Αργά ή γρήγορα, θα γινόταν αυτό», λέει στην «Κ» ο κ. ∆ιοµήδης Σπινέλλης, καθηγητής στο Τµήµα ∆ιοικητικής Επιστήµης και Τεχνολογίας του Οικονοµικού Πανεπιστηµίου Αθηνών. Είχε στα χέρια του το πρώτο κρούσμα πτυχιακής εργασίας φοιτητή, ο οποίος για να τη συντάξει βασίστηκε σε μεγάλο μέρος σε κείμενα του λογισμικού ChatGPT. Δηλαδή το ρομπότ που έχει εφοδιαστεί με πληροφορίες μέσω Διαδικτύου και όταν το ρωτάμε κάτι, προσπαθεί να δημιουργήσει απαντήσεις με βάση όσα έχει μάθει. Ας μην απορούμε. Το ChatGPT, η εφαρμογή τεχνητής νοημοσύνης που τάραξε τα νερά από τον περασμένο Δεκέμβριο, σε πολύ σύντομο διάστημα έδειξε ότι θα «επιβάλει» νέους όρους στην πανεπιστημιακή διδασκαλία, τις ερευνητικές εργασίες και τις εξετάσεις. Η ταχύτητα εξάπλωσής του πλέον δεν ξαφνιάζει.
«Βρισκόμαστε στο στάδιο του μαθήματος κατά το οποίο λαμβάνω τα πρώτα σχέδια πτυχιακών εργασιών από τους φοιτητές, ώστε να τους δώσω τα πρώτα μου σχόλια. Στο κείμενο που πήρα από τον συγκεκριμένο φοιτητή παρατήρησα χαρακτηριστικά που δεν εντοπίζονται συνήθως στα κείμενα των φοιτητών. Ας πούμε ήταν πολύ καλογραμμένο, χωρίς συντακτικά και γραμματικά λάθη. Την ίδια στιγμή, βέβαια, ήταν γενικόλογο, κάλυπτε σε εύρος το θέμα, αλλά όχι σε βάθος», τονίζει ο κ. Σπινέλλης. «Σκεφτείτε πως αυτό που πήρα από τον φοιτητή ήταν σαν ένα κείμενο το οποίο έχει συνταχθεί στα αγγλικά από κάποιον Ελληνα που δεν έχει τα αγγλικά μητρική γλώσσα», προσθέτει. Ευρύτερα άλλωστε όλα τα κείμενα που συντάσσονται από το ChatGPT έχουν παρόμοια χαρακτηριστικά με αυτά που διέκρινε ο κ. Σπινέλλης στο σχέδιο της φοιτητικής εργασίας που πήρε. Βέβαια, οι τεχνολογικές εξελίξεις έχουν προσφέρει το αντίδοτο. Ηδη υπάρχουν εφαρμογές που μπορούν να ανιχνεύσουν ένα κείμενο το οποίο έχει συνταχθεί με τη συνδρομή του ChatGPT. Μεταξύ αυτών είναι το GPTZero, ένα λογισμικό ανίχνευσης που έχει φτιάξει η ίδια η εταιρεία που κυκλοφόρησε το ChatGPT, ενώ δική της εφαρμογή ελέγχου έχει αναπτύξει η εταιρεία του Turnitin, του πιο διαδεδομένου λογισμικού εντοπισμού της λογοκλοπής.
Ο κ. Σπινέλλης ζήτησε από τον φοιτητή να τεκμηριώσει με δημοσιευμένη βιβλιογραφία τα σημεία που «πήρε» για την εργασία του μέσω ChatGPT. Παράλληλα του ζήτησε να προσθέσει ένα παράρτημα το οποίο να περιέχει αριθμημένα όλες τις προτροπές του προς την εφαρμογή και τις απαντήσεις που έλαβε από την εφαρμογή, και να προσθέσει μια ενότητα που να περιγράφει ποσοτικά και ποιοτικά πώς χρησιμοποίησε το ChatGPT, τους κινδύνους που αυτό συνεπάγεται, καθώς και τα συγκεκριμένα μέτρα που έλαβε για να αντισταθμίσει αυτούς τους κινδύνους.
