Η δικαστική περιπέτεια και το νέο μοντέλο που εξετάζει το υπουργείο Παιδείας
Ενα ουδετερόθρησκο μάθημα θα κάνουν όσοι μαθητές θα παίρνουν απαλλαγή από τα Θρησκευτικά. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», τις περισσότερες πιθανότητες συγκεντρώνει η Ιστορία των Θρησκειών έναντι της Φιλοσοφικής Ηθικής και της Θρησκειολογίας. Βέβαια, η θεσμοθέτηση νέου μαθήματος αναμένεται να αυξήσει τις αιτήσεις για απαλλαγή από γονείς μαθητών, οι οποίες σήμερα είναι γύρω στις 10.500 ετησίως. Μάλιστα, ήδη έχει κατατεθεί προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας για τους ισχύοντες όρους χορήγησης της απαλλαγής, καθώς θεωρούνται περιοριστικοί. Από την απόφαση του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων θα κριθεί και ποιες ειδικότητες εκπαιδευτικών θα μπορούν να διδάξουν το νέο μάθημα, και έτσι εξηγούνται και οι διαγκωνισμοί των αντίστοιχων πανεπιστημιακών τμημάτων. Θα πρόκειται για την έβδομη, μεταπολιτευτικά, αλλαγή στη θρησκευτική εκπαίδευση, που αποτελεί πεδίο ιδεολογικοπολιτικών μαχών.
«Αλλο πράγμα η εκπαίδευση, άλλο οι δυνάμεις που επεμβαίνουν στην εκπαίδευση», ανέφερε, μιλώντας στην «Κ» για το θέμα, ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ), Γιάννης Αντωνίου. «Το μάθημα των Θρησκευτικών στο δημόσιο σχολείο βρίσκεται μεταξύ δύο αντίθετων τάσεων. Να εξέλθει από το παραδοσιακό και στενά ομολογιακό του πλαίσιο σε ένα γόνιμο διάλογο με τη θρησκευτική ετερότητα και πολυφωνία ή να παραμείνει σε μια κλειστή μονοφωνία ως η επίσημη διδασκαλία του ορθόδοξου δόγματος στο σχολείο», παρατηρεί ο Σταύρος Γιαγκάζογλου, αναπληρωτής καθηγητής του Τμήματος Θεολογίας του ΕΚΠΑ, επί σειράν ετών στέλεχος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και του διαδόχου του ΙΕΠ, και εκ των πρωτεργατών της σημαντικής μεταρρύθμισης στο μάθημα που ξεκίνησε το 2009.
Ειδικότερα, οι κατά καιρούς γνωμοδοτήσεις των ανεξάρτητων αρχών μέχρι και την πλέον πρόσφατη (2/2022 της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα – ΑΠΔΠΧ), σταθερά έτειναν υπέρ των γενικευμένων απαλλαγών για λόγους συνείδησης και ελευθερίας, αλλά και οι νέες εκπαιδευτικές συνθήκες και οι ραγδαίες κοινωνικές αλλαγές οδήγησαν το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και το ΙΕΠ στην απόφαση για αλλαγή προγραμμάτων σπουδών το 2010. Μετά την κατάρτισή τους, τα προγράμματα αυτά στη σύντομη εφαρμογή τους το 2017-2019, θεωρείται –από την πλειονότητα των θεολόγων και στελεχών που πέρασαν από το υπουργείο Παιδείας– πως πραγματοποίησαν ένα πρωτόγνωρο διαλογικό άνοιγμα του μαθήματος προς τη θρησκευτική ετερότητα.
Οι αντιδράσεις
Η συμπερίληψη θρησκειολογικών αναφορών ωστόσο και ο νέος παιδαγωγικά τρόπος διδασκαλίας συνάντησαν την έντονη αντίθεση εκκλησιαστικών παραγόντων, θεολόγων και πιστών, οι οποίοι προσέφυγαν στο ΣτΕ, ζητώντας την ακύρωση των προγραμμάτων. Και αυτό παρότι η Εκκλησία της Ελλάδος είχε κάνει διάλογο με το υπουργείο και είχε συναινέσει στα νέα προγράμματα.
