Τα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια ενισχύονται οικονομικά αλλά και θεσμικά, ενώ τα μη κρατικά πανεπιστήμια θεσμοθετούνται έχοντας σε ένα κρίσιμο στοιχείο της λειτουργίας τους… ούγια δημοσίου.
Οι φοιτητές τους θα πρέπει να έχουν περάσει τις Πανελλαδικές Εξετάσεις ή να είναι κάτοχοι διεθνούς απολυτηρίου (International Baccalaureate-IB). Ωστόσο, για την εισαγωγή ο πήχυς μπαίνει πολύ χαμηλότερα σε σχέση με τις βάσεις εισαγωγής των περιζήτητων σχολών των δημοσίων ΑΕΙ. Αν αυτό είναι προς όφελος της ποιότητας των μη κρατικών ΑΕΙ θα φανεί στην πράξη.
«Πρόκειται για νομοσχέδιο που συνιστά ιστορικό βήμα προς τα εμπρός για την τριτοβάθμια εκπαίδευση και ευρύτερα της χώρας», ανέφερε χθες ο υπουργός Παιδείας Κυριάκος Πιερρακάκης, δίνοντας σε δημόσια διαβούλευση το νομοσχέδιο που έχει ξεσηκώσει αντιδράσεις από μερίδα φοιτητών και πανεπιστημιακών εδώ και 2 μήνες, δηλαδή πριν καν εμφανιστεί.
Για να εξηγήσει τη στόχευση της κυβέρνησης για την ανάγκη θεσμοθέτησης μη κρατικών ΑΕΙ, ο κ. Πιερρακάκης επανέλαβε ότι πάνω από 40.000 Ελληνες σπουδάζουν στο εξωτερικό. Μάλιστα οι περισσότεροι είναι στην Κύπρο (18.000), η τριτοβάθμια εκπαίδευση της οποίας αναπτύχθηκε ραγδαία τα τελευταία χρόνια, και σ’ αυτό συμβάλλουν οι Ελληνες φοιτητές που αποτελούν το 40% του συνόλου των φοιτητών στην Κύπρο.
Στη λίστα των χωρών που σπουδάζουν οι Ελληνες ακολουθούν η Βρετανία (9.500) και η Βουλγαρία (4.200). Την ίδια στιγμή, στην Ελλάδα υπάρχουν 33 εν λειτουργία ιδιωτικά κολέγια ως παραρτήματα ευρωπαϊκών ΑΕΙ με περίπου 32.000 φοιτητές.
«Και παρά την κατάσταση αυτή, η Ελλάδα με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο δεν μπορεί να ορίσει ακαδημαϊκά κριτήρια για τη λειτουργία τους», παρατήρησε ο κ. Πιερρακάκης, ο οποίος εκτίμησε ότι από τον Σεπτέμβριο του 2025 αναμένεται η λειτουργία των μη κρατικών ΑΕΙ.
Συγκεκριμένα, για την ίδρυση παραρτημάτων ξένων ΑΕΙ στην Ελλάδα προβλέπονται οι εξής βασικοί όροι:
• Οι φοιτητές τους πρέπει να έχουν δώσει Πανελλαδικές Εξετάσεις και να έχουν ξεπεράσει το χαμηλότερο όριο της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ) στις σχολές και τα τμήματα των δημοσίων ΑΕΙ που περιλαμβάνονται στο επιστημονικό πεδίο που θέλουν να σπουδάσουν. Για παράδειγμα, εάν κάποιος το 2023 ήθελε να εισαχθεί σε μη κρατικό ΑΕΙ θα έπρεπε να είχε μέσον όρο τουλάχιστον 9,42 για τις σχολές ανθρωπιστικών επιστημών, 9,87 για τις σχολές θετικών επιστημών, 9,31 για τις σχολές επιστημών υγείας και 8,34 για τις σχολές οικονομίας και διοίκησης. Βέβαια, όπως διευκρινίστηκε, για λόγους συνταγματικής ισονομίας θα ισχύσει η χαμηλότερη ΕΒΕ – και άρα στο παράδειγμα του 2023 το 8,34. Αυτό όμως θα οδηγήσει στο εξής στρεβλό. Κάποιος μπορεί να βρεθεί να σπουδάζει σε μια περιζήτητη σχολή, όπως η ιατρική, η νομική, η ηλεκτρονικών υπολογιστών, με μέση επίδοση στις Πανελλαδικές 10, 11 ή 12. Ωστόσο, η βάση εισαγωγής στις αντίστοιχες σχολές των δημοσίων ΑΕΙ είναι πολύ υψηλότερη. Ενδεικτικά, η βάση της Ιατρικής Αθηνών ήταν 19.000 μόρια (δηλαδή μέση επίδοση στα 4 εξεταζόμενα μαθήματα 19), της Νομικής Αθηνών 18.125 μόρια (μέση επίδοση 18,125) και των Μηχανικών Η/Υ του ΕΜΠ 18.820 μόρια (18,82). Βέβαια, ο κ. Πιερρακάκης πρόσθεσε ότι «πρόκειται για ελάχιστο όριο. Η Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) θα θέτει τα δικά της κλιμακούμενα κριτήρια, όπως επίσης μπορεί να έχει θέσει αυστηρά κριτήρια εισαγωγής και το μη κερδοσκοπικό ΑΕΙ».
