Προ καιρού είχα δημοσιεύσει σε αυτή τη στήλη επιστολή γονέως μαθητή, η οποία εξέθετε τα πάθη των εξετάσεων. Εκτός των άλλων, ανέφερε τα λατινικά και τον τρόπο που διδάσκονται τα ελληνικά και η λογοτεχνία. Συνάδελφος, τότε, είχε απαντήσει ότι θα πρέπει επιτέλους οι γονείς των μαθητών να μη ζητούν όλο φοροελαφρύνσεις στον κόπο των παιδιών τους. Θα πρέπει τα παιδιά κάποτε να ξεφύγουν από τη λογική της ήσσονος προσπαθείας. Η μεταφορά περί φοροελαφρύνσεως δεν μου ήρθε τυχαία. Υπάρχει μια αναλογία νοοτροπίας ανάμεσα στη βαριά φορολογία που πληρώνει ο Ελληνας πολίτης σε ένα κράτος που αδυνατεί να του ανταποδώσει ό,τι του οφείλει και στον κόπο που καταβάλλει ο μαθητής χωρίς να αποκτά τις γνώσεις ή τις δεξιότητες που θα τον αντάμειβαν. Εκείνο που μετράει είναι η φορολογική ενημερότητα, το «χαρτί». Ο σταχανοβισμός, η νοοτροπία της προσπάθειας για χάρη της προσπάθειας, το μόνο που καταφέρνει είναι να εμπεδώσει στις νεότερες γενιές την αντίληψη πως στη χώρα αυτή κερδίζουν όσοι μπορούν να τη βγάλουν με τη μικρότερη δυνατή προσπάθεια.
Εξηγούμαι. Υπερασπίστηκα την απόφαση του υπουργείου Παιδείας να επαναφέρει τη διδασκαλία των λατινικών στη Μέση Εκπαίδευση. Και αυτό επειδή θεωρώ ότι οι κλασικές σπουδές διευρύνουν τους διανοητικούς ορίζοντες των καιρών μας και αναδεικνύουν τη σχετικότητα της αυταρέσκειας και της αλαζονείας του σύγχρονου κόσμου, υπενθυμίζοντας ότι τα επιτεύγματά του είναι προϊόν μακραίωνης και κοπιώδους κατανάλωσης φαιάς ουσίας. Όταν, όμως, είδα το κείμενο που επιβάλλεται να αποστηθίσουν τα παιδιά για να περάσουν το μάθημα, τρόμαξα. Ένα κείμενο γραμμένο το 1980, αν δεν κάνω λάθος, κοινώς υπέργηρο, με μηχανική αποτύπωση ονομάτων και γεγονότων. Ένα αποτροπαϊκό προσωπείο ιδανικό για να απωθήσει τον έφηβο από τα λατινικά και τα «παρελκόμενα», που λένε. Διάβασα ότι σε ιστορικό ιδιωτικό σχολείο φέτος εμφανίστηκε ένας μόνο μαθητής που δήλωσε ενδιαφέρον για τη θεωρητική κατεύθυνση. Στην ίδια γραμμή και η μείωση των εισαχθέντων στις σχολές θεωρητικής κατεύθυνσης, που ανάγκασε πολλά ιδρύματα να βγάλουν σε θερινές εκπτώσεις τις ελάχιστες βάσεις εισαγωγής. Και αν δεν σας συγκινούν τα λατινικά, κρατήστε έναν λυγμό για τα ελληνικά. Ποια ελληνικά;, θα μου πείτε. Αυτή τη γλώσσα που μιλάμε, η οποία μας επιτρέπει να σκεφτόμαστε, να γράφουμε και να συμμετέχουμε στον κόσμο μας. Όσο πιο βαθιά είναι η σχέση σου με τη μητρική σου, τόσο ευκολότερα μπορείς να μάθεις ξένες γλώσσες. Ειδικά αν έχεις να κάνεις με μια γλώσσα σαν τη δική μας, με τόσους αιώνες ζωής και τέτοιον γραπτό πλούτο. Είναι δυνατόν να μην έχει βρεθεί ο κατάλληλος τρόπος για να τη διδάσκουμε στα παιδιά μας;
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ– Τάκης Θεοδωρόπουλος