Το 2008, 16,3% των νέων Ελλήνων, ηλικίας 15 με 29 ετών, σταμάτησε τις σπουδές του στο Γυμνάσιο. Το 2019, το ποσοστό αυτό είχε πέσει στο 7%. Τη χρονιά 2007-2008, το ποσοστό απασχολουμένων της ίδιας ηλικιακής ομάδας ήταν 36,18% – το 41,28% σπούδαζε. Έντεκα χρόνια και μία καταστροφική οικονομική κρίση αργότερα, τα συγκεκριμένα ποσοστά είχαν μεταβληθεί ως εξής: το 24,83% των νέων Ελλήνων ηλικίας 15-29 ήταν απασχολούμενοι, ενώ σχεδόν το 50% της ίδιας ηλικιακής ομάδας βρισκόταν εκτός εργασίας καθώς συμμετείχαν ακόμη στην εκπαίδευση.
Τα παραπάνω αποτελούν κάποια από τα στοιχεία των κειμένων που δημοσίευσε ο μη κερδοσκοπικός ερευνητικός οργανισμός διαΝΕΟσις την Πέμπτη, τα οποία αφορούν τη νεανική ανεργία στην Ελλάδα τη δεκαετία της κρίσης. Τα δεδομένα που ανέλυσαν οι ερευνητές –ομάδα οικονομολόγων του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, στην οποία συμμετείχε και ο καθηγητής του ΟΠΑ και υφυπουργός Εργασίας Πάνος Τσακλόγλου, του ΚΕΠΕ και της διαΝΕΟσις– προέρχονται από δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε σε 11 χώρες στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού ερευνητικού έργου CUPESSE, καθώς και από την ΕΛΣΤΑΤ. Τα νέα κείμενα αναλύουν τα στοιχεία, τα περισσότερα εκ των οποίων έχουν δημοσιευθεί στο παρελθόν, σε βάθος, με σκοπό να συμβάλουν «στην καλύτερη κατανόηση της οικονομικής κρίσης της δεκαετίας του 2010 και των συνεπειών της στους νέους» και να αφήσουν «χρήσιμη γνώση για το μέλλον», όπως γράφει ο senior editor της διαΝΕΟσις, Ηλίας Νικολαΐδης.
Οι ερευνητές αποδίδουν τη μείωση του αριθμού των νέων ηλικίας 25-29 ετών από το 2008 μέχρι το 2019 (από 16,937 σε 7,971) στις δημογραφικές μεταβολές, τόσο στη μείωση των γεννήσεων διαχρονικά, όσο και στη μετανάστευση στο εξωτερικό, κυρίως λόγω κρίσης. Διαπιστώθηκε πως οι νέοι του 2019 ήταν πιο μορφωμένοι – το ποσοστό των νέων που πήρε πτυχίο από ΑΕΙ ήταν σχεδόν 5% πάνω το 2019 από ό,τι το 2008. Μετά το 2008, το ποσοστό συμμετοχής των νέων στην αγορά εργασίας μειώθηκε σημαντικά, ενώ περισσότερες γυναίκες από ό,τι άνδρες είναι άνεργες διαχρονικά – η διαφορά μεταξύ των φύλων ήταν 10 ποσοστιαίες μονάδες το 2004, αλλά μειώνεται σταθερά από τότε.
«Ο ρόλος της γυναίκας στην ελληνική οικογένεια και κοινωνία είναι άμεσα συνδεδεμένος με την ένταξή της στο εργατικό δυναμικό και την πιθανότητα ανεργίας», δηλώνουν οι ερευνητές (τα παιδιά αυξάνουν την πιθανότητα συμμετοχής στην αγορά εργασίας κατά 4,5% για τους άνδρες, και τη μειώνουν κατά 11,8% για τις γυναίκες, αναφέρουν). «Πολιτικές καταπολέμησης διακρίσεων φύλου, καθώς και η ένταξη στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα από μικρές ηλικίες της επιμόρφωσης των παιδιών σε θέματα ισότητας των φύλων, είναι κρίσιμης σημασίας», τονίζουν. Άλλα στοιχεία αφορούν τον υπερδιπλασιασμό του νεανικού πληθυσμού σε μερική απασχόληση από το ’08 μέχρι το ’19, και την κυριαρχία του τουρισμού ως κλάδο απασχόλησης των νέων. Οι ερευνητές τονίζουν ότι οι Έλληνες νέοι του 2016 φαίνεται να είναι πολύ λιγότερο απόλυτοι στις απόψεις τους από τους γονείς τους, με τις απόψεις τους να συγκλίνουν με των Ευρωπαίων συνομηλίκων τους. «Η επίδραση της οικογένειας στην Ελλάδα δεν είναι αυτή που θα περίμενε κανείς», αναφέρουν οι ερευνητές, καθώς η ταύτιση απόψεων των Ελλήνων νέων με αυτές των γονιών τους είναι λιγότερο έντονη από ό,τι σε άλλες χώρες. Τόσο στην Ελλάδα όσο και στις υπόλοιπες χώρες, όμως, παρατηρείται ότι οι απόψεις ενός νέου δεν επηρεάζονται σημαντικά από το αν είναι άνεργος ή όχι.
Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ– Η. Μάγρα