Επιλογή Σελίδας

Κάθε χρόνο, οι ΗΠΑ δέχονται 1,1 εκατ. ξένους φοιτητές αποκομίζοντας 45 δισ. δολάρια, ενώ η Βρετανία 500.000 φοιτητές με έσοδα 21 δισ. στερλίνες.

Παρά τις προσπάθειες των διεθνών πανεπιστημίων να προσελκύσουν ενδιαφερόμενους φοιτητές, ειδικά εκείνα της Βρετανίας και των Ηνωμένων Πολιτειών, θα δεχθούν συγκριτικά πολύ λιγότερους τον Σεπτέμβριο, όπως αναφέρει σχετικά το ειδησεογραφικό πρακτορείο Deutsche Welle – κι αυτό έχει ως συνέπεια να ωφελούνται τα δημόσια πανεπιστήμια της Ευρώπης. Κάθε χρόνο, για να δοθεί μια τάξη μεγέθους, οι Ηνωμένες Πολιτείες δέχονται 1,1 εκατομμύριο ξένους φοιτητές και φοιτήτριες, αποκομίζοντας 45 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ στην περίπτωση της Βρετανίας τα έσοδα φθάνουν τα 21 δισεκατομμύρια στερλίνες και προέρχονται από 500.000 φοιτητές.

Πολλοί από αυτούς τους φοιτητές εγκατέλειψαν τις εστίες στο πλαίσιο των μέτρων της πανδημίας, ενώ όσοι απασχολούνταν με μερική απασχόληση έμειναν άνεργοι. Ορισμένοι βρέθηκαν χωρίς μετρητά και στέγη και χωρίς δυνατότητα να λάβουν επίδομα λόγω πανδημίας. Οσοι κατόρθωσαν, παρά τα περιοριστικά μέτρα στις αερομεταφορές, να φθάσουν στη βάση τους, είδαν την εκπαίδευσή τους να περιορίζεται σε σποραδικά διαδικτυακά μαθήματα – εντούτοις, όφειλαν να καταβάλουν τα δίδακτρά τους.

Οσο κι αν τα πανεπιστημιακά ιδρύματα χωρών που δέχονται μεγάλους πληθυσμούς ξένων φοιτητών καταβάλουν μεγάλες προσπάθειες προσαρμογής, οι προβλέψεις δεν είναι ευοίωνες. Πολλοί φοβούνται για την υγεία και την ασφάλειά τους, αλλά και για τα οικονομικά τους, οπότε ίσως να μην φύγουν από τη χώρα τους για σπουδές, ενώ προβληματική είναι και η ρατσιστική νοοτροπία προς όσους προέρχονται από τη Νοτιοανατολική Ασία, την «πηγή του κακού».

Χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Μίκαελ Γκέμπελ, διευθυντής του τμήματος Πολιτικής Ανώτατης Εκπαίδευσης στην Ενωση Ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων, με περισσότερα από 800 μέλη, μιλώντας στην Deutsche Welle, πως «οι έρευνες δείχνουν πως πιθανόν ένα ποσοστό 25%-70% των ξένων φοιτητών να μην εγγραφούν στο χειμερινό εξάμηνο». Η δραστική μείωση διδάκτρων είναι μάλλον πιο αισθητή στα ΑΕΙ των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου. Κατά μέσον όρο καταβάλει ο καθένας 44.300 ευρώ τον χρόνο για την Αμερική και πάνω από 11.100 ευρώ για τη Βρετανία.

Ως αποτέλεσμα, αποδυναμώνεται και το σύστημα της ιδιωτικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης εκεί, ενώ τα πανεπιστήμια περιορίζουν τα προγράμματα σπουδών, τις επενδύσεις στην τεχνολογία και τις υποδομές τους και ενδεχομένως να μειώσουν το προσωπικό τους. Ερευνα στη Βρετανία καταδεικνύει πως διακυβεύονται 30.000 θέσεις εργασίας στα ΑΕΙ της χώρας λόγω μείωσης διδάκτρων.

Συγκεκριμένα, όπως τονίζει ο Μίκαελ Γκέμπελ, «τα περισσότερα πανεπιστήμια στην κορύφωση της πανδημίας αύξησαν τις επενδύσεις τους, ώστε να μεταφέρουν περισσότερα μαθήματα από τα προγράμματα σπουδών σε ψηφιακές πλατφόρμες». Επιπλέον, διαπίστωσαν πως χρειάζονταν πρόσθετο διδακτικό προσωπικό για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των ολιγάριθμων τάξεων λόγω κοινωνικής απόστασης. Το Πανεπιστήμιο Εφαρμοσμένων Επιστημών της Δυτικής Σαξονίας στο Τσβικάου της Γερμανίας κατάφερε να προσελκύσει ξένους φοιτητές – και ελπίζει να καλωσορίσει ακόμη περισσότερους στο μέλλον.

Οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο κυριαρχούν παραδοσιακά στην αγορά λόγω της ζήτησης για σπουδές στην αγγλική γλώσσα. Με όλο και περισσότερα γαλλικά και γερμανικά πανεπιστήμια να προσφέρουν μαθήματα στα αγγλικά, τα δεδομένα αλλάζουν γρήγορα. Πριν από δέκα χρόνια, η Γερμανία προσέλκυε περίπου 250.000 ξένους φοιτητές, ενώ πέρυσι αυτοί έφθαναν σχεδόν τις 400.000. «Το λέμε αυτό εδώ και χρόνια. Γιατί να πληρώνετε 30.000 λίρες για ένα βρετανικό πανεπιστήμιο, όταν μπορείτε να παρακολουθήσετε ένα πρόγραμμα σπουδών καλής ποιότητας από ένα φημισμένο διεθνές πανεπιστήμιο;» παρατηρεί ο Μίκαελ Γκέμπελ.

Πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