Υπηρετώ από το 2003 στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο ως μέλος Συνεργαζόμενου Επιστημονικού Προσωπικού, όντας παράλληλα από το 2004 μέλος ΔΕΠ σε άλλο δημόσιο Πανεπιστήμιο. Επί 13 χρόνια δίδαξα ιστορία της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας στο προπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών «Ευρωπαϊκός Πολιτισμός». Εδώ και 3 χρόνια διδάσκω στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών «Δημιουργική Γραφή». Πριν από λίγες ημέρες κυκλοφόρησε δημόσια μια επιστολή προς τον πρόεδρο και τη Διοικούσα Επιτροπή του ΕΑΠ την οποία συνυπογράφω, όπου ζητείται η επανάληψη της αξιολόγησης των υποψήφιων διδασκόντων (μελών ΣΕΠ) για την επόμενη τριετία.
Δεν θέλω να κουράσω τους αναγνώστες της εφημερίδας με λεπτομέρειες που ίσως δεν ενδιαφέρουν, θα απαριθμήσω μόνο μερικές από τις παθογένειες της υπόθεσης των αξιολογήσεων στο ΕΑΠ, μερικές από τις αντιφάσεις και τις στρεβλώσεις, η διαιώνιση των οποίων τείνει να απαξιώσει το όραμα της ίδρυσης και λειτουργίας αυτού του Πανεπιστημίου, ένα όραμα στο οποίο πιστέψαμε όλοι όσοι το υπηρετήσαμε και το υπηρετούμε.
(1) Απαξ και είσαι μέλος ΔΕΠ στο ΕΑΠ αξιολογείς υποψήφιους διδάσκοντες ΔΕΠ άλλων Πανεπιστημίων (αποφαίνεσαι, με άλλα λόγια, εάν αυτοί θα προσληφθούν στο ΕΑΠ επί συμβάσει ή όχι) ανεξαρτήτως βαθμίδας. Αυτό καταλήγει σε ένα είδος ανεξέλεγκτης διαπλοκής: Γνωρίζω περίπτωση όπου μέλος ΔΕΠ στο ΕΑΠ, συντονίστρια ενότητας και αξιολογήτρια υποψήφιων μελών ΣΕΠ, αξιολογούσε και προσελάμβανε για μέλη ΣΕΠ μέλη ΔΕΠ ανώτερων βαθμίδων σε άλλα Πανεπιστήμια οι οποίοι με τη σειρά τους συμπεριλαμβάνονταν στο εκλεκτορικό σώμα της δικής της προαγωγής (!). Εννοείται πως σε μια χρηστή διοίκηση (α) δεν θα έπρεπε η χαμηλότερη βαθμίδα να κρίνει την υψηλότερη, (β) οι προσληφθέντες από τον αξιολογητή θα έπρεπε να εξαιρούνται αυτομάτως από την επιτροπή κρίσης του/της.
(2) Στις αξιολογήσεις για τις προσλήψεις τις επόμενης τριετίας ανακοινώθηκαν και αναρτήθηκαν πριν από λίγο καιρό οι τριμελείς επιτροπές κρίσης για τις ενότητες, όπου ήταν ολοφάνερο πως σε αυτές συμμετείχαν και οι συντονιστές της εκάστοτε ενότητας οι υποψήφιοι της οποίας έμπαιναν σε σειρά κατάταξης. Ο πίνακας σχολιάστηκε στα δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης, «κατέβηκε», δεν αντικαταστάθηκε και σε ερώτημα υποψήφιου διδάσκοντος για τα ονόματα της επιτροπής που τον έκρινε η απάντηση ήταν πως τα ονόματα δεν μπορούσαν να κοινοποιηθούν. Τα πρακτικά του κοινοποιήθηκαν περικομμένα, κάτι που βάσει του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας δεν επιτρέπεται.
(3) Υποψήφιο μέλος ΣΕΠ που την προηγούμενη τριετία είχε κριθεί «συναφούς» γνωστικού αντικειμένου με το αντικείμενο συγκεκριμένης ενότητας ενός μεταπτυχιακού προγράμματος σπουδών και προσελήφθη, αυτή την τριετία κρίθηκε «συγγενούς» γνωστικού αντικειμένου στην ίδια ενότητα και αποκλείστηκε. Σημειωτέον πως με αυτόν τον τρόπο άτομα με υψηλότατη μοριοδότηση «προσπεράστηκαν» από άτομα με χαμηλή ώς χαμηλότατη μοριοδότηση (στην περίπτωση που αναφέρω ο υποψήφιος «πρώην συναφής», νυν «συγγενής» με πάνω από 40 μόρια παραγκωνίστηκε και πάνω από αυτόν βρέθηκε υποψήφια με 2 μόρια)! Για το θέμα συνάφειας/συγγένειας που έχει αναχθεί σε μείζον κριτήριο στις αξιολογήσεις του ΕΑΠ, παραθέτω ένα παράδειγμα: στη θεματική ενότητα «Ευρωπαϊκή λογοτεχνία» ο νεοελληνιστής υποψήφιος για μέλος ΣΕΠ είναι «συναφούς» ή «συγγενούς» αντικειμένου; Δεδομένου ότι υπάρχει αντικείμενο σπουδών «Ελληνικός Πολιτισμός» με τη θεματική ενότητα «Ελληνική λογοτεχνία» αποφασίζουμε ότι η ελληνική λογοτεχνία δεν είναι ευρωπαϊκή; Τι βάζουμε στους υποψήφιους νεοελληνιστές; «Συνάφεια» και τους κρατάμε ή «συγγένεια» και τους βγάζουμε «εκτός»; Ασκηση για δυνατούς λύτες. Και ευκολάκι για όσους επιθυμούν να ανακατέψουν λίγο τα αποτελέσματα υπέρ ή κατά του ενός ή του άλλου.
