Η Ελευθερία, λέει η μητέρα της, από μικρή αντιλαμβανόταν τα πράγματα πάρα πολύ γρήγορα και σωστά. Τα παιχνίδια της, ιδιαίτερα τα επιτραπέζια, τα μάθαινε, τα έλυνε και μετά τα βαριόταν. Η παιδίατρος είχε πει από νωρίς στους γονείς της ότι είναι διαφορετικό παιδί, αλλά εκείνοι τα έβαλαν κάτω και αποφάσισαν ότι θα ήθελαν να μεγαλώσει σαν παιδί. «Και βλέπουμε». Στην Α΄ Δημοτικού, όμως, η ιδιαιτερότητα άρχισε να αποτελεί πρόβλημα. Το σχολείο τής φαινόταν βαρετό. «Γιατί δεν μπορούν να καταλάβουν ότι 1+1 κάνει 2; Γιατί πρέπει να το λέει η δασκάλα κάθε μέρα; Εγώ μπορώ να κάνω κάτι άλλο για να περάσει η ώρα;». Μην ξέροντας τι άλλο να κάνουν, οι γονείς της άρχισαν να αναζητούν εξωσχολικές δραστηριότητες. «Πήγαμε ωδείο. Μου λέει η δασκάλα της ότι δεν μπορεί να ξεκινήσει ακόμη, διότι είναι πολύ μικρά τα δάχτυλά της. Η μικρή επέμενε και μπήκε στην αίθουσα για να δοκιμάσει το πιάνο. Επειτα από 20 λεπτά βγήκε έξω η δασκάλα και μου λέει: “Το παιδί είναι ταλαντούχο. Μόνο άλλο ένα τέτοιο παιδί έχω ξανασυναντήσει”». Κάτι αντίστοιχο συνέβη και με το σκάκι που ξεκίνησε στη Β΄ Δημοτικού. Στο μεταξύ, διάβαζε συνεχώς βιβλία και ζητούσε να γραφτεί σε ομίλους για μεγαλύτερα παιδιά, όπως τον όμιλο ρητορικής. «Εκεί έβρισκε τον εαυτό της». Με αγωνία η κόρη τους να διατηρήσει την παιδικότητά της, αλλά παράλληλα να εξερευνήσει την προφανή ιδιαιτερότητά της, την έγραψαν στη «Χαρισμάθεια», τον οργανισμό που μεριμνά για την αναγνώριση, υποστήριξη και ανάπτυξη των χαρισματικών παιδιών. Γιατί αυτό ήταν η Ελευθερία, κι ας ήταν δύσκολο να το παραδεχθούν.
Είναι περίεργο, αλλά αυτή ήταν κοινή συνισταμένη στις μαρτυρίες γονέων που συγκεντρώσαμε για το ρεπορτάζ. Η άρνηση. Οι περισσότεροι καθυστέρησαν να αποδεχθούν το προφανές, να πουν τα πράγματα με τ’ όνομά τους: Το παιδί μου είναι χαρισματικό. Οπως κάθε ιδιαιτερότητα, και η χαρισματικότητα έχει ειδικές ανάγκες και κυρίως μεγάλες αγωνίες. Τα χαρισματικά παιδιά –που αποτελούν το 2% του πληθυσμού, με το 1% να έχει ανάγκη ειδικής εκπαίδευσης– δεν είναι μια ομοιογενής ομάδα. Η έννοια της χαρισματικότητας είναι πολυπαραγοντική και οι εκφάνσεις της ποικίλλουν. Με τη βοήθεια του Αλέξανδρου Παπανδρέου, ιδρυτή της «Χαρισμάθειας», επιχειρούμε να περιγράψουμε τα χαρισματικά παιδιά: έχουν υψηλή αντιληπτική ικανότητα, δυνατότητα για υπερυψηλές επιδόσεις σε μια πληθώρα αντικειμένων, εσωτερικό σημείο προσδιορισμού που τα σπρώχνει να εκφραστούν και ισχυρά κίνητρα. Ως επί το πλείστον παρουσιάζουν συναισθηματική σταθερότητα και ηγετικά χαρακτηριστικά, περιέργεια να επεξεργαστούν τον περίγυρό τους, ανεπτυγμένο λεξιλόγιο, υψηλό αίσθημα δικαίου, ευαισθησία στις έννοιες του καλού και του κακού, ωριμότητα και χιούμορ. Eχουν όμως κι άλλα κοινά χαρακτηριστικά. Βιώνουν σε μεγάλο βαθμό αποξένωση και το αίσθημα ότι ο περίγυρός τους αδυνατεί να τα κατανοήσει. Οπως η Ελευθερία, στο σχολείο συχνά βαριούνται, οπότε η χαρισματικότητά τους συχνά συγχέεται με κάποιου είδους μαθησιακή ή αναπτυξιακή δυσκολία. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα περισσότερα παιδιά στη «Χαρισμάθεια» έχουν καταλήξει εκεί από ΚΕΔΑΣΥ (κέντρα διάγνωσης ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών), όπου είχαν παραπεμφθεί από το σχολείο. Φυσικά οι έμπειροι επιστήμονες εκεί διέγνωσαν αμέσως το υψηλό νοητικό τους δυναμικό.