«Να προσθέσεις μια ενότητα στο τέλος της εργασίας στην οποία να αναλύεις τι αξία έχεις προσθέσει εσύ σε σχέση με την εφαρμογή και σε ποια συγκεκριμένα σημεία χρειάστηκε η δική σου επέμβαση για να διορθώσεις ή να κατευθύνεις κατάλληλα το ChatGPT, με συγκεκριμένα παραδείγματα», ήταν η τελική οδηγία του καθηγητή.
Οι παρατηρήσεις του κ. Σπινέλλη, που δεν ήταν κατηγορηματικά απορριπτικές, απηχούν την άποψη πολλών πανεπιστημιακών που τονίζουν ότι το ChatGPT πρέπει να αξιοποιηθεί ως εργαλείο μάθησης και όχι απλώς να απαγορευθεί από τα ΑΕΙ.
«Το ChatGPT μπορεί να φωτίσει στον φοιτητή μια επιστημονική πλευρά που δεν την είχε σκεφθεί. Και εμείς ως δάσκαλοι πρέπει να προβληματιστούμε εάν έχουμε να προσθέσουμε κάτι στις απαντήσεις μέσω ChatGPT, ποιος είναι ο ρόλος μας», παρατηρεί στην «Κ» ο επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού στο Πάντειο, Κώστας Καρπούζης. «Πρέπει να εκπαιδευτούμε εμείς οι ίδιοι να αξιοποιούμε διδακτικά το ChatGPT και να εκπαιδεύσουμε αντίστοιχα τους φοιτητές μας. Ας πούμε εάν ο φοιτητής μάθει να θέτει καλύτερες ερωτήσεις στο λογισμικό, θα πάρει καλύτερα αποτελέσματα. Και είναι σίγουρο ότι θα μάθει να αναζητά τις πληροφορίες και να αξιοποιεί τις βιβλιογραφικές πηγές με καλύτερο τρόπο», προσθέτει ο ίδιος.
Οι παροικούντες την πανεπιστημιακή Ιερουσαλήμ θεωρούν βέβαιο ότι θα υπάρξουν πανεπιστημιακοί που θα λειτουργήσουν «φοβικά» έναντι του ChatGPT και θα το απορρίψουν, επιλέγοντας να μηδενίσουν τους φοιτητές που θα το χρησιμοποιήσουν. Αλλά χαρακτηριστική είναι η παρούσα αμηχανία. Παρότι το θέμα είναι υπαρκτό, στα ελληνικά πανεπιστήμια έχουν γίνει μόνο άτυπες συζητήσεις. «Πολλοί δεν γνωρίζουν τι να κάνουν. Χρειάζεται δουλειά από όλους. Τα μεγάλα γλωσσικά εργαλεία είναι χρήσιμα, και είναι βέβαιο ότι θα παραχθούν και άλλα. Πρέπει να κάνουμε καλύτερη χρήση της παγκόσμιας σοφίας», δήλωσε στην «Κ» ο κ. Ιωάννης Πήτας, καθηγητής Πληροφορικής στο ΑΠΘ.
Οπως ανέφερε στην «Κ» η καθηγήτρια του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, Ζωή Γαβριηλίδου, και συντονίστρια του δικτύου Κέντρων Υποστήριξης Διδασκαλίας και Μάθησης (ΚεΔιΜΑ) των ελληνικών ΑΕΙ, το δίκτυο ετοιμάζει οδηγό με συστάσεις και οδηγίες για φοιτητές και διδακτικό προσωπικό, ενώ θα εισηγηθεί στη Σύνοδο Πρυτάνεων ένα κείμενο αρχών για όλα τα ΑΕΙ.
