Τα σχολεία αποδεικνύουν ότι είναι σωστή η στρατηγική της απομόνωσης έναντι της “ανοσίας της αγέλης”. Οι δυο πολιτικές και η επιλογή της Ελλάδας, που έχει αποτελέσματα.
Μόλις 11 κρούσματα κορονοϊού έχουν επιβεβαιωθεί στην Ελλάδα σε ανήλικους, στο σύνολο των 387 που έχουν εντοπιστεί μέχρι τώρα. Το γεγονός αυτό από μόνο του δείχνει από τη μια την αντοχή των παιδιών όμως από την άλλη αποδεικνύει ότι το κλείσιμο σχολειών αμέσως μετά την εμφάνιση κρούσματος ήταν η σωστή επιλογή. Σε ευρύτερη κλίμα επιδιώκεται λοιπόν να αποδειχτεί αποτελεσματική και η εθελούσια καραντίνα που επισημαίνει και προσπαθεί να επιβάλλει η Κυβέρνηση, σε αντίθεση με την ανοσία της αγέλης την οποία έχει επιλέξει το Ηνωμένο Βασίλειο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με πληροφορίες, από το σύνολο των κρουσμάτων, τα 11 αφορούν σε ανήλικους, τα 59 ηλικίας 18 έως 39 ετών, τα 132 ασθενείς ηλικίας 40-64 χρόνων και τα υπόλοιπα σε άνω των 65 ετών. Διαπιστώνουμε δηλαδή ότι 1 στα 3 κρούσματα αφορούν μια ιδιαίτερα παραγωγική και δραστήρια ηλικιακή ομάδα.
Επιστρέφοντας στην τακτική της απομόνωσης να σημειώσουμε ότι και ο πρωθυπουργός στο μήνυμά του τόνισε χαρακτηριστικά ότι στο επόμενο δίμηνο ο κίνδυνος θα γιγαντώνεται και γι’ αυτό θα ακολουθήσουν νέοι περιορισμοί όπου θα πρέπει όλοι να δείξουμε πειθαρχία.
«Στον κόσμο, σήμερα, διαμορφώνονται δύο πολιτικές αλλά και ηθικές αντιλήψεις για την αντιμετώπιση της πανδημίας: Η πρώτη βλέπει την υγειονομική απειλή υπό το πρίσμα της οικονομίας όπου αντιμετωπίζει τους ανθρώπους ως αριθμούς, που θα επιβιώσουν με τον χρόνο και την λεγόμενη «ανοσία της αγέλης». Η δεύτερη αντίληψη θέτει ως προτεραιότητα την υγεία των κοινωνιών, ανεξάρτητα από το κόστος που θα απαιτηθεί. Η θέση, λοιπόν, αυτή συνεπάγεται πολλά και δραστικά μέτρα. Υπολογίζει στην πειθαρχία των πολιτών ώστε να περιοριστεί η πανδημία, που θα έχει θύματα», ανέφερε ο πρωθυπουργός.
Ανοσία της αγέλης
Όπως εξηγεί στο ο Αναπληρωτής Καθηγητής Επιδημιολογίας κ. Δημήτρης Παρασκευής, εν μέσω της πανδημίας του νέου κορονοϊού προκύπτουν ερωτήματα όπως αναφορικά με τη προσέγγιση του Βρετανικής κυβέρνησης για τη μη λήψη προληπτικών μέτρων με σκοπό ο πληθυσμός να αποκτήσει «συλλογική ανοσία» ή «ανοσία αγέλης»
Τι αφορά αυτό. Όταν ένα παθογόνο προσβάλλει τον ανθρώπινο οργανισμό, ο οργανισμός μας, σε πολλές περιπτώσεις αναπτύσσει αμυντικούς μηχανισμούς (ανοσία) για την καταπολέμηση του παθογόνου.
«Η ανοσία έχει χαρακτηριστικά μνήμης και προφυλάσσει κάποιον άνθρωπο από ενδεχόμενη μόλυνση με το ίδιο παθογόνο. Η συλλογική ανοσία αφορά το ποσοστό ανοσίας που μπορεί να προστατέψει ένα πληθυσμό από την δημιουργία ή τη συντήρηση μίας επιδημίας. Αυτό συμβαίνει γιατί μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού διαθέτει ανοσία – φυσική προστασία – έναντι της μόλυνσης και συνεπώς το παθογόνο δεν μπορεί να μεταδοθεί αποτελεσματικά στον πληθυσμό», διευκρινίζει. Η συλλογική ανοσία εξαρτάται από τα επίπεδα μολυσματικότητας του παθογόνου. Όσο πιο μολυσματικός είναι ένας ιός τόσο υψηλότερα τα ποσοστά συλλογικής ανοσίας που απαιτούνται.
«Στην περίπτωση της Βρετανίας, η μέχρι σήμερα επιδίωξη είναι να αναπτυχθεί συλλογική ανοσία στον πληθυσμό αφού μολυνθούν από το νέο κορονοϊό τουλάχιστον 40 εκατομμύρια άτομα με την προοπτική να αναπτυχθεί μια φυσική ασπίδα προστασίας έναντι του ιού. Στην χώρα μας έχει επιλεγεί η πιο ασφαλής προσέγγιση για τον πληθυσμό, σύμφωνα και με διεθνή πρότυπα, με σκοπό τη μείωση της έκθεσης στον κορονοϊό και την προάσπιση της δημόσιας υγείας», τονίζει ο κ. Παρασκευής.
Ιχνηλάτηση
Την ίδια στιγμή, ο κ. Τσιόδρας, αναφέρει ότι η καταγραφή της επιδημίας συνεχίζεται με την παρακολούθηση όλων των περιστατικών για τα οποία έχουμε θετικό έλεγχο, καθώς και ιχνηλάτηση των επαφών τους. Όπως, επίσης, και με την καταγραφή των σοβαρών περιστατικών και των νοσηλευόμενων σε ΜΕΘ.
«Για κάθε πέντε ασθενείς που είναι κριτικά άρρωστοι, νοσηλευόμενοι σε ΜΕΘ, από πίσω είναι άλλοι 95 οι οποίοι έχουν στο 85% των περιπτώσεων ελαφρά μορφή της νόσου και στο 10%-15% των περιπτώσεων την μέτρια προς σοβαρή μορφή της νόσου» αναφέρει.
Παράλληλα ενδιαφέρον παρουσιάζει και η αναφορά του χθες ότι «Μαθηματικά μοντέλα που δημοσιεύτηκαν εχθές από το Imperial College στο Λονδίνο και αφορούσαν την επιδημία του Γουχάν της επαρχίας Χουμπέι, έδειξαν ότι μόλις 15% των αληθινών περιστατικών καταγράφονταν στην επιδημία. Νομίζω ότι είναι ακόμα λιγότερο και έχουμε δικά μας ερευνητικά δεδομένα που δείχνουν αυτό».
Πηγή: news247 – Γιώργος Σακκάς