«Ιδρυτική συνθήκη του σχολείου είναι ότι υπάρχει κάποιος που γνωρίζει (ο δάσκαλος) και κάποιος που δεν γνωρίζει (ο μαθητής) και ότι ο δεύτερος προσέρχεται στον πρώτο για να διδαχτεί και να μάθει. Η σχέση δασκάλου και μαθητή είναι εξ ορισμού άνιση και ασύμμετρη. Χωρίς αυτή τη συνθήκη σχολείο δεν υπάρχει».
Γράφτηκε πριν από 16 χρόνια και μπορεί με τα σημερινά δεδομένα να φαντάζει «παλιό», αλλά υπάρχει κάτι αμετάβλητο στην απολυτότητα της διατύπωσης. Πρόκειται για απόσπασμα από τον πρόλογο του Σταύρου Ζουμπουλάκη στο εμβληματικό, για την εκπαίδευση, βιβλίο της Νατάσα Πολονί «Τα χαμένα παιδιά μας».
Από τότε έως σήμερα μπορεί να ισχυριστούμε ότι έχουν συντελεστεί κοσμογονίες, ότι η ψηφιακή τεχνολογία έχει μετατοπίσει όχι μόνο τη μαθησιακή διαδικασία αλλά και τις σχέσεις, ότι τα κοινωνικά δεδομένα έχουν θρυμματιστεί, ανατραπεί κ.ο.κ. Εχουμε όμως να αντιπροτείνουμε κάτι άλλο στο θεμελιώδες «ο μαθητής πηγαίνει στο σχολείο για να μάθει γράμματα»; Και δεν εννοούμε ως «απάντηση» τη σοσιαλμιντιακή φουρτούνα (εν κρανίω, κυρίως). Ούτε τις επικοινωνιακές ανακοινώσεις του υπουργείου Παιδείας, προς εκτόνωση των προβλημάτων. Ή την… επιχείρηση by pass, όταν τα πράγματα στριμώχνονται, με ανάδειξη των αισιόδοξων προοπτικών και διεθνών συνεργασιών για την εκπαίδευση.
Προφανώς και είναι απαραίτητες πολιτικές που θα ανοίγουν την εκπαίδευση στα σύγχρονα μαθησιακά αλλά και κοινωνικά αιτήματα, όπως και στην αγορά εργασίας· προφανώς και είναι αναγκαίες κινήσεις που προτείνουν αντί να αναθεματίζουν και να κλώθουν διαρκώς γύρω από το πρόβλημα.
Ομως· η επιστολή του εκπαιδευτικού που παραιτήθηκε πρόσφατα από επαγγελματικό λύκειο (ΕΠΑΛ) της Κεφαλονιάς, στην οποία περιγράφει συνθήκες απόλυτης ασυδοσίας από τους μαθητές, αξίζει μια δεύτερη ανάγνωση. Ο καθηγητής αντιμετώπισε ένα καθεστώς (όχι άγνωστο – έχουν δημοσιοποιηθεί επεισόδια σε ΕΠΑΛ και στο παρελθόν) από μαθητές που ήθελαν να επιβάλουν τον τσαμπουκά τους στον «πρωτάρη» διδάσκοντα. «Μπες, κάτσε, βούλωσ’ το, μη βάζεις απουσίες και μην τολμήσεις να κόψεις κανέναν», του είπαν, όπως αναφέρει.
Ο κυρίαρχος κυνισμός, πολιτείας και κοινωνίας, έχει πολλά πλοκάμια. Οπως και οι αλλεπάλληλες στρώσεις βίας, τηλεοπτικής ανοησίας, σοσιαλμιντιακής τιποτολογίας, απέραντης, εν γένει, κενολογίας, που επιτείνει τα πολλά αδιέξοδα αντί να καθησυχάζει, να θεραπεύει. Και κάτι ακόμη, καίριο, δήλωσε ο καθηγητής στην «Κ», ενισχύοντας τα προαναφερόμενα:
«Το πρόβλημα στην εκπαίδευση εμπεριέχει ζητήματα αυτοεκτίμησης. Ενας ματαιωμένος εκπαιδευτικός με δεμένα χέρια, που φοβάται, δεν μπορεί να εμπνεύσει, αυτομάτως δηλαδή παύει να είναι δάσκαλος. Το ίδιο ισχύει και στα παιδιά. Τέτοιες συμπεριφορές σαν αυτές που περιέγραψα υποδηλώνουν χαμηλή αυτοεκτίμηση, ματαίωση».
Πώς αντιμετωπίζεται, άραγε, η ματαίωση; Με «διερεύνηση της υπόθεσης», όπως ζήτησε το υπουργείο Παιδείας;
Με 360 νέα προγράμματα σπουδών, «που θα αναμορφώσουν το περιεχόμενο της επαγγελματικής εκπαίδευσης» από το 2023; Με 19 νέα Πρότυπα Επαγγελματικά Λύκεια (ΠΕΠΑΛ), που θα δημιουργηθούν, από το επόμενο σχολικό έτος; Ενα Π μπορεί να κάνει τη διαφορά;
Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ– Μ. Κατσουνάκη