Το ΣτΕ δικαίωσε τις προσφυγές τους (απ. 1749-1752/2019) και ως λύση μεταξύ ομολογιακού μαθήματος και απαλλαγών, για πρώτη φορά πρότεινε ισότιμο και συναφές μάθημα. Οπως δήλωσε στην «Κ» ο γενικός γραμματέας Θρησκευμάτων, Γεώργιος Καλαντζής, «το ΣτΕ είπε ότι η συνταγματική βάση του μαθήματος των Θρησκευτικών δεν είναι το άρθρο 3 του Συντάγματος περί επικρατούσας θρησκείας αλλά το άρθρο 16 παρ. 2 περί ανάπτυξης εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης. Το ΣτΕ λέει ότι το ερώτημα ποια είναι αυτή η θρησκευτική συνείδηση, απαντάται όπως απαντάται και το ποια είναι η εθνική συνείδηση, δηλαδή από το ίδιο το Σύνταγμα. Ετσι, η εθνική συνείδηση είναι η ελληνική εθνική συνείδηση και η θρησκευτική συνείδηση είναι εκείνη που αφορά τη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού που είναι χριστιανοί ορθόδοξοι. Το ΣτΕ διευκρινίζει ότι το ομολογιακό μάθημα είναι διαφορετικό από το κατηχητικό μάθημα, που επιδιώκει την ενστάλαξη πίστης και όχι γνώσης». Ο ίδιος τονίζει με νόημα για τη στάση των κομμάτων επί του θέματος ότι «διαφεύγει την προσοχή πολλών ότι, για πρώτη φορά, το ΣτΕ θεμελίωσε τις αποφάσεις του όχι μόνο στο Σύνταγμα, αλλά στη συστηματική ερμηνεία του Συντάγματος σε σχέση με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου». «Στις αποφάσεις του ΣτΕ υφέρπει ο έλεγχος της εθνικής συνείδησης. Κάτι που γίνεται από τον νομοθέτη και όχι τον δικαστή», παρατήρησε ο πολιτικός και συνταγματολόγος Ευάγγελος Βενιζέλος, μιλώντας πρόσφατα σε εκδήλωση.
Καθώς το ΣτΕ ζήτησε τη θεσμοθέτηση νέου μαθήματος για τους μαθητές που θα απαλλαγούν από τα Θρησκευτικά, το υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων οφείλει να βρει λύση μέχρι το τέλος της σχολικής χρονιάς, τον Ιούνιο, ώστε να συνταχθεί το πρόγραμμα του νέου μαθήματος και να γίνει ο προγραμματισμός των εκπαιδευτικών που θα το διδάξουν. Φυσικά το νέο μάθημα θα διδάσκεται τόσες ώρες όσες διδάσκονται σήμερα τα Θρησκευτικά.
Τα σενάρια που εξετάζονται για τον τύπο του μαθήματος είναι ουδετερόθρησκο (π.χ. φιλοσοφικής ηθικής) ή απολύτως θρησκειολογικό μάθημα.
Τον Ιούνιο θα αποφασιστεί η μορφή του εναλλακτικού μαθήματος, με την Ιστορία Θρησκειών να συγκεντρώνει τις περισσότερες πιθανότητες.
Αίτημα
Οπως τόνισε ο σύμβουλος Εκπαίδευσης Θεολόγων στην Κρήτη, Γεώργιος Στριλιγκάς, τυπικά παρέχεται δυνατότητα για θεσμοθέτηση ετερόθρησκου μαθήματος ή άλλων παράλληλων ομολογιακών πολλαπλών μαθημάτων (π.χ. ισλαμικό, ινδουιστικό κ.λπ.), τα οποία θα συγκεντρώνουν όσους δεν επιθυμούν μια στενή ορθόδοξη ομολογιακή διδασκαλία. Σχετικό αίτημα, άλλωστε, έχει, σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», υποβληθεί κατά το πρόσφατο παρελθόν στην Κρήτη από μουσουλμάνους.
Οπως τονίζουν στην «Κ» εκπαιδευτικοί, οι συνέπειες της απόφασης του ΣτΕ δημιουργούν νέα και πρωτόγνωρα δεδομένα στο ελληνικό σχολείο. «Αραγε, τι θα επιλέξει ένας έφηβος μαθητής στο δημόσιο σχολείο; Ενα μάθημα που από τη φύση και τον σκοπό του είναι κλειστό, μονο-ομολογιακό και τείνει διαρκώς προς την κατήχηση ή ένα μάθημα θρησκειολογικό, ανοικτό και διαλεκτικό που συμπεριλαμβάνει τα μεγάλα θρησκεύματα του σύγχρονου κόσμου ή ένα μάθημα εκκοσμικευμένης φιλοσοφικής ηθικής;» ρωτάει σκωπτικά ο κ. Γιαγκάζογλου. «Θα φτάσουμε σε δύσκολες καταστάσεις και θα οδηγηθούμε το μάθημα να γίνει προαιρετικό», τόνισε, μιλώντας στην «Κ» ο μητροπολίτης Μεσσηνίας και καθηγητής Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Χρυσόστομος.