• Τα μη κερδοσκοπικά παραρτήματα ξένων ΑΕΙ θα λειτουργούν υπό την εποπτεία της ΕΘΑΑΕ, ως Νομικά Πρόσωπα Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης, που αποτελεί «τον ενδεδειγμένο συγκερασμό των συνταγματικών διατάξεων με το ενωσιακό δίκαιο». Ο κ. Πιερρακάκης τόνισε ότι τα παραρτήματα των ξένων ΑΕΙ στην Ελλάδα θα είναι μη κερδοσκοπικά, πιθανότατα και για να εξασφαλίσει την ψήφιση του ν/σ από μέρους της αντιπολίτευσης. Ομως, η ρύθμιση αναφέρει ότι τα μητρικά ΑΕΙ θα πρέπει να είναι αναγνωρισμένα στη χώρα τους και από τον ελληνικό ΔΟΑΤΑΠ και θα μπορούν να είναι «κρατικά ή μη», χωρίς να διευκρινίζει ότι πρέπει να είναι και μη κερδοσκοπικά.
• Η συμμετοχή του μητρικού ιδρύματος ορίζεται είτε με απευθείας συμμετοχή του επί του κεφαλαίου ίδρυσης είτε μαζί με άλλα νομικά ή φυσικά πρόσωπα μέσω συμφωνιών ακαδημαϊκής συνεργασίας που θεμελιώνουν τη σχέση εποπτείας του μητρικού ιδρύματος επί του παραρτήματός του. Δηλαδή δεν αποκλείεται η συνεργασία να είναι με τη μέθοδο του franchising, όπως ισχύει τώρα.
• Οι τίτλοι σπουδών θα σφραγίζονται από το υπουργείο Παιδείας και θα αποκτούν χαρακτήρα εκτελεστής διοικητικής πράξης. Δεν θα απαιτείται αναγνώριση από το ΔΟΑΤΑΠ, ενώ οι τίτλοι θα συνοδεύονται όχι μόνο από επαγγελματικά δικαιώματα, όπως τώρα, αλλά και ακαδημαϊκά, που προσφέρουν τη δυνατότητα μεταπτυχιακών σπουδών σε δημόσιο ΑΕΙ.
• Η αίτηση αδειοδότησης θα αξιολογείται από την ΕΘΑΑΕ. «Τα κριτήρια είναι τα πιο αυστηρά από κάθε άλλη χώρα της Ευρώπης», είπε ο υπουργός.
• Ο φάκελος της αίτησης θα πρέπει να αναφέρει το ύψος των διδάκτρων, κατάλογο των διδασκόντων με πιστοποιητικά των ακαδημαϊκών και επαγγελματικών προσόντων τους.
• Το μη κρατικό ΑΕΙ θα λειτουργήσει, για αρχή τουλάχιστον, τρεις σχολές, και το 80% του διδακτικού προσωπικού του πρέπει να κατέχει διδακτορικό τίτλο.