Ο Γιώργος –15 ετών σήμερα– ήταν ξεχωριστός από μωρό. «Eκανε τα πράγματα πολύ νωρίς και με φοβερή άνεση», λέει η μαμά του, Φωτεινή Γλυκού. «Μίλησε πολύ γρήγορα, περπάτησε πολύ γρήγορα, έμαθε μόνος του να διαβάζει, έμαθε μόνος του αγγλικά, απέκτησε μεγάλη άνεση στα Μαθηματικά και στους υπολογιστές. Θυμάμαι έξι μηνών να έχει πάρει ένα βιβλίο και να το κρατά με τρόπο που έδειχνε ότι έχει καταλάβει την έννοια βιβλίο. Μας φαινόταν παράξενο, αλλά όσο περνούσε ο καιρός γινόταν όλο και πιο αισθητό. Στην παιδική χαρά τραγουδούσε τραγούδια του Θεοδωράκη και μεγαλύτερα παιδιά από αυτόν ακόμα δεν μιλούσαν. Μας έφερνε λίγο σε δύσκολη θέση», ομολογεί. Είναι κατανοητό. Στη μικροκοινωνία της παιδικής χαράς είναι εύκολο να απομονωθείς, ακόμα και να στοχοποιηθείς.
Τελικά στοχοποιήθηκε στο σχολείο. «Eχει πρόβλημα», έλεγαν στους γονείς του οι δάσκαλοι στο δημοτικό. «Ενοχλεί την τάξη», «με κοιτάει στα μάτια», «πετάγεται». «Μόνο μία εκπαιδευτικός φαίνεται ότι είχε καταλάβει. “Ο Γιώργος δεν θα βρει τον δρόμο του, θα τον χαράξει”, μας είχε πει». «Σε όλο το δημοτικό όμως ήμασταν συνέχεια σε πολύ άσχημη κατάσταση γιατί δεν ξέραμε εάν όντως έχει κάποιο πρόβλημα το παιδί». Με τον άνδρα της, Ηρακλή Βαρλάμη, έτρεχαν συχνά-πυκνά σε ειδικούς, οι οποίοι τους καθησύχαζαν. «Το παιδί είναι απλώς πανέξυπνο». Το πώς αυτό αντανακλούσε στην καθημερινότητά τους ήταν άλλο ζήτημα. «Δεν με νοιάζει τι IQ έχει, εμένα με ενδιαφέρει να φέρω όλα τα παιδιά στον μέσο όρο», τους είχε πει ωμά μια δασκάλα. «Το σύστημα είναι ανίκανο και να διαγνώσει, να αποδεχθεί και να διαχειριστεί αυτά τα παιδιά. Το μόνο που κάνει είναι να τα ενοχοποιεί. Αυτή είναι η εμπειρία μου ως μάνα».
«Δεν με νοιάζει τι IQ έχει, εμένα με ενδιαφέρει να φέρω όλα τα παιδιά στον μέσο όρο», είχε πει ωμά μια δασκάλα στη Φωτεινή Γλυκού, μητέρα του Γιώργου. «Το σύστημα είναι ανίκανο και να διαγνώσει, να αποδεχθεί και να διαχειριστεί αυτά τα παιδιά. Το μόνο που κάνει είναι να τα ενοχοποιεί».
