Και σήμερα το μάθημα της Ιστορίας «δοκιμάζεται» από ιδεολογικές διαμάχες.
« Σχολικό βιβλίον – παγίς» χαρακτηρίστηκε το 1965 το εγχειρίδιο της Β΄ Γυμνασίου «Ιστορία Ρωμαϊκή και Μεσαιωνική», του Κώστα Καλοκαιρινού, τότε φιλολόγου στο Κολλέγιο Αθηνών. Το βιβλίο εισήχθη μαζί με άλλα επτά στο Γυμνάσιο, στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης Παπανούτσου. Ωστόσο, ενώ ξέσπασε διαμάχη για τη δημοτική γλώσσα που χρησιμοποιούσαν τα συνολικά οκτώ βιβλία, «απεσύρθη» μόνο του Καλοκαιρινού.
«Η διαμάχη για το βιβλίο δεν ταυτίζεται με την αντιπαράθεση για τη δημοτική γλώσσα, αλλά εγγράφεται στην ευρύτερη διαπάλη για τη νοηματοδότηση του ελληνικού έθνους και το περιεχόμενο της εθνικής συνείδησης των Ελλήνων», ανέφερε ο Χάρης Αθανασιάδης, καθηγητής Δημόσιας Ιστορίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και συγγραφέας του βιβλίου «Τα αποσυρθέντα βιβλία – Εθνος και σχολική Ιστορία στην Ελλάδα, 1858-2008» (εκδ. Αλεξάνδρεια). Και στον πόλεμο (από τον Ιανουάριο του 2006 έως τον Μάιο του 2008) για το βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού της ομάδας της Μαρίας Ρεπούση, η πολεμική εναντίον του βιβλίου αρθρώθηκε πρωτίστως για τον τρόπο με τον οποίο το εγχειρίδιο πραγματευόταν τις ένδοξες σελίδες και τα τραύματα του έθνους, εφόσον χρησιμοποιούνται συνήθως για να επιτευχθεί η εθνική συσπείρωση και ομοψυχία, τη σχέση ελληνισμού – ορθοδοξίας και το ιστορικό βάθος του ελληνισμού.
Χαρακτηριστικά, όπως είχε υπογραμμίσει η Ακαδημία Αθηνών –έπειτα από αίτημα της τότε υπουργού Παιδείας Μαριέττας Γιαννάκου η στάση της οποίας ήταν γενναία–, «το εγχειρίδιο δεν συμβάλλει στην ενίσχυση της εθνικής μνήμης και της ελληνικής αυτογνωσίας». Και σήμερα το μάθημα της Ιστορίας «δοκιμάζεται» από ιδεολογικές διαμάχες. Ενδεικτικά η τέως υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως απέρριψε τα αναλυτικά προγράμματα που είχαν καταρτισθεί επί ΣΥΡΙΖΑ από επιτροπή έγκριτων ιστορικών, διότι, υποστήριξε, δεν υπηρετούσαν τον εθνοποιητικό χαρακτήρα του μαθήματος. Ετσι τώρα, παρότι έχουν δοθεί στους εκπαιδευτικούς Φάκελοι για το μάθημα με βάση τα νέα προγράμματα σπουδών, νέα βιβλία δεν έχουν συγγραφεί και οι μαθητές παίρνουν τα βιβλία που είναι βασισμένα στα προγράμματα σπουδών από το 2003. Η μόνιμη διελκυστίνδα γύρω από το περιεχόμενο της σχολικής Ιστορίας που διδάσκεται στο σχολείο έχει διακύβευμα, εάν υπηρετεί επαρκώς τον εθνοποιητικό στόχο και την ιδέα της εθνικής ταυτότητας.
Ουσιαστικά οι αντιπαραθέσεις αφορούν τη νοηματοδότηση του ελληνικού έθνους και το περιεχόμενο της εθνικής συνείδησης των Ελλήνων. Έχοντας ζήσει τις ημέρες «Ρεπούση», αναπολώ τις έντονες ιδεολογικές κόντρες στον Τύπο από τους υποστηρικτές και τους πολέμιους του βιβλίου. Στο διάστημα αυτό δημοσιεύθηκαν περί τα 1.000 κείμενα, ήταν μία από τις πιο παρατεταμένες διαμάχες που γνώρισε η Ελλάδα για τα ζητήματα εκπαίδευσης. Διακόσια και πλέον χρόνια από τη σύσταση του ελληνικού κράτους, δεν μας χρειάζεται εθνόμετρο –το έχει αναφέρει σκωπτικά στην «Κ» η ιστορικός και πρώην αναπληρώτρια υπουργός Παιδείας Σία Αναγνωστοπούλου–, για το πώς διδάσκεται η Ιστορία στο σχολείο. Σταθερό ζητούμενο είναι να μαθαίνουν οι μαθητές Ιστορία, κάτι που καταφανώς δεν συμβαίνει. Η παραπάνω βεβαιότητα μπορεί να χωρέσει εξαιρέσεις, αλλά λίγες. Πλέον τον 21ο αιώνα της τεχνητής νοημοσύνης πρέπει να εστιάσουμε όχι μόνο στη συγκρότηση εθνικής αλλά και ιστορικής ταυτότητας, που βοηθάει την κατανόηση των εξελίξεων σε ένα πεδίο ακραίων αντιλήψεων και fake news.
Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ – Απόστολος Λακασάς