Επιλογή Σελίδας

Ξεπερνούν τις 120.000 οι αδιόριστοι πτυχιούχοι νηπιαγωγοίδάσκαλοιφιλόλογοιφυσικοί (το σύνολο των ειδικοτήτων είναι περίπου 80), πολλοί εκ των οποίων είναι κάτω των 35 ετών. Ωστόσο θα πρέπει να περιμένουν τουλάχιστον μία τριετία για να διεκδικήσουν μια μόνιμη θέση στη δημόσια εκπαίδευση μέσω ενός διαγωνισμού του ΑΣΕΠ. Παρότι η κυβέρνηση της Ν.∆. εδώ και καιρό έχει ανοίξει τη συζήτηση για αλλαγή του τρόπου διορισμού των εκπαιδευτικών, θέτοντας ως βασικό κριτήριο την επιτυχία σε γραπτές εξετάσεις του ΑΣΕΠ, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες ο επόμενος διαγωνισμός αναβάλλεται για το τέλος της τρέχουσας κυβερνητικής θητείας. Eως τότε χιλιάδες απόφοιτοι παιδαγωγικών τμημάτων και καθηγητικών σχολών με σημαντικά ακαδημαϊκά προσόντα θα είναι στο «περίμενε» για μια θέση αναπληρωτή και στο κυνήγι των μορίων που προσφέρει η προϋπηρεσία. Oμως, με τον τρόπο αυτό η δημόσια εκπαίδευση δεν ανανεώνεται ηλικιακά –ο τελευταίος διαγωνισμός έγινε το 2008–, καθώς οι πτυχιούχοι εισέρχονται στην εκπαίδευση με αρκετή καθυστέρηση από την αποφοίτησή τους. Για παράδειγμα, σήμερα οι νεοδιόριστοι φυσικοί έχουν μέση ηλικία λίγο πάνω από τα 49, ενώ η μέση ηλικία των διορισμένων ξεπερνάει τα 56 χρόνια. Αντίστοιχη είναι η εικόνα και για τις υπόλοιπες ειδικότητες στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Υψηλόβαθμα στελέχη του υπουργείου Παιδείας ανέφεραν, ότι ο μηχανισμός δεν είναι έτοιμος για να οργανώσει διαγωνισμό του ΑΣΕΠ. Και αυτό όχι για τεχνικά ζητήματα, αλλά κυρίως από πολιτικής σκοπιάς. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, πριν από την έναρξη των διαδικασιών για ένα διαγωνισμό ΑΣΕΠ, προτεραιότητα έχει η ακριβής αποτύπωση των αναγκών για εκπαιδευτικούς. Η αποτύπωση θα γίνει ψηφιακά, με βάση τον αριθμό των μαθητών σε κάθε σχολείο, ώστε –αφού προηγηθούν οι μεταθέσεις και οι αποσπάσεις των εκπαιδευτικών– να γνωρίζει η κεντρική υπηρεσία πόσοι εκπαιδευτικοί (νηπιαγωγοί, δάσκαλοι και ειδικότητες καθηγητών) χρειάζονται σε κάθε σχολείο.

Ταυτόχρονα, το υπουργείο Παιδείας θέλει να μειωθεί κι άλλο η λίστα των εκπαιδευτικών που έχουν πολλά χρόνια προϋπηρεσίας ως αναπληρωτές, αφού κατά τη δεκαετία της οξείας δημοσιονομικής κρίσης δεν έγιναν διορισμοί, αλλά τα κενά καλύπτονταν από αναπληρωτές.

Για τα σχολικά έτη 2024-25 και 2025-26 τα κενά θα καλυφθούν από τους εκπαιδευτικούς που είναι εγγεγραμμένοι στους υπάρχοντες πίνακες γενικής και ειδικής αγωγής.

Παράλληλα, η απόφαση για μετάθεση του διαγωνισμού ΑΣΕΠ για το μέλλον θεωρείται ότι συνδέεται και με την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Προς το παρόν η αξιολόγηση για τους 25.000 εκπαιδευτικούς που διορίστηκαν την τελευταία τριετία είναι υποχρεωτική για να μονιμοποιηθούν. Eως τώρα περίπου 20.000 εκπαιδευτικοί έχουν ενταχθεί στη διαδικασία, με συμπλήρωση στοιχείων στη σχετική πλατφόρμα. Μετά τους νεοδιόριστους θα αρχίσει η διαδικασία αξιολόγησης των ήδη μονίμων. Αυτό θα προκαλέσει αντιδράσεις. «Eχει αυξηθεί η γραφειοκρατία με την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου των σχολείων, ενώ υπάρχει μεγάλη ένταση στις σχέσεις με τους γονείς, ιδίως μετά την πανδημία, που επηρέασε την εκπαιδευτική διαδικασία. Αυτό πρέπει να εκφραστεί, και το κομμάτι της ατομικής αξιολόγησης των εκπαιδευτικών αποτελεί και μια ακόμη ευκαιρία πυροδότησης της αντίδρασης προς το υπουργείο», παρατήρησε μιλώντας στην «Κ» ο γραμματέας της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδος (ΔΟΕ) Σταύρος Πετράκης.

Eτσι, καθώς ο διαγωνισμός αργεί, για τα σχολικά έτη 2024-25 και 2025-26 τα κενά θα καλυφθούν από τους εκπαιδευτικούς που είναι εγγεγραμμένοι στους υπάρχοντες πίνακες γενικής και ειδικής αγωγής. Παράλληλα, θα ανοίξει ο διάλογος για το νέο σύστημα διορισμών. Με βάση τα υπάρχοντα σχέδια, στο νέο σύστημα με τη βαθμολογία στον γραπτό διαγωνισμό θα προσμετρώνται (με μοριοδότηση) η προϋπηρεσία, τα ακαδημαϊκά προσόντα (μεταπτυχιακοί τίτλοι, πιστοποίηση ξένων γλωσσών και υπολογιστών κ.ά.), καθώς και κοινωνικά κριτήρια.

Ουσιαστικά, για την κάλυψη των κενών οι διορισμοί μονίμων πρέπει να ξεπεράσουν τις 50.000, χωρίς να υπολογίζονται οι ετήσιες αποχωρήσεις. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, στις δύο βαθμίδες της δημόσιας εκπαίδευσης εργάζονται 150.000 μόνιμοι εκπαιδευτικοί. Παράλληλα, στα σχολεία υπάρχουν κενά –οργανικά και λειτουργικά–, με αποτέλεσμα ετησίως να απαιτούνται προσλήψεις αναπληρωτών πλήρους ωραρίου (οι μειωμένου είναι πολύ λίγοι). Ενδεικτικά, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Παιδείας, για την τρέχουσα σχολική χρονιά έγιναν 52.263 προσλήψεις αναπληρωτών σε γενική και ειδική αγωγή.

Από την άλλη πλευρά βέβαια, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής η Ελλάδα έχει τον χαμηλότερο αριθμό μαθητών ανά εκπαιδευτικό στην Ευρωπαϊκή Eνωση – η μέση αναλογία είναι 8,2:1. Ακολουθεί το Λουξεμβούργο με αναλογία 8,9 στην πρωτοβάθμια και 8,7 στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Το χαμηλό ποσοστό της Ελλάδας αποδίδεται εν μέρει στη γεωγραφία της χώρας, με νησιά και απομακρυσμένα ηπειρωτικά χωριά με λίγους μαθητές.

Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΑπόστολος Λακασάς