Σύμφωνα με το ν. 3699/2008 για την ειδική αγωγή, ως άτομα με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες θεωρούνται και οι μαθητές «με μία ή περισσότερες νοητικές ικανότητες και ταλέντα που υπερβαίνουν τα προσδοκώμενα για την ηλικιακή τους ομάδα». «Και μετά τι;» λέει ο καθηγητής Ψυχολογίας του ΕΚΠΑ Αλέξανδρος-Σταμάτιος Αντωνίου, ο οποίος έχει ασχοληθεί εκτενώς ερευνητικά με τα χαρισματικά και ταλαντούχα παιδιά. «Δεν υπάρχει θεσμοθετημένο πλαίσιο. Οι γονείς, με δική τους πρωτοβουλία, προστρέχουν στην ιδιωτική πρωτοβουλία για διάγνωση, αλλά δεν υπάρχουν και πολλά να κάνουν στη συνέχεια». Τι θα μπορούσε να γίνει; «Οι δύο μεγάλοι άξονες είναι η επιτάχυνση και ο εμπλουτισμός. Επιτάχυνση είναι να δίνεται η δυνατότητα στο παιδί να προχωρήσει μία-δύο τάξεις, η πρώιμη εισαγωγή του παιδιού στην Α΄ Δημοτικού. Ή ακόμα και η πρώιμη εγγραφή στο πανεπιστήμιο».
Σε άλλες χώρες
Η δυνατότητα αυτή δίνεται σε χώρες όπως οι ΗΠΑ και η Αυστραλία. «Από την άλλη πλευρά, απαιτείται και εμπλουτισμός της μαθησιακής διαδικασίας, που φυσικά δεν προβλέπεται στην Ελλάδα. Οι γονείς προστρέχουν και πάλι σε εξωσχολικές δομές, συλλόγους, ομίλους, προκειμένου να εξελίξουν τις δεξιότητες και τα ταλέντα του παιδιού τους. Δεν έχουν προφανώς όλοι αυτή τη δυνατότητα. Αυτός είναι ένας λόγος που οι γονείς δυσκολεύονται να αποδεχθούν την ιδιαιτερότητα του παιδιού τους. Τι γίνεται όταν έχεις μια διάγνωση, ξέρεις ότι πρέπει να κάνεις κάποια πράγματα αλλά δεν έχεις τα μέσα; Είναι χειρότερο από το να είσαι στην άγνοια».
2% των παιδιών ανήκουν στην κατηγορία των χαρισματικών. Τα μισά από αυτά εκτιμάται ότι έχουν ανάγκη ειδικής εκπαίδευσης.
Συχνά οι γονείς των χαρισματικών παιδιών ακούν: «Μην ανησυχείτε, θα τα καταφέρει, είναι έξυπνος». «Δεν αρκεί να είσαι έξυπνος», τονίζει ο κ. Αντωνίου. «Χρειάζεται οργάνωση, χρειάζεται καθοδήγηση. Θεωρούμε αυτονόητο συχνά ότι επειδή το παιδί είναι μπροστά στην ακαδημαϊκή επίδοση, θα είναι εξίσου ανεπτυγμένο και στα άλλα πεδία του βίου. Δεν συμβαίνει αυτό. Υπάρχουν σοβαρά θέματα κοινωνικής προσαρμογής, κοινωνικής απομόνωσης, περιθωριοποίησης. Μάλιστα, έχουμε περιπτώσεις αυτοκτονικού ιδεασμού των παιδιών που έχουν περιορισμένη κοινωνική επικοινωνία. Και βεβαίως, όταν αφήνεις το παιδί στην υπάρχουσα εκπαιδευτική πραγματικότητα χωρίς να λαμβάνεις κανένα ιδιαίτερο μέτρο, υπάρχει και το θέμα της ανίας. Που καθίσταται τελείως αρνητική και παράγοντας παλινδρόμησης για τη σχολική επίδοση. Δεν είναι τυχαίο ότι έχουμε τους λεγόμενους gifted underachievers. Χαρισματικά παιδιά με χαμηλές επιδόσεις». Σύμφωνα με τον ίδιο, είναι κρίσιμο η πολιτεία να δημιουργήσει το πλαίσιο για την εκπαίδευση των χαρισματικών παιδιών. «Εχουμε παγιδευτεί στα στερεότυπα και στους δογματισμούς περί αριστείας και αδυνατούμε να καταλάβουμε ότι, όπως και για τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες, απαιτείται συμπεριληπτικό πλαίσιο και για αυτά τα παιδιά».