(4) Πέρα όμως από τη σύσταση των επιτροπών και το τέχνασμα της περιπτωσιολογικής κατάταξης σε συγγενές/συναφές αντικείμενο: Δεν λαμβάνεται καθόλου υπόψη η εξέταση του έργου των υποψηφίων ουσιαστικά, αφού δεν καλούνται να αναρτήσουν πουθενά τις δημοσιεύσεις τους. Η μοριοδότηση γίνεται με ποσοτικά κριτήρια, βάσει καταλόγων στους οποίους οι υποψήφιοι συμπληρώνουν τους τίτλους των εργασιών τους. Εννοείται πως με αυτόν τον τρόπο πολλά μπορούν να συμβούν: από το να επινοηθούν τίτλοι και δημοσιεύσεις έως και να αξιολογηθούν ως ισότιμες δημοσιεύσεις αντιγραμμένες ή πολύ κακές με δημοσιεύσεις άριστες. Για τους καλόβουλους και φιλότιμους αξιολογητές δεν υπάρχει κάποιου είδους μπούσουλας που να τους βοηθάει στο έργο τους. Ασκηση για δυνατούς λύτες: Αν υποθέσουμε πως οι δημοσιεύσεις σε ξένα περιοδικά με κριτές είναι ανώτερες από δημοσιεύσεις σε ελληνικά περιοδικά, συμφωνούμε να μοριοδοτηθεί πολύ υψηλότερα ένας υποψήφιος που γράφει ένα (αναγκαστικά λόγω μερικής άγνοιας των αναγνωστών του) εισαγωγικό για τη νεοελληνική λογοτεχνία άρθρο σε ένα ξένο περιοδικό με κριτές ή κάποιος νεοελληνιστής που γράφει ένα πολύ καλό άρθρο στη «Νέα Εστία» φέρ’ ειπείν; Επίσης: Είναι ισότιμη μια μονογραφία σε ξένο εκδοτικό οίκο με κριτές με μια μονογραφία σε ελληνικό εκδοτικό οίκο;
(5) Επίσης: Σημειώθηκαν λάθη. Αναφέρω ενδεικτικά: Η μοριοδότηση του συγγραφικού έργου γίνεται με ανώτατο όριο τα 15. Ωστόσο σημειώθηκε αξιολόγηση υποψηφίου με μοριοδότηση συγγραφικού έργου στις 30 μονάδες. Λάθος. Καλότυχος ο υποψήφιος, ατυχήσαντες οι συνυποψήφιοί του. Οι βαθμοί μπαίνουν ολόκληροι ή και μισοί. Μια υποψήφια όμως μοριοδοτήθηκε με 12,30.
(6) Και τέλος, κάτι που προκάλεσε γέλια (και κλάματα) σε μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας: Υποψήφιος που έχει βάσιμα καταγγελθεί για λογοκλοπή, η ιστορία του οποίου φιγουράρισε σε σοβαρή καθημερινή εφημερίδα, αξιολογήθηκε σε θέση υψηλότερη από τη συνυποψήφιά του την οποία είχε κατακλέψει!
Είναι καιρός που συζητάμε αυτά και άλλα πολλά περί ΕΑΠ μέλη ΔΕΠ άλλων Πανεπιστημίων, μέλη ΔΕΠ του ΕΑΠ, διδάσκοντες, φοιτητές, συντονιστές. Τι συμβαίνει; Γιατί διαιωνίζεται αυτή τη κατάσταση; Ο οικονομικός εκβιασμός που υφιστάμεθα όλοι με την κρίση και τη μείωση των μισθών, την περικοπή των κονδυλίων για την Ανώτατη Εκπαίδευση, την ντε φάκτο κατάργηση προκήρυξης νέων θέσεων με την όλο και αυξανόμενη ζήτηση για μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών κ.λπ., δεν θα έπρεπε να αποτελεί δικαιολογία. Αποδεχτήκαμε, άλλοι σιωπηρά και άλλοι διαμαρτυρόμενοι, υπέρογκα δίδακτρα, μείωση αποδοχών, εμπορευματοποίηση και εργαλειοποίηση της παιδείας. Γιατί μπαίνουμε στη διαδικασία να αποδεχόμαστε μια σχεδόν προσχηματική αξιολόγησή μας βάσει ποσοτικών κριτηρίων χωρίς την τήρηση βασικών δεοντολογικών κανόνων;
Πηγή: efsyn