Στο τέλος του Οκτωβρίου ίσως δεν είχε απομείνει εκπαιδευτικός που να μην ορίστηκε… μέλος των πάνω από 11.000 (!) επιτροπών που καθορίστηκαν προκειμένου να παραλάβουν και να πιστοποιήσουν τα παρακάτω: «Προμήθεια και εγκατάσταση διαδραστικών συστημάτων μάθησης, εξοπλισμού ρομποτικής και STEM για την εκπαίδευση, εργαστηριακού εξοπλισμού για τις δομές Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης» κ.λπ.
Όλοι αυτοί οι χιλιάδες εκπαιδευτικοί, καλούνται να πιστοποιήσουν:
1. Την ποσοτική παραλαβή, καταμετρώντας τα προς παράδοση είδη και ελέγχοντας την ορθότητα των στοιχείων του πρωτοκόλλου οριστικής παραλαβής και των σχετικών δελτίων αποστολής.
2. Την ποιοτική παραλαβή, ελέγχοντας πως ο εξοπλισμός έχει στο σύνολό του αποσφραγισθεί και εγκατασταθεί σε χώρους εκπαίδευσης καθώς και ότι λειτουργεί κανονικά.
Άραγε, πώς ακριβώς θα πιστοποιήσουν την κανονική λειτουργία μηχανημάτων που ενδεχομένως θα δουν για πρώτη φορά; Αντιλαμβάνεται κανείς τον όγκο επιπλέον εργασίας που καλούνται να καλύψουν όλοι αυτοί οι εκπαιδευτικοί…
Και δεν είναι μόνο αυτό.
Λίγες ημέρες αργότερα, ανακοινώθηκε ότι ξεκινά το επόμενο διάστημα η διαδικασία απογραφής σχολικών και άλλων κτιρίων φορέων που εποπτεύει το ΥΠΑΙΘΑ για τον Πρωτοβάθμιο Προσεισμικό έλεγχο, σύμφωνα με εγκύκλιο που απέστειλε το Υπουργείο Παιδείας στις Διευθύνσεις Εκπαίδευσης.
Η διαδικασία της απογραφής θα γίνει μέσω πλατφόρμας του ΟΑΣΠ και σύμφωνα με την εγκύκλιο και τις οδηγίες του ΟΑΣΠ, οι αρμόδιοι φορείς υποχρεούνται να καταχωρίσουν τα στοιχεία των κτιρίων.
Το υπουργείο Παιδείας διαβιβάζει το έγγραφο αυτό στις Διευθύνσεις Εκπαίδευσης και αυτές με τη σειρά τους στους διευθυντ(ρι)ες των σχολείων!
Τι ζητούν από τους εκπαιδευτικούς; Να συμπληρώσουν μακροσκελή ερωτηματολόγια που αφορούν στην ασφάλεια των κτηρίων και να απαντήσουν σε ερωτήματα όπως:
«Οι ψευδοροφές, σωληνώσεις, φωτιστικά, χωρίσματα και διακοσμητικά γύψινα είναι κατάλληλα στερεωμένα ώστε να αποφευχθεί η πτώση τους σε περίπτωση σεισμού;»,
«Τα αναρτημένα προσαρτήματα, οι πινακίδες και τα λοιπά διακοσμητικά στοιχεία είναι αγκυρωμένα κατάλληλα στο κτήριο;»,
«Τα τζάμια που χρησιμοποιούνται στις προσόψεις και στα παράθυρα είναι ασφαλείας;» και πολλά άλλα.
Όλα αυτά καλούνται να τα βεβαιώσουν οι διευθυντ(ρι)ες ή οι εκπαιδευτικοί της κάθε σχολικής μονάδας με ένα ναι ή όχι, οι οποίοι φυσικά πρέπει να γνωρίζουν όχι μόνο να ελέγχουν τα σχετικά στοιχεία αλλά και να πιστοποιούν την ορθή τους λειτουργία.
Και έχουμε συνέχεια…
Πρόσφατα (Τετάρτη 29 Νοεμβρίου) ανακοινώθηκε νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης το οποίο τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση και στο οποίο προβλέπεται θέσπιση ειδικής υποχρέωσης καταγγελίας για τους επαγγελματίες (δάσκαλοι, καθηγητές, γιατροί, νοσηλευτές, κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχολόγοι κ.λπ.), που αντιλαμβάνονται κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας.