Η παρεξήγηση περί τεμπελιάς
Τα χαρισματικά παιδιά δεν είναι απαραιτήτως άριστοι μαθητές, εξηγεί η διευθύντρια του Κέντρου για Χαρισματικά Παιδιά του Κολεγίου Ανατόλια (CTY) Γεωργία Τσουλφά. «Οι συμπεριφορές τους σε μια τυπική τάξη δεν είναι αυτές που ενδεχομένως περιμένεις από ένα χαρισματικό παιδί. Μπορεί να είναι μια συμπεριφορά που θα την παρερμηνεύσουμε. Ενας αδιάφορος μαθητής μπορεί να φανεί τεμπέλης μαθητής. Η αδιαφορία όμως είναι γιατί έχει αφομοιώσει την ύλη γρήγορα και θέλει να προχωρήσει παρακάτω». Οπως λέει επίσης, ένα χαρισματικό παιδί μπορεί να έχει ειδικό ενδιαφέρον σε έναν τομέα, όπως στην Ιστορία, και αλλού να είναι αδύναμο.
Το CTY πραγματοποιεί σεμινάρια για εκπαιδευτικούς που έχουν ακριβώς αυτόν τον στόχο, να τους παρέχουν τα εργαλεία να ερμηνεύουν σωστά τη συμπεριφορά των χαρισματικών παιδιών. «Βλέπουμε συχνά εκπαιδευτικούς να μη σκύβουν πάνω στον χαρισματικό μαθητή με τη λογική ότι θα τα βγάλει πέρα μόνος του. Κι όμως, αυτό το παιδί θα μπορούσε να πάει από το Α στο Ω και εμείς το κρατάμε στο Κ γιατί δεν μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε», λέει η κ. Τσουλφά. «Οταν ένας χαρισματικός μαθητής έχει τελειώσει τις δέκα ασκήσεις Μαθηματικών που του έχουν δοθεί, δεν έχει νόημα να του δώσεις άλλες δέκα. Θα το καταστρέψεις, θα βαρεθεί και θα πάψει να έχει ενδιαφέρον για αυτό που του προκάλεσε αρχικά τον ενθουσιασμό. Ας του δώσεις μια άσκηση κλιμακούμενης δυσκολίας ή ένα πρότζεκτ. Να φέρουμε αυτό που διδάσκουμε στα μέτρα του παιδιού. Στη Βιολογία τα παιδιά μαθαίνουν τη δομή του DNA και ποιος το ανακάλυψε, αλλά δεν στέκονται σε αυτά. Αντίθετα, για αυτά έχει αξία το ερώτημα “πού θα εμπιστευόσασταν αυτό το γενετικό μόριο με αυτή την πληροφορία”. Με λίγα λόγια, δεν πρέπει να στεκόμαστε μόνο στη γνώση αλλά στην αξία της γνώσης. Αυτό που ζητούν είναι να παράγουν καινούργια γνώση χρησιμοποιώντας τα δεδομένα που τους δίνονται. Πώς συνδέεται αυτό το κομμάτι της γνώσης με τον πραγματικό κόσμο. Ο χαρισματικός και ταλαντούχος μαθητής διψάει για γνώσεις με ουσία, με ένα πραγματικό νόημα. Γι’ αυτό και τα χαρισματικά και ταλαντούχα παιδιά διαχειρίζονται με πολύ μεγάλη ευκολία έννοιες που εμείς δυσκολευόμαστε, όπως δικαιοσύνη, δημοκρατία».
Ο ορισμός
Σύμφωνα με το ν. 3699/2008 για την ειδική αγωγή, ως άτομα με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες θεωρούνται και οι μαθητές «με μία ή περισσότερες νοητικές ικανότητες και ταλέντα που υπερβαίνουν τα προσδοκώμενα για την ηλικιακή τους ομάδα».