Βασικός κανόνας είναι κάθε πανεπιστημιακός να δηλώσει εάν θα κάνει δεκτή τη χρήση του ChatGPT σε εργασίες, παρουσιάσεις ή θα απορρίψει τον φοιτητή. Την ίδια στιγμή, το ΑΕΙ πρέπει να θέσει ένα ευρύτερο πλαίσιο για το «επίμαχο» λογισμικό.
Ωστόσο, η επικρατούσα γραμμή στην εισήγηση του δικτύου Κέντρων Υποστήριξης Διδασκαλίας και Μάθησης είναι ότι δεν μπορούμε να το απαγορεύσουμε, όμως πρέπει να εκπαιδεύσουμε α) το διδακτικό προσωπικό ώστε να το αξιοποιήσει παιδαγωγικά και β) τους φοιτητές ώστε να προβαίνουν στη χρήση του σύμφωνα με τις αρχές της ηθικής δεοντολογίας.
«Ο στόχος είναι οι καθηγητές να μάθουν πώς να ανιχνεύουν τα κείμενα για τα οποία έχει χρησιμοποιηθεί το ChatGPT, να εκπαιδευτούν πώς να διδάσκουν τους φοιτητές τους στη χρήση του ChatGPT, καθώς και πώς θα το αξιοποιούν οι ίδιοι. Οι φοιτητές πρέπει να εκπαιδευτούν να μην αξιοποιούν το ChatGPT ως μέσο αντιγραφής για έναν εύκολο βαθμό, αλλά κριτικά», σημειώνει η κ. Γαβριηλίδου.
Το πλαίσιο αρχών μπορεί να τεθεί άριστα, αλλά έχει παρατηρηθεί ουκ ολίγες φορές στα ελληνικά ΑΕΙ οι κανόνες στην πράξη να μην εφαρμόζονται. Για παράδειγμα, ερώτημα είναι εάν ο μέσος φοιτητής ενός ελληνικού ΑΕΙ έχει το γνωσιακό υπόβαθρο από το σχολείο για να αξιοποιήσει κριτικά το ChatGPT. Και πώς μπορεί αυτό να γίνει σε ένα μαζικό πανεπιστήμιο, που οι αντιγραφές είναι παράδοση και δεν λείπουν τα φαινόμενα αγοράς πτυχιακών;
Επίσης, ποιος υπολογίζει την επιπλέον δουλειά που θα κληθούν να κάνουν οι πανεπιστημιακοί; Οπως τονίζει ο κ. Πήτας, «τώρα για να αξιολογηθεί μια εργασία, ένα φοιτητικό γραπτό χρειάζονται περίπου 15 λεπτά. Μετά το ChatGPT χρειάζεται έλεγχος και όλη η διαδικασία της αξιολόγησης ξεπερνά τη μία ώρα. Οσο για εκείνους που λένε πως οι εξετάσεις μπορούν να γίνουν προφορικά για να μην αντιγράφουν οι φοιτητές, είναι πολύ δύσκολο σε ένα μαζικό πανεπιστήμιο».
Δύο γραμμές αντιμετώπισης από τα ιδρύματα του εξωτερικού
Από την πλήρη απαγόρευση έως την παρότρυνση για «εποικοδομητική» χρήση κινούνται τα ξένα πανεπιστήμια ως προς την αντιμετώπιση των φοιτητών που κάνουν χρήση του ChatGPT σε γραπτές εργασίες τους. «Τα μεγάλα πανεπιστήμια, ειδικά στις ΗΠΑ και τη Βρετανία, έχουν από καιρό εντοπίσει το ζήτημα που έχει ήδη προκύψει σχετικά με την αξιολόγηση των γραπτών εργασιών: είναι πλέον πολύ εύκολο για τους φοιτητές να κάνουν τη “βιβλιογραφική επισκόπηση” για μια εργασία με λίγα prompts σε κάποια έκδοση του ChatGPT ή ακόμη και να το χρησιμοποιήσουν για να παραγάγουν μερικές παραγράφους, υποστηρίζοντας συγκεκριμένες απόψεις ή παραθέτοντας περιληπτικά τις βασικές αρχές τους. Μάλιστα, με δεδομένη την καλή απόδοση των παραγωγικών μηχανών στα κείμενα που είναι γραμμένα στα αγγλικά, είναι λογικό ότι τα αγγλόφωνα πανεπιστήμια είναι αυτά που πλήττονται περισσότερο», δήλωσε στην «Κ» ο επίκουρος καθηγητής στο τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού στο Πάντειο, Κώστας Καρπούζης.
