Επιλογή Σελίδας

Τα κορυφαία πανεπιστήμια των ΗΠΑ έχουν εδώ και αιώνες φιλοξενήσει για σπουδές παιδιά από τις πλουσιότερες οικογένειες του κόσμου: στα πανεπιστήμια της Ivy League (αμερικανική ακαδημαϊκή ένωση αποτελούμενη από τα οκτώ κορυφαία πανεπιστήμια), ο ένας στους έξι φοιτητές έχει γονείς που ως προς το εισόδημα ανήκουν στο 1% της κοινωνίας.

Μια μεγάλη έρευνα του Opportunity Insights, μιας ομάδας οικονομολόγων που έχει έδρα στο Χάρβαρντ και μελετά την ανισότητα, δείχνει ότι αυτό δεν συμβαίνει μόνο επειδή τα εν λόγω παιδιά είχαν καλύτερες επιδόσεις στο λύκειο ή παρακολούθησαν δυσκολότερα μαθήματα στο σχολείο.

Το λεγόμενο SAT (Scholastic Assessment Test) είναι το παγκόσμιο τεστ κατάταξης για τα αμερικανικά πανεπιστήμια όπου (συνήθως) μαθητές λυκείου διαγωνίζονται στα ίδια θέματα και οι τελικοί βαθμοί τους συμπεριλαμβάνονται στον φάκελο των αιτήσεών τους στα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. H έρευνα έδειξε πως, παρά το γεγονός ότι τα παιδιά που προέρχονται από την οικονομική ελίτ συγκεντρώνουν κατά μέσον όρο αρκετά περισσότερους βαθμούς στο SAT, υπάρχει και μία επιπλέον πριμοδότηση που αφορά αποκλειστικά την ταξική προέλευσή τους. Τα παιδιά που οι γονείς τους ανήκουν στο 0,1% του πληθυσμού φαίνεται πως έχουν σχεδόν διπλάσιες πιθανότητες να γίνουν δεκτά σε κάποιο από τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Ivy League σε σχέση με άλλα.

Η ανάλυση βασίζεται σε ομοσπονδιακά αρχεία ιστορικού φοίτησης σε συνδυασμό με τα φορολογικά στοιχεία των γονέων σχεδόν όλων των φοιτητών από το 1999 έως το 2015, επικεντρώνεται στα 8 πανεπιστήμια της Ivy League αλλά και σε στοιχεία από το Ντιουκ, το Στάνφορντ, το ΜΙΤ και το Πανεπιστήμιο του Σικάγου, παρέχοντας εντυπωσιακά νέα στοιχεία για τον εσωτερικό τρόπο λειτουργίας του συστήματος επιλογής των υποψήφιων φοιτητών. Δείχνει πως πραγματικά υπήρξε προτίμηση για τους φοιτητές που οι οικογένειές τους κερδίζουν πάνω από 611.000 δολάρια τον χρόνο. Κι έρχεται σε μια εποχή που το Ανώτατο Δικαστήριο κήρυξε την επιλογή φοιτητών με βάση φυλετικά κριτήρια ως αντισυνταγματική – αν και ο αριθμός των λευκών παραμένει εντυπωσιακά μεγαλύτερος.

Οικογένειες επιρροής

«Τα πανεπιστήμια αυτά διαλέγουν άραγε παιδιά από πλούσιες οικογένειες που ασκούν επιρροή με σκοπό να διοχετεύσουν την ισχύ τους και στις επόμενες γενιές;» διερωτάται ο επικεφαλής της Opportunity Insights, Ρατζ Τσετί. Λιγότερο από το 1% των Αμερικανών σπουδάζει στα 12 κορυφαία πανεπιστήμια, όμως η επιρροή τους στην κοινωνία είναι εντυπωσιακά μεγαλύτερη: το ένα τέταρτο των γερουσιαστών και το 13% των ανθρώπων που ανήκουν στο 0,1% των μεγαλύτερων εισοδημάτων φοίτησαν σε ένα από αυτά. Η επιλογή αυτών των κολεγίων εκ μέρους των φοιτητών είναι δικαιολογημένη καθώς ανοίγουν δρόμο προς την επιρροή και την εξουσία – και αν άλλαζαν οι φοιτητές τους θα ήταν πιθανό να αλλάξουν και οι άνθρωποι που παίρνουν τις αποφάσεις στις ΗΠΑ.

Από την άλλη, τα τελευταία χρόνια γίνεται όλο και μεγαλύτερη προσπάθεια τα συγκεκριμένα πανεπιστήμια να γίνουν πιο συμπεριληπτικά ως προς το οικονομικό περιβάλλον των φοιτητών που γίνονται δεκτοί. Στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον, το ένα πέμπτο των φοιτητών προέρχεται από οικογένειες χαμηλού εισοδήματος και το ένα τέταρτο απολαμβάνει πλήρη υποτροφία. Πολλά κολέγια παρέχουν εντελώς δωρεάν φοίτηση για τις οικογένειες με ετήσιο εισόδημα κάτω από ένα συγκεκριμένο ποσό – 100.000 δολάρια για το Στάνφορντ και το Πρίνστον, 85.000 δολάρια για το Χάρβαρντ και 60.000 δολάρια για το Μπράουν.

Ταλέντο και προνόμια

Το ΜΙΤ, που από όλα τα πανεπιστήμια της ελίτ έχει τη φήμη εκείνου που σχεδόν δεν νοιάζεται για τους πλούσιους φοιτητές, κάνει μια συνειδητή προσπάθεια να επικεντρώνεται στο ταλέντο των υποψηφίων. «Νομίζω πως το σημαντικότερο πράγμα εδώ είναι πως το ταλέντο μοιράζεται ίσα αλλά οι ευκαιρίες όχι, και η διαδικασία επιλογής μας είναι σχεδιασμένη ώστε να λαμβάνει υπόψη τις διαφορετικές ευκαιρίες που είχαν οι φοιτητές με βάση το εισόδημά τους», λέει ο Στούαρτ Σμιλ, υπεύθυνος για τις εισαγωγές νέων φοιτητών στο ίδρυμα, και συμπληρώνει: «Θεωρούμε καθήκον μας να ξεχωρίζουμε το ταλέντο από το προνόμιο».

Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