Περιμέναμε πολλά από αυτόν
Σοφία Παναγουλοπούλου
Μητέρα αγοριού 9 ετών
«Τον βλέπαμε στην οικογένεια ότι ήταν προχωρημένος στην αντίληψη. Διάβαζε από τα 4, ήθελε συνεχώς να μαθαίνει πράγματα, έκανε μαθηματικές πράξεις. Επειδή ήταν προχωρημένος σε σχέση με τα άλλα παιδιά στο σχολείο, ψάχναμε τρόπο να του κρατήσουμε το ενδιαφέρον. Στη Γλώσσα, για παράδειγμα, ήταν στο επίπεδο της Γ΄ Δημοτικού ενώ πήγαινε Πρώτη. Μια δασκάλα είδε ότι χρειαζόταν κάτι παραπάνω και δεν μπορούσε η ίδια να το δώσει. Μας πρότεινε τη “Χαρισμάθεια”. Εκεί έκανε ένα τεστ για να δούμε αν μπορεί να αντεπεξέλθει. Τα αποτελέσματα ήταν σοκαριστικά για εμάς. Είχε πει ότι τον καταπιέζουμε. Τελικά εννοούσε ότι επειδή βλέπαμε ότι είχε ικανότητες, άθελά μας περιμέναμε πράγματα από αυτόν. Οταν του λέγαμε στα 6 να κάνει μια διαίρεση, μπορεί να μην ήθελε. Αυτά τα παιδιά συγκρίνουν τον εαυτό τους με τους άλλους. Οπότε ξεκινήσαμε εκεί. Είχε πολύ μεγάλη πρόοδο. Η χαρισματικότητα είναι κάτι καλό, σου δίνει χαρά, αλλά είναι και άγχος για την οικογένεια».
Σαν να είχε ζήσει κι άλλες ζωές
Βασίλης Μουστάκας και Ρόη Χάικου
Γονείς 10χρονου κοριτσιού
«Ενώ ξεκίνησε να μιλάει από πολύ νωρίς και ασχολιόταν πάντα με πολλά πράγματα –old soul τη λέγαμε, σαν να είχε ζήσει κι άλλες ζωές και τις κουβαλούσε στη μνήμη της–, δεν θεωρήσαμε ότι είναι κάτι πολύ διαφορετικό από τα άλλα παιδιά. Ισως γιατί θέλαμε να πατάμε στη γη, να το ενδυναμώσουμε, να γίνει καλό και ευγενικό παιδί και όχι bully. Hταν όμως παιδί με ιδιαίτερα ανεπτυγμένη την ενσυναίσθηση και την επαγωγική και παραγωγική σκέψη, την ανάλυση και υπερανάλυση. Είχε αρχίσει να μας ανησυχεί γιατί δεν μπορούσε εύκολα να ενταχθεί στο περιβάλλον της ηλικίας της. Μπορούσε πολύ εύκολα να συναναστραφεί πιο μικρά ή πιο μεγάλα παιδιά. Τα πρώτα γιατί είναι προστατευτική και οργανωμένη και τα άλλα γιατί της κέντριζαν το ενδιαφέρον. Δεν ζοριζόταν ιδιαίτερα στο σχολείο, δεν ήταν πρόκληση. Δεν τη διαβάσαμε ποτέ. Ηταν πολύ εύκολη η μετάβαση από το νηπιαγωγείο στο δημοτικό, αλλά κάτι μέσα μας μάς έτρωγε ότι κάτι παραπάνω πρέπει να δώσουμε. Δεν έχει χαρακτηριστικά διάνοιας ή υπερευφυΐας. Είναι ένα στερεοτυπικό παιδί αλλά με διαφορετικό τρόπο σκέψης, που φαίνεται από το πώς γράφει εκθέσεις ή το πώς αναλύει ποιήματα».
Κρατούσε τον εαυτό του κάτω
Ε. Κ.
