Σε ένα οργανωμένο φροντιστήριο το «πακέτο» προετοιμασίας στα τέσσερα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα κυμαίνεται στα 4.000 ευρώ για τους συνολικά δέκα μήνες εντατικής προετοιμασίας. Τα μαθήματα γίνονται σε ομάδες τουλάχιστον δέκα μαθητών. Το ποσό διπλασιάζεται στα 8.000 ευρώ, όταν η προετοιμασία γίνεται σε ιδιαίτερα μαθήματα από έναν καθηγητή είτε κατά μόνας είτε σε μικρές ομάδες έως πέντε μαθητών. Δηλαδή, καθώς τα υποχρεωτικά εξεταζόμενα μαθήματα των Πανελλαδικών είναι τέσσερα, το κόστος είναι 2.000 ευρώ ανά μάθημα. «Είναι πολύ μεγάλο το κονδύλι. Αναλογιστείτε το, είναι ο μισός μισθός για έναν εργαζόμενο που αμείβεται με γύρω στα 1.000 ευρώ τον μήνα», παρατηρεί μιλώντας στην «Κ» ο Ιωάννης Ρέκανος, καθηγητής του ΑΠΘ, η κόρη του οποίου είναι υποψήφια στις φετινές Πανελλαδικές Εξετάσεις.
«Φανταστείτε το κόστος για παιδιά που έχουν μαθησιακές δυσκολίες. Φέτος αναγκάστηκα να επιλέξω ο γιος μου να κάνει ιδιαίτερα μαθήματα και όχι σε φροντιστήριο, διότι λόγω της πανδημίας είχε αποσυντονιστεί», προσθέτει από την πλευρά της η Νίκη Κ., εκπαιδευτικός στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, η οποία για προσωπικούς λόγους θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία της. Ο γιος της πάσχει από δυσλεξία και γι’ αυτό από πολύ νωρίς στη σχολική του διαδρομή τού προσφέρει εξωσχολική βοήθεια στα μαθήματα.
Δημόσια εκπαίδευση και επιπλέον 3.2 δισ. ευρώ – Τα έξοδα γονέων για τα παιδιά τους
Βέβαια, παρότι λαμβάνουν βοήθεια σε μαθήματα στο Γυμνάσιο, η κύρια προετοιμασία των υποψηφίων είναι διετής. Ξεκινάει το καλοκαίρι πριν από τη Β΄ Λυκείου και ολοκληρώνεται το καλοκαίρι μετά τις Πανελλαδικές, συνήθως με τη συνδρομή του φροντιστηρίου στη συμπλήρωση του μηχανογραφικού δελτίου. Οι ώρες προετοιμασίας στο φροντιστήριο ξεκινούν από τις 6 την εβδομάδα στη Β΄ Λυκείου και αυξάνονται –ακόμη και διπλασιάζονται– στη Γ’ Λυκείου. Βέβαια, όσο αυξάνουν τα υπό εξέταση μαθήματα τόσο διευρύνονται και οι φροντιστηριακές ώρες. «Η κόρη μου κάνει 12 ώρες την εβδομάδα στα υποχρεωτικά μαθήματα και ακόμη 6 ώρες σχέδιο, καθώς θέλει να μπει στην Αρχιτεκτονική», λέει η κ. Δόμινου, η οποία δίνει γι’ αυτό το «πακέτο» μαθημάτων 550 ευρώ τον μήνα.
Ακόμη κι αν υπάρχουν υποψήφιοι που επιλέγουν να μην παρακολουθήσουν φροντιστηριακά μαθήματα και τελικά καταφέρνουν να εισαχθούν στο πανεπιστήμιο –και άρα αποδεικνύουν ότι το φροντιστήριο δεν είναι απαραίτητο–, η συντριπτική πλειονότητα των υποψηφίων επιλέγει την… πεπατημένη. Μάλιστα, πολλοί υποψήφιοι πηγαίνουν στο φροντιστήριο όχι επειδή θεωρούν πως δεν θα εισαχθούν στη σχολή της αρεσκείας τους εάν προετοιμαστούν μόνοι, αλλά επειδή πιστεύουν πως, εάν δεν πάνε, θα μειονεκτήσουν σε σχέση με τους συμμαθητές τους που πηγαίνουν φροντιστήριο. «Ακόμη κι αν δεχθούμε την υπόθεση ότι στο σχολείο όλα βαίνουν καλώς, για την επιλογή του φροντιστηρίου συμβάλλει ένας πρόσθετος ψυχολογικός παράγοντας, ότι “αφού πηγαίνουν όλοι οι υπόλοιποι, εγώ εάν δεν πάω θα μειονεκτήσω”», αναφέρει ο κ. Ρέκανος. «Οι υποψήφιοι δεν πηγαίνουν στο φροντιστήριο μόνο για να καλύψουν τις ελλείψεις τους από το σχολείο, αλλά επειδή αποζητούν το κάτι παραπάνω που θα τους προσφέρει πλεονέκτημα έναντι των συνυποψηφίων τους», παρατηρεί στην «Κ» η Σοφία Τριανταφύλλου, μητέρα υποψήφιας.
Ωστόσο, οι φετινοί υποψήφιοι έχουν πολλές ιδιαιτερότητες – δυσκολίες σε σχέση με τους προηγούμενους. Συγκεκριμένα, οι μαθητές της φετινής Γ΄ Λυκείου έκαναν μια σχολική διετία (2020, 2021) με μεγάλο μερίδιο τηλεκπαίδευσης, ενώ δεν έχουν περάσει και προαγωγικές εξετάσεις στην Α΄ και Β΄ Λυκείου. Η συμμετοχή στις προαγωγικές εξετάσεις επιτρέπει στους μαθητές να εξοικειωθούν με την ψυχολογία των Πανελλαδικών. Παράλληλα, φέτος το υπουργείο Παιδείας θεωρώντας πως η σχολική χρονιά προχώρησε κανονικά, αφού δεν υπήρξαν διακοπές με τηλεκπαίδευση λόγω καραντίνας, δεν προχώρησε σε μείωση της εξεταστέας ύλης. Τις δύο προηγούμενες χρονιές η ύλη μειώθηκε έως και 30% ανά πανελλαδικώς εξεταζόμενο μάθημα. Ετσι, φέτος η εξεταστέα ύλη «επέστρεψε» στα επίπεδα των Πανελλαδικών του 2019. «Στους φετινούς υποψηφίους έχουμε αυξημένη ύλη και μειωμένη εμπειρία στις εξετάσεις. Να δούμε πώς αυτό θα αποτυπωθεί στις επιδόσεις τους, οι οποίες φυσικά θα εξαρτηθούν και από τον γενικό βαθμό δυσκολίας των θεμάτων», παρατηρεί ο Δημήτρης Τακόπουλος, χημικός και γενικός διευθυντής των φροντιστηρίων «Ελιξ» στη Θεσσαλονίκη.
«Δυστυχώς, εδώ και 35 χρόνια δεν έχει αλλάξει τίποτε στην προετοιμασία των υποψηφίων για τις Πανελλαδικές Εξετάσεις – τα φροντιστήρια καλύπτουν έναν συγκεκριμένο στόχο», λέει η κ. Δόμινου, σχολιάζοντας τις κατά καιρούς διακηρύξεις των κυβερνήσεων για περιορισμό της φροντιστηριακής παιδείας και της οικονομικής αφαίμαξης των γονιών.
Πηγή: Καθημερινή– Λακασάς Α.