Αν βρεθεί κάποιος στην Οξφόρδη, θα διαπιστώσει ότι, πέρα από το περίφημο University of Oxford, υπάρχει στην πόλη και άλλο πανεπιστήμιο, το Oxford Brookes University. Παρ’ ότι το μέγεθος του διδακτικού του προσωπικού και της ακαδημαϊκής του κοινότητας δεν είναι μικρό και η ιστορία του ξεκινά στα μέσα του 19ου αιώνα, είχε την ατυχία να μπει στα ακαδημαϊκά πράγματα πολύ αργότερα από το University of Oxford. O,τι κι αν κάνει η ακαδημαϊκή κοινότητα του Oxford Brookes University, πολύ δύσκολα θα καταφέρει να βγει από τη σκιά του University of Oxford, διότι το επίπεδο και η ποιότητα του τελευταίου κάνουν σχεδόν απαγορευτική οποιαδήποτε σύγκριση.
Η δεσπόζουσα θέση είναι θεμελιώδης κανόνας σε οποιαδήποτε αγορά. Αυτός που μπαίνει με καθυστέρηση έχει σοβαρό μειονέκτημα. Για να το υπερβεί απαιτείται τεράστια προσπάθεια εκ μέρους του και σοβαρή αμέλεια από εκείνους που είναι ήδη στην αγορά. Πόσο μάλλον, όταν αυτοί που κατέχουν δεσπόζουσα θέση στο πεδίο, είναι πολύ φθηνότεροι από τον νεοεισερχόμενο.
Κάπως έτσι έχει η κατάσταση με την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα, είτε κερδοσκοπικών είτε μη κερδοσκοπικών.
Τα δημόσια πανεπιστήμια –ιδίως το ΕΚΠΑ, το ΑΠΘ και το ΕΜΠ– διαθέτουν τεράστια υποδομή, σημαντική ιστορία, εδραιωμένη θέση, άξιο ακαδημαϊκό προσωπικό, πολλές ερευνητικές δομές και ποικίλες διεθνείς συνεργασίες. Επιπλέον, έχουν μεγάλη περιουσία και αρκετούς ίδιους πόρους. Διόλου ασήμαντο: τα προπτυχιακά τους προγράμματα παρέχονται δωρεάν.
Από την άλλη, αυτοί που θα φτιάξουν ιδιωτικά πανεπιστήμια χρειάζεται να δημιουργήσουν σχεδόν εκ του μηδενός υποδομές, οι οποίες είναι φοβερά δαπανηρές και χρειάζονται αρκετά χρόνια για να δημιουργηθούν. Χρειάζεται επίσης να αναπτύξουν τα προγράμματά τους, να δημιουργήσουν πολλαπλούς μηχανισμούς και δομές, να εγκαινιάσουν συνεργασίες, να προσελκύσουν προσωπικό με ερευνητικές και διδακτικές περγαμηνές. Επίσης, χρειάζεται να πείσουν την κοινωνία να τους προτιμήσει, πληρώνοντας μάλιστα τσουχτερά δίδακτρα. Είναι εμφανές ότι το έργο τους δεν είναι εύκολο. Γιατί, συνεπώς, μπαίνουν στην περιπέτεια να επενδύσουν;
Η απάντηση είναι εύκολη: διότι τα δημόσια πανεπιστήμια έχουν αφήσει αρκετό χώρο για να υπάρξουν τα ιδιωτικά, εξαιτίας χρόνιων αμελειών τόσο της Πολιτείας όσο και των ίδιων των πανεπιστημίων, τα οποία εφησύχασαν επί χρόνια, ανεχόμενα την κακή ή μέτρια ποιότητα σε πολλαπλές τους εκφάνσεις. Ακόμα και αυτήν την ώρα, με το νομοσχέδιο για την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων επί θύραις, τα δημόσια πανεπιστήμια έχουν την μπάλα στα πόδια τους και μπορούν να μετατρέψουν τη δεσπόζουσα θέση τους σε εδραιωμένη κυριαρχία, αν αποφασίσουν να βάλουν σε τάξη τα των οίκων τους.
Ειδικότερα, αντί να ζητούν προσλήψεις χιλιάδων νέων καθηγητών, να κοιτάξουν να συγχωνεύσουν προγράμματα σπουδών και δομές, ώστε να έχουν πια Τμήματα ισχυρά, ακαδημαϊκά και διοικητικά, τα οποία θα έχουν το δυναμικό που απαιτείται για να προσφέρουν στη διδασκαλία και την έρευνα ό,τι προστάζει ο διεθνής ανταγωνισμός.
