Ο Γιώργης –εργάζεται ως ελεύθερος επαγγελματίας– και η Aννα, αρχιτέκτων, ήδη ψάχνουν για την 3 χρόνων κόρη τους σχολείο. Δύσπιστοι με το δημόσιο σχολείο της γειτονιάς τους, στο Παγκράτι, έχουν καταλήξει πως η λύση είναι το ιδιωτικό. Και δεν είναι οι μόνοι.
Τα τελευταία χρόνια το κύμα των γονιών που επιλέγουν την ιδιωτική εκπαίδευση «φουσκώνει». Και μάλιστα, κρίνοντας από τις αναφορές στελεχών της ιδιωτικής εκπαίδευσης στην «Κ», το οικονομικό στάτους των ενδιαφερόμενων γονιών δεν είναι πάντα υψηλό. Πολλοί είναι εκείνοι που κάνουν θυσίες για να προσφέρουν στα παιδιά τους ποιοτική εκπαίδευση σε συνθήκες ασφάλειας. Και αυτό αποδεικνύεται όχι μόνο από την αύξηση των μαθητών σε ιδιωτικά σχολεία αλλά και από τη μεγάλη ζήτηση για μια θέση στα δημόσια πρότυπα και πειραματικά σχολεία.
Για του λόγου το ασφαλές, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής «Η Ελλάδα με αριθμούς Ιανουάριος – Μάρτιος 2024», και στις δύο βαθμίδες οι αριθμοί των μαθητών στα ιδιωτικά σχολεία είναι ανοδικοί σε τριετή βάση. Μάλιστα, υψηλότερη είναι η αύξηση στα νηπιαγωγεία και τα δημοτικά, που αποτελούν την είσοδο ενός παιδιού στη δωδεκαετή εκπαίδευση. Συγκεκριμένα, στα ιδιωτικά νηπιαγωγεία το 2019 φοιτούσαν 15.982 μαθητές. Τρία χρόνια αργότερα, το 2022, 24.264 μαθητές είχαν επιλέξει ιδιωτικό εκπαιδευτήριο, με την αύξηση να «κλείνει» στο 51,8%. Από την άλλη, στα δημόσια νηπιαγωγεία το 2019 φοιτούσαν 138.762 μαθητές και το 2022 153.108, ποσοστιαία άνοδος 10,33%. Εισήλθαν, δηλαδή, στις αίθουσες των νηπιαγωγείων πολύ περισσότερα νήπια, υπερκαλύπτοντας ακόμη και την τυχόν μείωση των τετράχρονων λόγω υπογεννητικότητας. Βέβαια, σε απόλυτους αριθμούς η αύξηση των αριθμών αποδίδεται στην πλήρη εφαρμογή της υποχρεωτικότητας της δίχρονης προσχολικής αγωγής. Oμως, η διαφορά των ποσοστών ανόδου μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής εκπαίδευσης αποτυπώνει την τάση στις επιλογές των γονιών αλλά και τις ελλείψεις της δημόσιας εκπαίδευσης.
Ταυτόχρονα και τα στοιχεία για τα δημοτικά σχολεία επιβεβαιώνουν τη στροφή προς τα ιδιωτικά. Στα δημόσια δημοτικά ο αριθμός των μαθητών μειώθηκε το 2022 σε σχέση με το 2019 κατά 8,5% (από 593.673 σε 543.398 μαθητές). Στα ιδιωτικά τις αντίστοιχες χρονιές ο αριθμός των μαθητών αυξήθηκε κατά 6,8% (από 38.027 σε 40.634).
Το ίδιο συμβαίνει στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Στα δημόσια γυμνάσια το 2018 (χρονιά αναφοράς της έρευνας της ΕΛΣΤΑΤ) φοιτούσαν 297.293 μαθητές και το 2021 311.111 (αύξηση 4,64%), και τις ίδιες χρονιές στα ιδιωτικά γυμνάσια φοιτούσαν 15.311 και 17.471 μαθητές (αύξηση 14,1%). Παράλληλα, στα δημόσια γενικά λύκεια υπάρχει μείωση των μαθητών κατά 7,1%. Το 2018 φοιτούσαν 231.610 μαθητές και το 2021 215.182, ενώ τις ίδιες χρονιές στα ιδιωτικά γενικά λύκεια φοιτούσαν 14.201 και 15.113 μαθητές (αύξηση 6,4%).