• Στο ξένο ΑΕΙ θα πρέπει να διεξάγεται συστηματικά έρευνα, η δε ποιότητα και ποσότητα του ερευνητικού έργου θα αναδεικνύονται μέσα από επιστημονικές δημοσιεύσεις, τις ερευνητικές υποδομές, τα ερευνητικά προγράμματα, την επίδραση της έρευνας στην κοινωνία, τη συμμετοχή των φοιτητών στην έρευνα. Υποχρεωτικά ένα ποσοστό των πόρων του ΑΕΙ θα πρέπει να διατίθεται στην έρευνα.
• Κάθε μη κρατικό ΑΕΙ θα πρέπει να διαθέτει ένα αυτοτελές κτίριο ή κτιριακό συγκρότημα αποκλειστικής χρήσης, σύγχρονη βιβλιοθήκη, υλικοτεχνικό εξοπλισμό και εργαστήρια ανάλογα με τις ειδικότητες που θα παρέχει.
• Για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητά του, το παράρτημα ξένου ΑΕΙ πρέπει να καταθέσει εγγυητικές επιστολές 500.000 ευρώ για κάθε μια σχολή του και παράβολο 500.000 ευρώ για τη χορήγηση άδειας ίδρυσης και λειτουργίας (συνολικό ελάχιστο ποσό 2 εκατ. ευρώ).
• Οι καθηγητές των δημοσίων ΑΕΙ δεν θα μπορούν ταυτόχρονα να διδάσκουν σε μη κρατικό.
Ιδιοκτήτες κολεγίων
Είναι ευχαριστημένοι οι ιδιοκτήτες των κολεγίων, που έπειτα από σχεδόν 20 χρόνια περιπέτειας με την αναγνώριση των πτυχίων τους –την πέτυχαν μέσω ενωσιακού δικαίου– τα ιδιωτικά κολέγια μπορούν να αναβαθμιστούν σε μη κρατικά πανεπιστήμια; Μάλλον μουδιασμένοι, με την κριτική τους να εστιάζεται σε δύο σημεία: στον τρόπο εισαγωγής και στην πιστοποίηση των προγραμμάτων. Χαρακτηριστικά, ο Νίκος Μακρυπλίδης, μέλος του Συνδέσμου Ιδιωτικών Κολεγίων, ανέφερε χθες στην «Κ» ότι «δεν είναι λογικό όσοι θέλουν να εισαχθούν σε ιδιωτικό ΑΕΙ να πρέπει να περάσουν από Πανελλαδικές Εξετάσεις, με τις οικογένειές τους να πληρώνουν φροντιστήρια, και κατόπιν να πρέπει να έχουν ξεπεράσει την ΕΒΕ που απαιτείται για τα δημόσια ΑΕΙ. Από την άλλη, γιατί πρέπει να εφαρμόζουμε κατά γράμμα το πρόγραμμα σπουδών που υλοποιείται στο μητρικό ΑΕΙ και να μην μπορούμε να έχουμε προγράμματα διαμορφωμένα με βάση τις ανάγκες της ελληνικής οικονομίας, τα οποία θα έχουν πιστοποιηθεί από το μητρικό ΑΕΙ;».
Η Σορβόννη ετοιμάζεται να «έρθει»στην Ελλάδα
Η Σορβόννη, σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον να δημιουργήσει παράρτημα στην Ελλάδα σε συνεργασία με το Γαλλικό Ινστιτούτο και γνωστό ιδιωτικό σχολείο που ακολουθεί τη φιλοσοφία του γαλλικού εκπαιδευτικού συστήματος. Το διάσημο γαλλικό πανεπιστήμιο ενδιαφέρεται να ξεκινήσει με σχολές θετικών και τεχνολογικών επιστημών (πληροφορική κ.ά.) και οι συζητήσεις θεωρείται ότι βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο. Το βήμα αυτό συνάδει με τη στρατηγική του γαλλικού πανεπιστημίου, το οποίο ήδη από το 2006 λειτουργεί παράρτημα στο Αμπου Ντάμπι των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.
Από την άλλη, χθες ο υπουργός Παιδείας Κυριάκος Πιερρακάκης επέλεξε να αναφέρει ενδεικτικά στο Yale, στο Johns Hopkins, στο Duke, στο New York University, στο Rochester Institute of Technology (όλα είναι ιδιωτικά και έχουν έδρα τις ΗΠΑ), που διαθέτουν παραρτήµατα σε ευρωπαϊκές και ασιατικές χώρες.