Για τον λόγο αυτό θεωρείται ότι με τις αποφάσεις του ΣτΕ δεν «ηττήθηκαν» μόνον όσοι έχοντας χάσει την προοπτική κατάργησης των Θρησκευτικών επέλεξαν να επιδιώξουν τον ίδιο στόχο με έμμεσο τρόπο, ζητώντας από το ΣτΕ να μετατρέψει το μάθημα από υποχρεωτικό σε προαιρετικό μέσω της δυνατότητας απαλλαγής όλων των μαθητών από αυτό. «Ηττημένη» θεωρείται και η Εκκλησία, καθώς το ΣτΕ στις αποφάσεις του δεν έλαβε καθόλου υπόψη τις αποφάσεις της Ιεραρχίας ότι δεν είχε καμία δογματικού χαρακτήρα ένσταση με τα προγράμματα των Θρησκευτικών που τέθηκαν σε ισχύ το 2018.
«Πρακτικά δεν κάνουν τίποτε». Αυτή είναι η απάντηση στην «Κ» έμπειρου θεολόγου σχετικά με το τι κάνουν τώρα στο σχολείο όσοι μαθητές έχουν απαλλαγή από τα Θρησκευτικά. «Εάν δεν παραμένουν στο προαύλιο την ώρα των Θρησκευτικών, μπορεί να παρακολουθούν το μάθημα σε κάποιο άλλο τμήμα», προσθέτει ο ίδιος.
Ποιοι θα το διδάσκουν;
Πονοκέφαλο δεν αποτελεί μόνον η απόφαση για το μάθημα που θα κάνουν όσοι μαθητές στο εξής θα παίρνουν απαλλαγή, στην περίπτωση φυσικά που είναι ικανός αριθμός (κάτι που πρέπει να οριστεί, μάλλον κατ’ αναλογία της απόφασης για τη δημιουργία τμημάτων Γαλλικών ή Γερμανικών). Δύσκολη είναι και η εύρεση αιθουσών, αλλά και του προσωπικού. Μάλιστα, από τη φύση του μαθήματος που θα επιλεγεί, εξαρτάται ποιες ειδικότητες εκπαιδευτικών θα το διδάσκουν. «Προηγούνται οι θεολόγοι», ανέφερε στην «Κ» υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου Παιδείας. Αλλωστε, πρόκειται για ειδικότητα που μαστίζεται από υψηλή ανεργία. Δικαίωμα μπορούν να κατοχυρώσουν και Τμήματα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας.
Η Ενωση Αθέων, όπως δήλωσε στην «Κ» η πρόεδρός της Σίλη Κοϊτσάνου, έχει συγκεκριμένη πρόταση για το εναλλακτικό μάθημα. «Καθώς θα απευθύνεται σε όσους δεν θέλουν να στηρίζουν τη διαμόρφωση της κοσμοθεώρησής τους και της ηθικής τους σε υιοθέτηση του υπερφυσικού, αλλά σε επίγνωση αντικειμενική των όσων έχουν προηγηθεί και διαμορφώσει τα ανθρώπινα πιστεύω και θεωρίες, το εναλλακτικό μάθημα θα πρέπει να διατρέχει και να συναποτελείται από: γνώσεις ανθρωπολογίας, αρχαιολογίας, ιστορίας, θρησκειολογίας, κοινωνιολογίας, φιλοσοφίας», αναφέρει η πρόταση της Ενωσης.
Από την άλλη, η Ενωση Αθέων έχει καταθέσει προσφυγή στο ΣτΕ κατά της υπουργικής απόφασης για τους όρους χορήγησης απαλλαγής από τα Θρησκευτικά, υποστηρίζοντας ότι είναι αντισυνταγματικό να ζητείται από τον γονιό/κηδεμόνα του παιδιού να ζητάει απαλλαγή για λόγους θρησκευτικής συνείδησης. Με το ισχύον πλαίσιο, μόνον οι μαθητές οι οποίοι δεν είναι χριστιανοί ορθόδοξοι (δηλαδή, αλλόθρησκοι, ετερόδοξοι, άθρησκοι, άθεοι, αγνωστικιστές) μπορούν να απαλλαγούν από την υποχρέωση παρακολούθησης του μαθήματος των Θρησκευτικών.