Αντί να εθελοτυφλούν συντηρώντας πάνω από 400 –συνήθως αδύναμα και με ελλείψεις– Τμήματα σε όλη την επικράτεια, να προβούν σε συγχωνεύσεις, ώστε να ανταποκρίνεται το ακαδημαϊκό και διοικητικό προσωπικό τους στα διεθνή επίπεδα και να προσφέρεται υψηλό επίπεδο σπουδών στους φοιτητές. Συνακόλουθα, να μειώσουν τον αριθμό των μαθημάτων που απαιτούνται για τη λήψη πτυχίου, ο οποίος είναι αδικαιολόγητα τεράστιος, αντί να παραπονούνται για το ότι δεν επαρκούν οι διδάσκοντές τους. Στην ίδια κατεύθυνση, να προσαρμοστούν στην ευρωπαϊκή πραγματικότητα των τριετών πτυχίων.
Επιπλέον, να αναμορφώσουν πλήρως τα προγράμματα σπουδών τους και το περιεχόμενο των μαθημάτων, ώστε να ανταποκρίνονται στα διεθνή επιστημονικά δεδομένα και να προσφέρουν ουσιαστικά στο μέλλον των νέων ανθρώπων και της πατρίδας μας.
Ακόμα, να μειώσουν τον αριθμό των φοιτητών, ώστε να αναβαθμιστεί η ποιότητα των σπουδών. Εξάλλου, ο μαθητικός πληθυσμός στην Ελλάδα φθίνει ραγδαία. Να προσφέρουν στους φοιτητές και τις φοιτήτριες καλύτερη διδασκαλία, περισσότερες δυνατότητες για έρευνα και για ατομική βελτίωση. Να βελτιώσουν δραστικά την ποιότητα των χωρών διδασκαλίας και των κοινόχρηστων χώρων. Να πετάξουν έξω από τα πανεπιστήμια την κουρελαρία, τη βρομιά και την ασχήμια. Να ενισχύσουν την ασφάλεια ανθρώπων και εγκαταστάσεων. Να καθαρίσουν τις φοιτητικές εστίες και να τις αποδώσουν σε όσους έχουν ανάγκη, με αυστηρούς όρους και υποχρεώσεις.
Τέλος, τα δημόσια πανεπιστήμια επιβάλλεται να θέσουν σε άμεση εφαρμογή ένα πρόγραμμα βελτίωσης της διδασκαλίας –με πραγματικά αυστηρή αξιολόγησή της– και ενίσχυσης της διεθνούς έρευνας του ακαδημαϊκού προσωπικού –βάσει αυστηρών διεθνών προτύπων– ώστε να ενισχύσουν τη διεθνή υπόληψή τους. Τα ελληνικά πανεπιστήμια δεν πρέπει να λογίζονται ως χώροι διδασκαλίας και μόνο, όπου μεταφέρεται γνώση που παράγεται αλλού. Είναι αναγκαίο να ξεφύγουν από αυτή την καταστατική μειονεξία και να θέσουν ως στόχο να παράγουν και να διαχέουν έρευνα πραγματικά διεθνούς εμβέλειας.
Αν τα δημόσια πανεπιστήμια δρομολογήσουν άμεσα ορισμένα από όσα ανέφερα, τα οποία στοιχίζουν πολύ λιγότερα από όσα ορισμένοι διατείνονται∙ αν η Πολιτεία απελευθερώσει το δημόσιο πανεπιστήμιο από τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις και τον κομματισμό∙ αν το ακαδημαϊκό προσωπικό κι η φοιτητική κοινότητα δουλέψουν με όραμα, αρχές και κανόνες, υπό συνεχή αυστηρή αξιολόγηση, τα όποια ιδιωτικά πανεπιστήμια δύσκολα θα πλησιάσουν τα δημόσια. Αν συμβούν τα περισσότερα από όσα ανέφερα, τα ιδιωτικά πανεπιστήμια δύσκολα θα μακροημερεύσουν.
Αν όμως συνεχίσουμε τους κοπετούς, τους κλαυθμούς, τους οδυρμούς και τα αναθέματα, με μπόλικη επαναστατική γυμναστική, η ιστορία θα είναι αμείλικτη με το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο. Θα βρεθεί γρήγορα σε δυσχερέστατη θέση και θα τεθεί θέμα επιβίωσης αρκετών επαρχιακών ιδρυμάτων. Η μπάλα είναι στα πόδια των δημοσίων πανεπιστημίων, είτε για να σκοράρουν είτε για να βάλουν αυτογκόλ.
* Καθηγητής Φιλοσοφίας ΕΚΠΑ
Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