Την ίδια στιγµή, για την προσέλκυση στην Ελλάδα εµβληµατικών ξένων πανεπιστηµίων, ο κ. Πιερρακάκης δίνει τη δυνατότητα σε όσα ΑΕΙ καταλαµβάνουν µια από τις πρώτες θέσεις σε διεθνή κατάταξη να µπορούν να ιδρύσουν στην Ελλάδα µόνο µία σχολή (και όχι τρεις, όπως είναι το ελάχιστο), αλλά καταβάλλοντας παράβολα και εγγυητικές επιστολές για τρεις σχολές.
Προς το παρόν πάντως, εκτός από τις διεργασίες στα 33 ιδιωτικά κολέγια της χώρας, το µόνο που έχει προχωρήσει στις απαραίτητες ενέργειες για την ίδρυση παραρτήµατος στην Ελλάδα είναι το ιδιωτικό Πανεπιστήµιο Λευκωσίας σε συνεργασία µε το επενδυτικό σχήµα CVC Capital.
Βάρος στους ποιοτικούς δείκτες
Αυξάνεται το ποσοστό των κονδυλίων που θα λαμβάνουν τα δημόσια ΑΕΙ με βάση τα ποιοτικά κριτήρια. Ετσι, ενώ έως τώρα το 80% της κρατικής χρηματοδότησης μοιραζόταν στα δημόσια ΑΕΙ με βάση αντικειμενικούς δείκτες (σχολές, προσωπικό, φοιτητές) και το 20% με ποιοτικά κριτήρια που έχει ορίσει η Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ), με νομοσχέδιο του υπ. Παιδείας η αναλογία αλλάζει σε 70%-30%. Αυτό σημαίνει πως κάποια ΑΕΙ που μένουν χαμηλά στους ποιοτικούς δείκτες θα χάσουν κονδύλια υπέρ όσων βελτιώνονται στους ίδιους δείκτες. Πρόκειται για μια πρόβλεψη –εκ των συνολικά 170 που αφορούν τα δημόσια ΑΕΙ– του νομοσχεδίου που έχει τεθεί σε διαβούλευση.
Οπως ανέφερε χθες ο υπουργός Παιδείας Κυριάκος Πιερρακάκης, το νομοσχέδιο περιλαμβάνει σωρεία διατάξεων «που δημιουργούν ένα πλαίσιο για ένα σύγχρονο, εξωστρεφές, ποιοτικό, δημόσιο πανεπιστήμιο, και ικανοποιούν τα αιτήματα της πανεπιστημιακής κοινότητας και της Συνόδου των Πρυτάνεων».
Ενδεικτικά, εκτός από τη δημόσια χρηματοδότηση που αυξάνεται τα τελευταία χρόνια (από 92,4 εκατ. ευρώ το 2018 σε 133,52 ευρώ το 2023), στα ΑΕΙ θα δοθούν 475 εκατ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης, 279 εκατ. ευρώ από το ΕΣΠΑ και 700 εκατ. ευρώ για την κατασκευή και συντήρηση φοιτητικών εστιών με ΣΔΙΤ. Στο ίδιο πλαίσιο, τα ελληνικά δημόσια ΑΕΙ θα χρηματοδοτηθούν για να οργανώσουν στη χώρα μας κοινά μεταπτυχιακά προγράμματα σε συνεργασία με ξένα ΑΕΙ.
Μεταξύ των προβλέψεων περιλαμβάνονται τα ακόλουθα:
• Θεσμοθέτηση δυνατότητας εγγραφής ξένων φοιτητών στα ελληνόγλωσσα προπτυχιακά προγράμματα με δίδακτρα, με μαθήματα ελληνικής γλώσσας τον πρώτο χρόνο. Ο αριθμός των φοιτητών και το ύψος των διδάκτρων θα καθορίζονται από τα ΑΕΙ.
• Δυνατότητα διαφοροποίησης ύψους διδάκτρων ελληνόγλωσσων και ξενόγλωσσων προπτυχιακών και μεταπτυχιακών προγραμμάτων μεταξύ φοιτητών από χώρες της Ε.Ε. και τρίτες χώρες.