Σε άλλες πόλεις
Στο πλαίσιο αυτό υπάρχει μεγάλη κινητικότητα για ίδρυση νέων ιδιωτικών σχολικών μονάδων, ξεκινώντας από την προσχολική αγωγή. Μάλιστα, όπως ανέφερε στην «Κ» ο κ. Χαράλαμπος Κυραϊλίδης, πρόεδρος του Συνδέσμου Ιδρυτών Ελληνικών Ιδιωτικών Εκπαιδευτηρίων (ΣΙΕΙΕ), αυτό παρατηρείται όχι μόνο στην Αττική αλλά και στην περιφέρεια. Ενδεικτικά, την τελευταία διετία έχουν ανοίξει νέα ιδιωτικά σχολεία σε Κόρινθο και Λάρισα, ενώ στα σκαριά είναι σε Ιωάννινα, Χανιά και Αττική. «Η πολιτική σταθερότητα και η άμβλυνση της οικονομικής αβεβαιότητας αποτελούν παράγοντες που επιτρέπουν στους γονείς να επιλέξουν ένα ιδιωτικό σχολείο», παρατηρεί ο κ. Κυραϊλίδης. Συνολικά, στην Ελλάδα το 2022 λειτουργούσαν 1.167 ιδιωτικά εκπαιδευτήρια και στις δύο βαθμίδες, με 9.995 εκπαιδευτικούς (ο αριθμός είναι αυξημένος κατά 14% σε σχέση με τους 8.761 του 2019).
Υπάρχει μεγάλη κινητικότητα για την ίδρυση νέων ιδιωτικών σχολικών μονάδων, ξεκινώντας από την προσχολική αγωγή. Μάλιστα, αυτό παρατηρείται όχι μόνο στην Αττική, αλλά και στην περιφέρεια.
«Το αποφασίσαμε διότι ο κλάδος επιδεικνύει αναπτυξιακή σταθερότητα τη στιγμή που υπάρχει ανάγκη ποιοτικών σχολείων. Κοιτάξτε πόσοι μαθητές στην Αττική θα δώσουν εξετάσεις για τα πρότυπα σχολεία, με τις θέσεις να υπολείπονται κατά πολύ των αιτήσεων», παρατήρησε μιλώντας στην «Κ» ο κ. Γεώργιος Χατζητέγας, στέλεχος ομίλου που θα λειτουργήσει από τον Σεπτέμβριο του 2027 νέο ιδιωτικό σχολείο. «Oλα τα ιδιωτικά σχολεία έχουν πληρότητα και παρατηρούμε ότι γονείς στέλνουν τα παιδιά σε ιδιωτικό κάνοντας αιματηρές οικονομίες», προσθέτει.
Το κόστος
Τα ετήσια δίδακτρα άλλωστε δεν είναι και λίγα. Με βάση τα στοιχεία σχολαρχών, φέτος τα δίδακτρα μαζί με το κόστος μεταφοράς των μαθητών κυμαίνονται από 3.500 ευρώ έως 10.000 ευρώ στο νηπιαγωγείο και το δημοτικό, από 5.000 έως 13.000 ευρώ στο γυμνάσιο και από 5.000 έως 17.000 στο λύκειο. Προ τριετίας οι αντίστοιχες τιμές ήταν χαμηλότερες, από 500 ευρώ έως και 2.500 ευρώ ανάλογα με τη βαθμίδα. Στην περίπτωση που οι γονείς δεν επιλέξουν σχολικό για τη μεταφορά του παιδιού, οι τιμές μειώνονται έως 1.500 ευρώ. Μάλιστα, φέτος υπάρχει αύξηση έως και 5% ανάλογα με το σχολείο. Σύμφωνα με αρμόδια στελέχη του υπουργείου Παιδείας, υπάρχουν διαμαρτυρίες γονιών για υπερβολικές αυξήσεις, ωστόσο θεωρείται ότι η άνοδος στις τιμές «κακοφαίνεται» σε γονείς μεγαλύτερων μαθητών, διότι κατά την περίοδο της καραντίνας είχε αφαιρεθεί το κόστος της μεταφοράς και σίτισης των παιδιών στο σχολείο, καθώς και το κόστος επιπλέον δραστηριοτήτων. Και αυτό διότι δεν πραγματοποιούνταν. Οι σχολάρχες αποδίδουν την άνοδο των διδάκτρων στην αύξηση του μισθολογικού κόστους (άνοδος του κατώτατου μισθού και «ξεπάγωμα» τριετιών).