Ως προς τους τρόπους αντιμετώπισης του θέματος, προς το παρόν διακρίνονται δύο «γραμμές. Ενδεικτικά, η Οξφόρδη και το Κέμπριτζ, καθώς και άλλα έξι δημόσια ΑΕΙ στη Βρετανία τα οποία ανήκουν στο Russell Group (συμπεριλαμβανομένων των Μπρίστολ, Μάντσεστερ και Εδιμβούργου), απαγορεύουν ρητά τη χρήση τεχνικών μέσων για τη συγγραφή μιας εργασίας, χωρίς ωστόσο να αναφέρουν λεπτομέρειες σχετικά με την έκταση της «βοήθειας» ή το αν οι φοιτητές μπορούν να ξεκινήσουν από ένα παραχθέν κείμενο και να το τροποποιήσουν.
Αντίθετα, το UCL φαίνεται ότι ενθαρρύνει τους φοιτητές στο να πειραματιστούν με την παραγωγική τεχνητή νοημοσύνη και να εξερευνήσουν τα όρια και τους πειραματισμούς της. Ζητούν πάντως από τους φοιτητές να αναφέρουν ρητά το πώς και σε ποια έκταση χρησιμοποίησαν τεχνικά παραχθέν κείμενο, να περιγράψουν τα prompts που χρησιμοποίησαν και να αναφέρουν την τεχνολογία που αξιοποίησαν στις βιβλιογραφικές πηγές της εργασίας τους. Παρόμοια είναι και η στάση ιστορικών πανεπιστημίων στις ΗΠΑ, με το Στάνφορντ να θεωρεί τη βοήθεια από το ChatGPT σαν κάτι αντίστοιχο με τη βοήθεια ενός άλλου ανθρώπου (π.χ. ενός συμφοιτητή ή ενός φροντιστή), παρακινώντας τους φοιτητές να αναφέρουν τη λήψη μιας τέτοιας υποστήριξης. Από την πλευρά του το MIT προτείνει τη χρήση του στην εκκίνηση μιας εργασίας, ώστε να δημιουργηθεί ένα γενικό περίγραμμα του κειμένου που θα συμπληρώσει ή θα επεκτείνει στη συνέχεια ο φοιτητής, ή στην έκφραση της στάσης του φοιτητή απέναντι σε ένα γεγονός ή μια έννοια.
Ο κ. Καρπούζης αναφέρει μάλιστα ότι δύο καθηγητές του MIT, ο Εντουαρντ Σκιάπα, καθηγητής Ρητορικής, και ο Νικ Μονφόρ, καθηγητής Ψηφιακών Μέσων, έχουν γράψει ένα αναλυτικό κείμενο προς τους συναδέλφους τους, προτείνοντας διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους μπορούν να αντιμετωπίσουν την καινούργια τεχνολογία και εξηγώντας τις βασικές αρχές με τις οποίες λειτουργεί. Αλλωστε, όπως αναφέρει και ο Νάντι Οπενχάιμερ, καθηγητής Ψυχολογίας και Επιστήμης των Αποφάσεων στο Carnegie Melon, «το ChatGPT μπορεί να κάνει λίγο πιο εύκολη την αντιγραφή για τους φοιτητές, αλλά οι καλύτερες στρατηγικές αντιμετώπισης της ακαδημαϊκής απάτης ποτέ δεν περιλάμβαναν την απαγόρευση και την επιβολή».
Πηγή: Η Καθημερινή