Και εδώ ερχόμαστε στο πρώτο τμήμα της ουσίας του ζητήματος. Στο γεγονός δηλαδή ότι το υπουργείο Παιδείας ποτέ δεν έχει φροντίσει να εκπαιδεύσει τους εκπαιδευτικούς στο μεγάλο αυτό θέμα.
Πώς πλησιάζω ένα παιδί; Πώς χτίζω μία σχέση εμπιστοσύνης; Τι συμβουλευτικές δεξιότητες έχω;
Τι λέω και τι δεν λέω σε ένα παιδί;
Και αφού ένα παιδί μας αποκαλύψει κάτι, τι κάνουμε ύστερα;
Ωστόσο, όσοι αναπνέουν την κιμωλία μέσα στην τάξη γνωρίζουν πολύ καλά ότι το παραπάνω σοβαρό έλλειμα έρχεται δεύτερο στα καθημερινά προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει ο εκπαιδευτικός.
Μπορεί το υπουργείο Παιδείας με μεγάλη σπουδή να προβάλλει στην κοινή γνώμη ως επιτεύγματά του την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και τον ψηφιακό μετασχηματισμό της εκπαίδευσης, θέλοντας να αποσπάσει τη συναίνεση της κοινής γνώμης στις παρεμβάσεις του, όμως όσοι εργάζονται στο δημόσιο ελληνικό σχολείο, γνωρίζουν από πρώτο χέρι, ότι η ελληνική εκπαιδευτική πραγματικότητα απέχει παρασάγγας από αυτά που προβάλλει το Υπουργείο. Σχολεία υποστελεχωμένα, με σοβαρές ελλείψεις, τόσο σε ανθρώπινο δυναμικό όσο και σε κτηριακές υποδομές, και φυσικά εκπαιδευτικοί «πολυεργαλεία» με ευθύνες εκπαιδευτικές, διοικητικές, νοσοκομειακές.
Η κυρίαρχη εκπαιδευτική πολιτική έχει φορτώνει σε εκπαιδευτικούς και διευθυντές σχολείων ατελείωτα διοικητικού χαρακτήρα βάρη και μεγάλες ευθύνες.
Στις εξωεκπαιδευτικές εργασίες που είναι αναγκασμένος ο εκπαιδευτικός και ο διευθυντής σχολείου να επιτελεί έχουν προστεθεί τα τελευταία χρόνια και μια σειρά ευθύνες των οποίων τη “χημεία” την καταλαβαίνει κανείς όταν γίνεται η έκρηξη.
Προφανώς αγνοεί το υπουργείο πως ο χώρος δράσης των εκπαιδευτικών είναι η ζωντανή τάξη και όχι το γραφείο και η γραφειοκρατία του.
Προφανώς ο εκπαιδευτικός πρέπει να είναι κοντά στα παιδιά, να τα συζητάει, να συμπαραστέκεται στα προβλήματά τους, να τα βοηθάει, να τα εμψυχώνει. Πόσο όμως η εκπαιδευτική πολιτική αφήνει περιθώρια για παιδαγωγικές ανάσες;
Πόσο ο εκπαιδευτικός ή ο διευθυντής του σχολείου μπορεί να αφεθεί στον παιδαγωγικό του ρόλο όταν καθημερινά είναι με τη “γλώσσα έξω” για να προλάβει να ανταποκριθεί στο μπαράζ των εγκυκλίων του υπουργείου Παιδείας και στο συνωστισμό των… ηλεκτρονικών μηνυμάτων από υπουργείο και διεύθυνση εκπαίδευσης, κατάσταση που έχει προκαλεί καθημερινό πονοκέφαλο;
Πόσο ο εκπαιδευτικός που προσλαμβάνεται ένα ή δυο μήνες μετά την έναρξη του σχολικού έτους μπορεί να δει όπως πρέπει τα θέματα με τους μαθητές του, να αισθανθεί τις ανησυχίες τους, να διαγνώσει το όποιο πρόβλημα όταν η εντολή από το υπουργείο είναι να βγει η ύλη με αναμόρφωση του προγράμματος;
Πόσο αφήνεται το παραμικρό περιθώριο στους εκπαιδευτικούς να δείχνουν «ιδιαίτερη προσοχή στην αλλαγή συμπεριφοράς των παιδιών, στα έντονα συναισθήματα, στην ασυνήθιστη κόπωση, στις ξαφνικές αντιδράσεις, στην παραμέληση του εαυτού τους και στο άγχος» όπως συμβουλεύει η Εισαγγελέας όταν το υπουργείο Παιδείας στοιβάζει 25,26,27 μαθητές σε μια σχολική αίθουσα με όλα τα προβλήματα που έχει δημιουργήσει η περίοδος της καραντίνας;
