Μείωση της ύλης, αλλαγές στη διάρθρωσή της σε κάθε τάξη, ορθή κατανομή των θεμάτων και έμφαση στα ουσιώδη, επαφή και σχολιασμός στην τάξη και για ζητήματα της επικαιρότητας, καλλιέργεια στους μαθητές δεξιοτήτων με σύγχρονες μεθόδους διδασκαλίας. Ουσιαστικά, αλλαγή σελίδας για την ελληνική εκπαίδευση προτείνει επιστημονική επιτροπή στην ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, με στόχο να οξυνθεί η κριτική ικανότητα των μαθητών, τα παιδιά να εμβαθύνουν στη γνώση και να μην αποστηθίζουν απλώς και, παράλληλα, να βιώνουν τη χαρά της μάθησης. Η επιτροπή, με επικεφαλής τον κ. Ηλία Γ. Ματσαγγούρα, πρόεδρο της Αρχής Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (ΑΔΙΠΠΔΕ), μελέτησε τα αποτελέσματα των εθνικών εξετάσεων διαγνωστικού χαρακτήρα, που οργανώθηκαν για πρώτη φορά φέτος στην Ελλάδα σε μαθητές της ΣΤ΄ Δημοτικού και της Γ΄ Γυμνασίου, δηλαδή με την ολοκλήρωση των δύο βαθμίδων, σε δύο κρίσιμα γνωστικά αντικείμενα –τη Νεοελληνική Γλώσσα και τα Μαθηματικά– για να διαπιστωθούν οι ελλείψεις αλλά και τα δυνατά σημεία του ελληνικού σχολείου. Οι εξετάσεις (ονομάστηκαν «ελληνικό PISA» καθώς ακολουθούν το μοντέλο των εξετάσεων του ομώνυμου διαγωνισμού του ΟΟΣΑ) διενεργήθηκαν στις 18 Μαΐου 2022, σε 554 σχολεία όλων των τύπων όλης της χώρας, με τη συμμετοχή 11.411 μαθητών.
Το 30 σελίδων πόρισμα της επιτροπής, τα βασικά σημεία του οποίου παρουσιάζει σήμερα η «Κ», περιλαμβάνει τα συμπεράσματα από τις επιδόσεις των μαθητών σε κάθε μάθημα και τις προτάσεις της επιτροπής. Οπως παρατήρησε στην «Κ» η κ. Χρύσα Σοφιανοπούλου, αναπληρώτρια καθηγήτρια του Χαροκοπείου Παν. Αθηνών, εθνική συντονίστρια του προγράμματος PISA του ΟΟΣΑ και μέλος της επιτροπής του «ελληνικού PISA», «με τη νέα επεξεργασία των απαντήσεων των μαθητών στις εθνικές εξετάσεις θα γίνει ακόμη πιο σαφής στην εκπαιδευτική κοινότητα ο στόχος των εξετάσεων και εκτιμώ ότι θα αναγνωριστεί η συμβολή τους στη βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου. Εντοπίσαμε λάθη και παρανοήσεις των μαθητών, προσπαθήσαμε να τα ερμηνεύσουμε και να προτείνουμε νέες διδακτικές προσεγγίσεις. Ενδεικτικά, ένα από τα ενδιαφέροντα σημεία που εντοπίστηκαν είναι οι γλωσσικές δυσκολίες που σχετίζονται με τις μαθηματικές έννοιες, καθώς και η ανάγκη σύνδεσης των μαθηματικών με τον πραγματικό κόσμο. Η βελτίωση, όμως, του εκπαιδευτικού έργου θα προκύψει μόνον όταν κάνουμε τους εκπαιδευτικούς κοινωνούς των αποτελεσμάτων αυτών και των προτάσεων για τις καθημερινές διδακτικές πρακτικές».
Μείωση του όγκου της ύλης και νέες μέθοδοι διδασκαλίας
Οι μαθητές του Δημοτικού πήγαν καλύτερα από τους μαθητές του Γυμνασίου τόσο στη Νεοελληνική Γλώσσα όσο και στα Μαθηματικά. Αυτό μπορεί να αποδοθεί εν μέρει στην πιο πιθανή χαλαρή αντιμετώπιση των εξετάσεων από τους μαθητές του Γυμνασίου σε σχέση με εκείνους του Δημοτικού, όμως μάλλον τα αίτια μπορούν να αναζητηθούν και στην ξαφνική αύξηση του επιπέδου δυσκολίας των μαθηματικών στο Γυμνάσιο σε σχέση με το Δημοτικό. Συγκεκριμένα, στα Μαθηματικά οι μισοί 15χρονοι μαθητές του Γυμνασίου δεν κατάφεραν να απαντήσουν σωστά στις εθνικές εξετάσεις. Καλύτερες ήταν οι επιδόσεις όλων των μαθητών στη Νεοελληνική Γλώσσα. Το πόρισμα της επιτροπής αναλύει τα αποτελέσματα και καταθέτει προτάσεις για κάθε μάθημα ξεχωριστά.
