Μια πρωτιά που πρέπει να προβληματίσει κατέγραψε η Ελλάδα στη φετινή ετήσια έκθεση του ΟΟΣΑ για την εκπαίδευση –«Education at a glance», όπως είναι ο τίτλος– η οποία παρουσιάστηκε χθες.
Συγκεκριμένα, κατά μέσο όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ οι φοιτητές που σπουδάζουν εκτός της χώρας τους αντιπροσωπεύουν μόνο το 5% των προπτυχιακών φοιτητών, το 14% των μεταπτυχιακών και το 24% των διδακτορικών φοιτητών.
Οι φοιτητές από την Ασία αποτελούν τη μεγαλύτερη ομάδα φοιτητών που είναι εγγεγραμμένοι σε προγράμματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε όλα τα επίπεδα, αντιπροσωπεύοντας το 58% όλων των φοιτητών στον ΟΟΣΑ που σπουδάζουν εκτός της χώρας τους. Αλλωστε, οι χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ είναι «εισαγωγείς» –δηλαδή έχουν περισσότερους φοιτητές που έρχονται στη χώρα για σπουδές από αυτούς που φεύγουν για σπουδές στο εξωτερικό–, δεχόμενες φοιτητές από χώρες που δεν αποτελούν πλήρη μέλη του οργανισμού. Το 2020 οι χώρες του ΟΟΣΑ φιλοξένησαν τέσσερις διεθνείς φοιτητές για κάθε εθνικό φοιτητή που σπουδάζει στο εξωτερικό, αλλά η αναλογία αυτή ξεπερνάει τους δέκα στην Αυστραλία και τη Βρετανία.
Η Ελλάδα, η Λετονία και η Σλοβενία είναι οι χώρες που φιλοξενούν τον μεγαλύτερο αριθμό φοιτητών Erasmus σε σχέση με τον συνολικό αριθμό των ξένων φοιτητών που σπουδάζουν στα ιδρύματά τους. Στην Ελλάδα το ποσοστό είναι κοντά στο 97%. Και αυτό διότι είναι σε αρχικό στάδιο η ανάπτυξη αγγλόφωνων προπτυχιακών προγραμμάτων. Επίσης, από τους ξένους φοιτητές που σπουδάζουν στην Ελλάδα, οι περισσότεροι κατάγονται από γειτονικές χώρες. Το ίδιο καταγράφεται στην Αυστρία, στην Κολομβία, στην Κόστα Ρίκα, στην Πολωνία και στη Σλοβακία.
Βήματα πρέπει να γίνουν από τα ελληνικά πανεπιστήμια και τους κρατικούς φορείς στην προσέλκυση ξένων για σπουδές σε ερευνητικό επίπεδο. Και αυτό διότι, όπως προκύπτει από την έκθεση του ΟΟΣΑ, στην πλειονότητα των χωρών το μερίδιο των ξένων φοιτητών που εγγράφονται σε προγράμματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αυξάνεται με το επίπεδο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Μόνο στην Ελλάδα συμβαίνει το αντίστροφο: το 3% είναι προπτυχιακοί φοιτητές και το 1,5% διδακτορικοί (όσοι σπουδάζουν σε μεταπτυχιακά προγράμματα δεν καταγράφονται στην έκθεση του ΟΟΣΑ).
Κατά μέσο όρο, σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες που είναι μέλη του ΟΟΣΑ (Ε.Ε. «22»), το 10% των αποφοίτων του 2020 είχε επωφεληθεί από την κινητικότητα, η οποία ξεκινάει από 2% στην Ελλάδα, στην Ουγγαρία και την Πολωνία και φτάνει το 45% στο Λουξεμβούργο. Σε όλες τις χώρες με διαθέσιμα δεδομένα, οι περισσότεροι απόφοιτοι κινητικότητας πέρασαν τουλάχιστον τρεις μήνες στο εξωτερικό (τα ποσοστά ξεκινούν από 68% στην Αυστρία και φθάνουν το 90% στη Σουηδία).
Ευρύτερα, καθώς η πανεπιστημιακή εκπαίδευση είναι απαραίτητη για να αντεπεξέλθει ένας νέος στο μεταβαλλόμενο τοπίο της αγοράς εργασίας, αυξάνεται το ποσοστό όσων έχουν ολοκληρώσει πανεπιστήμιο. Χαρακτηριστικά, το ποσοστό των αποφοίτων ΑΕΙ στα κράτη-μέλη του ΟΟΣΑ αυξήθηκε από 27% το 2000 σε 48% το 2021. Το μεγαλύτερο ποσοστό έχουν η Νότια Κορέα (69,3%) και ο Καναδάς (66,4%).
Οι κάτοχοι πανεπιστημιακού πτυχίου αντιμετωπίζουν μικρότερη ανεργία σε σχέση με τους αποφοίτους δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης –το 2021 η ανεργία των πτυχιούχων ΑΕΙ στον ΟΟΣΑ ήταν 4%, των αποφοίτων λυκείου 6% και των αποφοίτων γυμνασίου 11%–, ενώ μπορούν να χρησιμοποιήσουν ευκολότερα τις νέες τεχνολογίες, ιδίως μετά την πανδημία, καθώς η χρήση των νέων τεχνολογιών έχει αλλάξει τον τρόπο οργάνωσης της δουλειάς και της καθημερινότητάς μας.
Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ– Α. Λακασάς