Πόσο οι εκπαιδευτικοί που είναι μόνοι τους σε ένα σχολείο, όπως η νηπιαγωγός που λιποθύμησε μπροστά στους μαθητές της και βρέθηκε τυχαία από γονέα, μπορούν να έρθουν σε επαφή με έναν εισαγγελέα για να δουν πώς θα χειριστούν ένα περιστατικό μαθητή ή μαθήτριας, για το οποίο έχουν ενδείξεις ή υποψίες;
Ας αξιολογήσουμε τις υποσχετικές της Πολιτείας και τις ενέργειες του υπουργείου Παιδείας
Και όμως, γραμματείς στα σχολεία προβλέπονται από το…1985! Σύμφωνα με την παράγραφο 6, του άρθρου 19, του νόμου 1566/1985 : «Σε κάθε σχολική μονάδα δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης με μαθητές πάνω από διακόσιους (200) λειτουργεί γραμματεία, στην οποία τοποθετείται ένας διοικητικός υπάλληλος κατηγορίας ΑΤ, ΑΡ ή ΜΕ. Στη γραμματεία των λυκείων που έχουν περισσότερους από πεντακόσιους (500) μαθητές τοποθετείται και δεύτερος γραμματέας, καθώς και τρίτος, αν έχουν περισσότερους από οκτακόσιους (800) μαθητές. Με κοινή απόφαση των υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Προεδρίας της Κυβέρνησης και Οικονομικών μπορεί να οριστεί ότι σε κάθε 12θέσιο και πάνω δημοτικό σχολείο τοποθετείται διοικητικός υπάλληλος ως γραμματέας αυτού».
Με βάση Εκθεση της «Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε.», η έλλειψη γραμματειακής υποστήριξης σε όλων των τύπων των σχολείων ήταν ένας από τους παράγοντες που δυσχεραίνουν τη λειτουργία του σχολείου καθώς και τη λειτουργία των Σχολικών Συμβούλων.
Σύμφωνα με σχετικά αποσπάσματα από την ως άνω έκθεση, αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι: «… αναγνωρίστηκε ότι η γραμματειακή υποστήριξη ανατίθεται ως αρμοδιότητα σε εκπαιδευτικούς, δυσχεραίνοντας τη λειτουργία του σχολείου(σ. 37)», «… ιδιαίτερη αναφορά έγινε από όλους τους τύπους των σχολικών δομών στην ανάγκη στελέχωσής τους με ειδικό προσωπικό (ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς, κ.λπ.), βοηθητικό προσωπικό (τραπεζοκόμους, φύλακες, κ.λπ.), αλλά και διοικητικό προσωπικό για τη γραμματειακή υποστήριξη του σχολείου (σ. 80)», «το σημαντικό αυτό έλλειμμα στην υποστήριξη των εκπαιδευτικών στις διοικητικές υποχρεώσεις τους είναι απόλυτα συμβατό με τα ευρήματα των ευρωπαϊκών ερευνών που επιβεβαιώνουν την τεράστια υστέρηση σε βοηθητικό και διοικητικό προσωπικό που υπάρχει χώρα μας. Αποτυπώνει την έλλειψη επένδυσης στην διοικητική υποστήριξη της λειτουργίας των σχολείων, μια συνειδητή δημόσια πολιτική καθώς το κενό αυτό καλούνται να το αναπληρώσουν οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί. Αυτό αναδεικνύει το σύνθετο έργο που καλούνται να επιτελέσουν οι εκπαιδευτικοί μέσα στο σχολείο οι οποίοι πρέπει να συνδυάσουν τα διδακτικά καθήκοντα με τις ανάγκες εκπλήρωσης διοικητικών διαδικασιών οι οποίες συνεχώς αυξάνουν υπό το βάρος ενός διογκωμένου διοικητικού γραφειοκρατισμού».
Πηγή: efsyn.gr