανηφορίζει για να μπει στην πόλη. Εκεί υπάρχουν τέσσερις ενότητες που αντιστοιχούν σε βασικές δραστηριότητες της Κορίνθου: στο εργαστήριο κεραμικής και γλυπτικής, στο εμπόριο, στη λατρεία και την Ακροκόρινθο. Έπειτα η έκθεση προχωράει στην ιδιωτική ζωή των Κορινθίων και τέλος στις πολεμικές συγκρούσεις που σηματοδοτούν την πτώση της πόλης.

«Η συνολική αίσθηση που παίρνει ο επισκέπτης ακόμα και αν δεν παρακολουθήσει στενά τα κείμενα είναι ότι υποβάλλεται από τη σπουδαιότητα της αρχαίας αυτής πόλης. Η ιεράρχηση των ερεθισμάτων βοηθάει έτσι ώστε να φύγει έχοντας την αίσθηση του μεγαλείου αυτή της πόλης χωρίς να προβάλλεται αποκλειστικά και μόνο το μεγαλείο της, γιατί η αναφορά γίνεται στον Κορίνθιο όχι στο μεγαλείο της πόλης, επικεντρώνεται στον άνθρωπο. Το εκθεσιακό περιβάλλον που διαμορφώθηκε δρα προς αυτή την κατεύθυνση», επισημαίνει ο κ. Τσουκαλάς.

Η μήτρα των μουσειολόγων της Θεσσαλονίκης

Καθόλου τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι ο Θωμάς Τσουκαλάς αποφοίτησε από το Διατμηματικό Μεταπτυχιακό Μουσειολογίας-Διαχείρισης Πολιτισμού, στο οποίο διδάσκουν οι κ. Τζώνος και Σκαλτσά ως ομότιμοι καθηγητές.

Το τμήμα, που του χρόνου γίνεται 20 χρονών, εκπαιδεύει τη νέα γενιά των μουσειολόγων της πόλης και της χώρας με κάποιους από αυτούς μάλιστα να διακρίνονται στον τομέα τους. Όπως επισημαίνει η κ. Σκαλτσά, αυτό που κάνει το μεταπτυχιακό του ΑΠΘ να ξεχωρίζει είναι πως συνδυάζει τη θεωρία με την πράξη. «Βγαίνοντας από το μεταπτυχιακό, τα παιδιά ξέρουν να κάνουν το job. Απόδειξη αυτού είναι και ο Θωμάς και άλλοι φοιτητές μας κάνουν καριέρα. Δεν είναι τυχαίο που βρισκόμαστε εδώ με τον Θωμά. Ενστερνίστηκε τη λογική του μεταπτυχιακού: την ισομερή βαρύτητα θεωρίας και πράξης», τόνισε η ίδια.

Στο μεταπτυχιακό καλούνται να μιλήσουν κάθε χρόνο επαγγελματίες από όλο τον κόσμο και την Ελλάδα, ειδικοί στον τομέα τους, ενώ το πρόγραμμα συνεργάζεται με μουσεία σε όλη την Ευρώπη, όπως αυτό του Λούβρου, όπου οι φοιτητές μπορούν να κάνουν πρακτική άσκηση.

Αξίζει να σημειωθεί πως πρόκειται για το πρώτο μεταπτυχιακό Μουσειολογίας στην Ελλάδα αλλά και το μοναδικό του οποίου οι φοιτητές μπορούν να στείλουν τις διπλωματικές τους εργασίες για να διεκδικήσουν το βραβείο «The European Museum Academy Master Study of the Year» του έτους 2020.

Πηγή: voria