Πώς ορίζει το υπουργείο Παιδείας τους σκοπούς της διδασκαλίας
«Το μάθημα των Θρησκευτικών συμβάλλει στη διαμόρφωση ελεύθερων, υπεύθυνων και κριτικά σκεπτόμενων πολιτών και στην προετοιμασία των μαθητών για τον δημόσιο χώρο με τέτοιον τρόπο, ώστε να αναδεικνύουν ως πολίτες του κόσμου τις οικουμενικές αρχές και αξίες μέσα από την οπτική της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης». Αυτός είναι ένας εκ των στόχων όπως ορίζονται στην υπουργική απόφαση για το αναθεωρημένο πρόγραμμα σπουδών των Θρησκευτικών, το οποίο θα διδάσκεται πιλοτικά από τον προσεχή Σεπτέμβριο και το σχολικό έτος 2022-2023 σε Πρότυπα και Πειραματικά Γυμνάσια.
Ενας άλλος στόχος του μαθήματος είναι «η ανάπτυξη της θρησκευτικής συνείδησης των μαθητών, μέσω της ανάλυσης και εμπέδωσης της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης, με τέτοιον τρόπο ώστε να μη διακυβεύεται σε καμία περίπτωση η ελεύθερη διάπλαση της προσωπικότητάς τους», αλλά και «η ολόπλευρη, αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχοσωματικών δυνάμεων των μαθητών, ώστε να έχουν τη δυνατότητα να εξελιχθούν σε ολοκληρωμένες προσωπικότητες, να μπορούν να ζήσουν δημιουργικά, με αγάπη προς τον άνθρωπο, τη ζωή και τη φύση, και να διακατέχονται από πίστη προς την πατρίδα και τα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης, η οποία αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο της σύγχρονης ελληνικής και ευρωπαϊκής παιδείας».
Οι βασικοί άξονες του προγράμματος σπουδών για τις τρεις τάξεις του γυμνασίου ταυτίζονται, όπως λέει η υπουργική απόφαση, με ερωτήματα που καθορίζουν τη σύγχρονη θρησκευτική εκπαίδευση στην Ελλάδα και αφορούν τον άνθρωπο-πολίτη: i) Τι σημαίνει να είναι ορθόδοξος χριστιανός και πώς η επιλογή αυτή διαμορφώνει τη ζωή του;
ii) Ποιο είναι το πολιτισμικό πλαίσιο και πώς η ορθόδοξη χριστιανική ταυτότητα επηρεάζει τις θέσεις του στην ευρύτερη κοινωνία; iii) Πώς διαμορφώνεται η λειτουργία του ως πολίτη του κράτους, της Ευρώπης και ολόκληρου του κόσμου χάρη σε αυτή την ορθόδοξη χριστιανική ταυτότητα;
Οι επιμέρους θεματικές του προγράμματος σπουδών είναι, στην Α΄ Γυμνασίου, ο Θεός, η Δημιουργία – Πτώση, οι Ανθρωποι του Θεού (προφήτες – άγιοι), η Ενανθρώπηση – Χριστός. Στη Β΄ Γυμνασίου είναι η Εκκλησία – Λατρεία – Αγία Γραφή, η Βασιλεία του Θεού και η χριστιανική ζωή, ενώ στη Γ΄ Γυμνασίου η Θρησκεία/-ες – Κοσμοθεωρίες.
Μεταξύ των ειδικών στόχων του μαθήματος ορίζονται «οι μαθητές να συνειδητοποιήσουν ότι ο Θεός δεν είναι μια απρόσωπη ιδέα, αλλά Πρόσωπο, που σχετίζεται με τα δημιουργήματά του και οικονομεί για τη σωτηρία τους», «να εκτιμήσουν μέσω της παρουσίας και της δράσης της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην ελληνική ιστορία τη σημασία που έχει το διαμορφωμένο και ζωντανό συλλογικό θρησκευτικό βίωμα ως στοιχείο της σύγχρονης ελληνικής και ευρωπαϊκής παιδείας», «να ανακαλύψουν τις αξίες του χριστιανισμού ως πρόταση προσανατολισμού της ζωής και δράσης στον δημόσιο χώρο και όραμα μεταμόρφωσης του παρόντα κόσμου», και «να γνωρίσουν την ιστορική ίδρυση και εξέλιξη του χριστιανικού κόσμου της Δύσης και των σύγχρονων μεγάλων θρησκευμάτων».