Στο Δημοτικό
Για τη Νεοελληνική Γλώσσα Δημοτικού παρατηρείται ότι «ο όγκος της ύλης και η ποικιλία των κειμενικών ειδών και των συνακόλουθων γραμματικοσυντακτικών ή και λεξιλογικών φαινομένων ανά ενότητα, δεν ευνοεί τους εκπαιδευτικούς να διαχειριστούν τον διδακτικό τους χρόνο, ώστε να εμβαθύνουν περισσότερο στην ανάλυση και επεξεργασία κατανόησης του κειμένου και να επιτύχουν την καλλιέργεια της ικανότητας διάκρισης και διαχείρισης των πληροφοριών σε μέγιστο βαθμό από τους μαθητές». Eτσι, η επιτροπή προτείνει μεταξύ άλλων μείωση της ύλης, ώστε να επιτευχθεί εμβάθυνση στη διδασκαλία των γνωστικών αντικειμένων, συχνές επαναλήψεις για εμπέδωση των γνώσεων και καλλιέργεια μεταγνωστικών δεξιοτήτων, ορθή κατανομή των θεμάτων ανά ενότητα καθώς και σπειροειδή διάταξή τους στην ύλη της ίδιας τάξης με έμφαση στα ουσιώδη για την τάξη που απευθύνεται.
Επίσης προτείνεται ένταξη και διερεύνηση επίκαιρων θεμάτων που απασχολούν τους μαθητές, το άμεσο περιβάλλον τους ή την ευρύτερη κοινότητα στο πλαίσιο της αυτονομίας του, σύγχρονες προσεγγίσεις διδασκαλίας και μάθησης (ομαδοσυνεργατική, διερευνητική μάθηση, διαφοροποιημένη διδασκαλία κ.λπ.), αξιοποίηση με συστηματικό τρόπο του εκπαιδευτικού υλικού για να προκληθεί και να οξυνθεί η κρίση του παιδιού, είτε δημιουργικές για να προκληθεί η τέρψη και η αποκλίνουσα σκέψη του.
Για τα Μαθηματικά του Δημοτικού Σχολείου η επιτροπή αναφέρει ότι, παρά τις ελλείψεις σε επιμέρους πεδία, οι μαθητές που συμμετείχαν στις εξετάσεις έχουν κατακτήσει σε σημαντικό βαθμό τους στόχους που θέτουν τα προγράμματα σπουδών. «Περίπου τέσσερις στους δέκα μαθητές δυσκολεύονται κατά την εκτέλεση πράξεων μεταξύ κλασματικών αριθμών, την ταξινόμηση κλασμάτων και τη μετατροπή κλασματικού αριθμού σε δεκαδικό», λέει ενδεικτικά το πόρισμα. Γενικά ζητείται να υποστηριχθούν οι μαθητές για να αναπτύξουν μαθηματική σκέψη και να αποκτήσουν την ικανότητα επίλυσης απλών και σύνθετων προβλημάτων.
Στο Γυμνάσιο
Για τα αποτελέσματα στη Νεοελληνική Γλώσσα Γυμνασίου η επιτροπή παρατηρεί ότι «στις ερωτήσεις κατανόησης στις οποίες οι μαθητές κλήθηκαν να ερμηνεύσουν ή να αξιολογήσουν ένα μικρό απόσπασμα μέτριας δυσκολίας ανταποκρίθηκαν ικανοποιητικά (τα ποσοστά ορθών απαντήσεων κυμαίνονται από 62% έως 69%). Ωστόσο, στις περιπτώσεις που κλήθηκαν να ερμηνεύσουν συνδυαστικά διαφορετικά σημεία του κειμένου ανταποκρίθηκε μόνο το 36%. Οι υπόλοιποι δυσκολεύτηκαν και εστίασαν μονομερώς σε επιμέρους αποσπάσματα επιλέγοντας τη μερικώς ορθή και όχι την ορθή απάντηση ή λανθασμένες απαντήσεις. Οι μισοί περίπου μαθητές δεν κατόρθωσαν να αναγνωρίσουν την κεντρική ιδέα του κειμένου, αλλά εστίασαν σε επιμέρους πληροφορίες». Στις προτάσεις της επιτροπής περιλαμβάνεται η οργάνωση εστιασμένων επιμορφώσεων εργαστηριακής μορφής στους εκπαιδευτικούς και «να πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση, σε επίπεδο διδακτικής μεθοδολογίας, στη διάκριση του επουσιώδους από το ουσιαστικό, στην αναγνώριση των δομικών στοιχείων του κειμένου, των σχέσεων μεταξύ αυτών των στοιχείων, τον τρόπο οργάνωσής του και στη διαγραμματική του απόδοση».
Στα Μαθηματικά η επιτροπή παρατηρεί ότι ένα μέρος των παιδιών (περίπου ένα στα τέσσερα) βρίσκεται κάτω από το οριακά επαρκές επίπεδο γνώσεων και δεξιοτήτων. Τα παιδιά αυτά φαίνεται να έχουν σημαντικές δυσκολίες και ίσως κινδυνεύουν να μην καταφέρουν να επανασυνδεθούν με τα σχολικά μαθηματικά αν δεν καταβληθούν μεγάλες προσπάθειες από το εκπαιδευτικό σύστημα. Γι’ αυτό η επιτροπή προτείνει να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στη διδασκαλία βασικών μαθηματικών εννοιών και να γίνουν κάποιες μετατοπίσεις στη διδακτική πρακτική (π.χ. ανάπτυξη της επιχειρηματολογίας των μαθητών στην τάξη, διερευνητικές δραστηριότητες των μαθητών).
Σύμφωνα με υψηλόβαθμα στελέχη του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής που μίλησαν στην «Κ», τα νέα προγράμματα σπουδών ενσωματώνουν σε σημαντικό βαθμό προτάσεις της επιτροπής.
Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ- Α. Λακασάς