«Θεωρούμε ότι το περιβάλλον σε ένα ιδιωτικό σχολείο είναι πιο ασφαλές, υπάρχει αξιολόγηση των εκπαιδευτικών και επιπλέον δραστηριότητες για το παιδί», λέει στην «Κ» ο Γιώργης (θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του). «Το εκπαιδευτικό προσωπικό των ιδιωτικών σχολείων είναι προσεκτικά επιλεγμένο. Επίσης, για τους μαθητές οργανώνονται όμιλοι δραστηριοτήτων, στους οποίους μπορούν τα παιδιά να αναπτύξουν τις δεξιότητές τους και να βρουν τον επαγγελματικό προσανατολισμό τους. Επίσης διδάσκονται με επάρκεια ξένες γλώσσες», δήλωσε στην «Κ» ο Γεώργιος Καρτάλης, στέλεχος της Σχολής Μωραΐτη. Σύμφωνα με τον ίδιο, σημαντικό είναι ότι στα ιδιωτικά σχολεία το περιβάλλον είναι πιο προστατευμένο, δεν υπάρχουν καταλήψεις, ενώ τα φαινόμενα σχολικού εκφοβισμού αντιμετωπίζονται από ψυχολόγους. «Εχουμε παρατηρήσει ότι το τμήμα ψυχολογίας – ψυχοθεραπείας λειτουργεί για τα παιδιά ως μαξιλάρι αποσυμπίεσης», τονίζει ο ίδιος.
Σημαντικό πλεονέκτημα για τα ιδιωτικά σχολεία είναι η χρήση των νέων τεχνολογιών κατά τη διδασκαλία. Ατού που έγινε εμφανές κατά την περίοδο της καραντίνας, όταν τα σχολεία έπρεπε να περάσουν σε τηλεκπαίδευση χωρίς χρονοτριβή. «Πριν από την COVID-19 η πλειονότητα των εκπαιδευτικών δεν είχε εμπειρία με τις νέες τεχνολογίες. Αυτό πλέον δεν ισχύει», ανέφερε στην «Κ» ο Δημήτρης Μαντουλίδης, υπεύθυνος πληροφορικής σε ιδιωτικό εκπαιδευτήριο στη Θεσσαλονίκη. «Οι εκπαιδευτικοί έχουν μάθει να χρησιμοποιούν την τεχνολογία, οι χρήσεις της οποίας είναι αμέτρητες. Για παράδειγμα, με τη βοήθεια της τεχνολογίας οι εκπαιδευτικοί μπορούν να ανακατανείμουν το 20%-30% του χρόνου εργασίας σε δραστηριότητες που βοηθούν τους μαθητές να κατανοήσουν την ύλη. Να σας πω ότι η τεχνολογία έχει εισέλθει τόσο πολύ στην εκπαιδευτική διαδικασία που πλέον χρησιμοποιείται για τη διατήρηση της ευεξίας των μαθητών (υπάρχουν λογισμικά τα οποία προσπαθούν να προβλέψουν την πιθανότητα παχυσαρκίας), για τις αθλητικές τους δραστηριότητες, ακόμη και την ανακάλυψη ενός νέου αθλητικού ταλέντου. Είναι παροχές που μπορεί να βρει κάποιος σε ιδιωτικά σχολεία».
Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ – Απόστολος Λακασάς