• Θεσμοθέτηση μετεγγραφών στα ξενόγλωσσα προγράμματα για ξένους φοιτητές.
• Μειώνεται η γραφειοκρατία κατά την αξιοποίηση των Ειδικών Λογαριασμών Κονδυλίων Ερευνας κάθε ΑΕΙ (θεωρούνται το «ταμείο» κάθε ιδρύματος, καθώς σε αυτό αποταμιεύονται οι αμοιβές των καθηγητών από ερευνητικά έργα), για την άρση του πλαφόν ανώτατης αμοιβής των καθηγητών από τον ΕΛΚΕ, για την καταγραφή της ακίνητης περιουσίας των ΑΕΙ.
• Ρυθμίζεται το θέμα της εκλογής πρύτανη από το συμβούλιο ώστε να προχωρεί η διαδικασία της εκλογής ακόμη κι αν κανένας υποψήφιος δεν συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία μεταξύ των έξι μελών του συμβουλίου. Συγκεκριμένα θα μετράται ως διπλή η ψήφος του πανεπιστημιακού που εξελέγη πρώτος κατά τις εκλογές στο ΑΕΙ.
• Ενσωματώνονται στο Δημοκρίτειο Παν. Θράκης όλα τα τμήματα της περιφέρειας που τώρα ανήκουν στο Διεθνές Παν. της Ελλάδος (με έδρα στη Θεσσαλονίκη).
Βέβαια, εν μέσω καταλήψεων και κινητοποιήσεων των φοιτητών (για σήμερα έχουν προγραμματιστεί νέα συλλαλητήρια σε διάφορες πόλεις της χώρας – στην Αθήνα θα ξεκινήσει από τα Προπύλαια στις 12 το μεσημέρι) οι πρυτάνεις εστιάζουν στη θεσμοθέτηση των μη κρατικών ΑΕΙ, που περιλαμβάνεται στο ίδιο ν/σ. Χαρακτηριστικά, ο κ. Ιωάννης Χατζηγεωργίου, πρύτανης του ΕΜΠ, δήλωνε χθες στην «Κ»: «Ευελπιστώ ότι η κατάθεση του νομοσχεδίου θα λειτουργήσει καταλυτικά και κατευναστικά για την αναστάτωση και την ένταση που δημιουργήθηκαν το τελευταίο διάστημα στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης. Σε κάθε περίπτωση, το ΕΜΠ δεν έχει τίποτε να φοβηθεί από την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων. Το εξαιρετικό διδακτικό και ερευνητικό του προσωπικό, η ποιότητα των φοιτητών μας και οι επιδόσεις των αποφοίτων μας αποτελούν τους καλύτερους πρεσβευτές του κύρους του ΕΜΠ. Ταυτόχρονα, όμως, η πολιτεία οφείλει να θωρακίσει έμπρακτα και ουσιαστικά το δημόσιο πανεπιστήμιο και τη δημόσια ανώτατη εκπαίδευση, η οποία αποτελεί κατάκτηση της ελληνικής κοινωνίας και συνέβαλε όσο τίποτε άλλο στην οικοδόμηση της χώρας. Η στήριξη την οποία η πολιτεία οφείλει, δεν μπορεί να είναι μόνο οικονομική. Είναι υποχρέωσή της να εμπλέξει ενεργά και ουσιαστικά τους ακαδημαϊκούς δασκάλους, επιστήμονες και ερευνητές σε όλες τις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει στοχεύοντας στην κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη του τόπου». Επίσης, μεταξύ των πρώτων επίσημων αντιδράσεων στο ν/σ ήταν της Συγκλήτου του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου, που εξέφρασε την αντίθεσή της στα μη κρατικά ΑΕΙ.
Η διαβούλευση επί του ν/σ θα κρατήσει δέκα ημέρες, με τους παρατηρητές να θυμούνται τους 17 μήνες διαβούλευσης για τον νόμο 4009/2011 επί υπουργίας Άννας Διαμαντοπούλου, που ψηφίστηκε από τη Βουλή με 255 ψήφους.
Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ – Απόστολος Λακασάς