Επιλογή Σελίδας

Από τη μία, διαπιστώνεται χάσμα μεταξύ τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας. Από τους 50.000 αποφοίτους των ελληνικών ΑΕΙ, μόνο οι 10.000 έχουν τις αναγκαίες δεξιότητες για να εισέλθουν άμεσα στην αγορά εργασίας, σύμφωνα με έρευνα που ανέδειξε το χάσμα μεταξύ τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας. Από την άλλη, δουλεύουμε τις περισσότερες ώρες από όλους στην Ευρώπη (Eurostat). Και όπως επισημαίνει το ρεπορτάζ (της Δήμητρας Μανιφάβα), «τα στοιχεία έρχονται να επιβεβαιώσουν το προβληματικό παραγωγικό –ή μάλλον αντιπαραγωγικό, όπως αποδεικνύεται– μοντέλο που ακολουθείται στη χώρα μας». Ειδήμονες αναφέρονται στη χαμηλή διείσδυση γνώσης, υψηλής τεχνολογίας και καινοτομίας στην παραγωγή.

Η αρρυθμία στην αγορά εργασίας επανέρχεται διαρκώς και δριμύτερη, ακόμη και μέσα από τη «συνάντηση» διαφορετικών, εκ πρώτης όψεως, θεμάτων. Μεγάλα κενά σε προσωπικό, επιχειρήσεις δυσκολεύονται να βρουν εργαζομένους, και όσοι εγγράφονται ως εργαζόμενοι (είτε ως μισθωτοί είτε ως αυτοαπασχολούμενοι), από 20-64 χρόνων, εκτινάσσουν τη χώρα μας στον ευρωπαϊκό μέσο όρο εβδομαδιαίων ωρών εργασίας. Και, βέβαια, με τις χαμηλότερες αμοιβές.

Πολλά μπορεί να πει κανείς για τα κενά, τις αντιφάσεις, τις μαύρες τρύπες στις οποίες χάνονται ανθρώπινο δυναμικό και παραγωγικότητα. Oμως θα έχει διαφύγει κάτι μερικώς ασχολίαστο και πολύ ουσιώδες: η πολύ κάτω του μετρίου ικανοποίηση που αντλούμε από το επίπεδο της ζωής μας. Γιατί; Ο οικονομικός παράγοντας είναι μεν πρωταγωνιστικός, αλλά δεν είναι ο μόνος. Κάνουμε αναγκαστικές επιλογές που δεν μας προσφέρουν ευχαρίστηση, δεσμευόμαστε σε δουλειές που θα επιθυμούσαμε να αποφύγουμε; Και, για να πιάσουμε το νήμα από την άκρη, ας ξεκινήσουμε από τις Πανελλαδικές, όπου φτάνουμε απαράσκευοι, ανυποψίαστοι, για να πέσουμε, εκόντες άκοντες, στην άλλη μαύρη τρύπα: να συνωστιστούμε στους 50.000 αποφοίτους και εν δυνάμει ανέργους.

Αρρυθμίες εν γένει. Χρειάζονται πολυμέτωπες προσπάθειες για να κατακτήσουμε την περιλάλητη «κανονικότητα», αλλιώς θα βαδίζουμε διαρκώς κουτσαίνοντας, αγκομαχώντας δυσανάλογα για το ελάχιστο αποτέλεσμα. Με επικεφαλής ένα πολιτικό προσωπικό το οποίο θα προσπαθεί να μας ενθαρρύνει με εικόνες και αριθμούς βελτίωσης και ανάπτυξης, που θα έχουν όλο και πιο μικρή επιρροή. Γιατί, με την ίδια συχνότητα που θα μας πολιορκούν με τα καλύτερα σενάρια, θα εμφανίζονται έρευνες, μελέτες και δημοσκοπήσεις που θα συγκλίνουν στο ίδιο μήνυμα: επιστρέφουμε στην αφετηρία, αναβαπτίζοντάς την.

Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