Μητέρα αγοριού 11 ετών
«Δεν μου αρέσει ο όρος “χαρισματικό”. Ο άλλος νομίζει ότι καυχιέσαι για το παιδί σου. Εχω δύο γιους. Ο μεγάλος μίλησε πολύ νωρίς και περπάτησε πολύ νωρίς, χωρίς όμως να μας κάνει εντύπωση. Δεκαοκτώ μηνών έπιανε κουβέντα με τους γονείς των άλλων παιδιών στις κούνιες. Στα δύο, στο αυτοκίνητο σε σημείο από όπου δεν είχαμε ξαναπεράσει, μας είπε “από εδώ έχει νοσοκομείο”. Είχε δει την ταμπέλα. Μεταξύ μας λέγαμε να μη λέμε ότι είναι έξυπνος γιατί θα μας πάρουν στο ψιλό. Στην Α΄ Δημοτικού η δασκάλα του μου λέει ότι το παιδί είναι πάνω από τον μέσο όρο, “βλέπω πολλά παιδιά και σας το λέω”. Πάλι δεν έδωσα σημασία, όχι για κάποιο λόγο, απλώς δεν καταλάβαινα. Στη Β΄ Δημοτικού είχε πιο άπειρη δασκάλα, που τη μια με έπαιρνε να μου πει πόσο καλός είναι και ότι αντιλαμβάνεται πράγματα που δεν ταιριάζουν στην ηλικία του και από την άλλη ότι είναι προβληματικός, ότι κάνει φασαρία γιατί θέλει να τραβάει την προσοχή. Με είχαν καλέσει και στην ψυχολόγο του σχολείου, που μου είπε ότι κινείται στα όρια του χαρισματικού. Γυρνάω σπίτι και λέω δεν γίνεται να με παίρνουν και να μου λένε μια το ένα μια το άλλο και κλείνω ραντεβού με ειδικό να δω τι συμβαίνει. Εχει μαθησιακό πρόβλημα ή είναι χαρισματικό; Ο αναπτυξιολόγος βρήκε ότι έχει υψηλό IQ. Στο σχολείο είχαμε προβλήματα. Μια δασκάλα έλεγε στα άλλα παιδιά “μην του μιλάτε, θέλει να τραβήξει την προσοχή πάνω του”. Κρατούσε τον εαυτό του προς τα κάτω για να μη διαφέρει από τους άλλους. Εχω πολύ άγχος για το μέλλον. Νιώθω ευθύνη. Πρέπει να τον βοηθήσουμε».
Αισθάνεται ότι δεν είναι μόνη
Νατάσσα Αγγελή
Μητέρα κοριτσιού 12 ετών
«Εμείς δεν λέμε ότι είναι χαρισματική η κόρη μας, αλλά πολυτάλαντη. Δεν διάβαζε στα 3, ούτε έλυνε εξισώσεις. Στον παιδικό σταθμό είχαν διακρίνει κάποια πράγματα σε σχέση με τη ζωγραφική. Ο καθένας το παιδί του το βλέπει μοναδικό. Εμείς ως γονείς ήμασταν πιο συγκρατημένοι. Πάντα βλέπαμε τις ζωγραφιές των άλλων παιδιών πιο ωραίες. Μέχρι που διακρίθηκε σε διαγωνισμό του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης. Ακόμα και τότε που ήρθε η επιβεβαίωση, και εγώ και ο μπαμπάς της είπαμε ότι προφανώς κάτι συμβαίνει. Εκεί της είπαμε να μην ακούει αυτά που λέμε εμείς γιατί δεν ξέρουμε, να ακολουθεί το ένστικτό της και εμείς θα τη στηρίζουμε. Πλέον ασχολείται με πάρα πολλά πράγματα και όλα με υψηλές επιδόσεις. Στη Γλώσσα είναι επίπεδο Γ΄ Γυμνασίου. Παίζει πιάνο, τώρα θέλει ηλεκτρική κιθάρα. Ενίοτε βαριέται στο σχολείο. Παρακολουθεί course του CTU (σ.σ. Κέντρο για Χαρισματικά και Ταλαντούχα Παιδιά του Anatolia) και το πρόγραμμα στη “Χαρισμάθεια”. Βγαίνει από το τρίωρο μάθημα πολύ χαρούμενη. Αισθάνεται ότι δεν είναι μόνη της, ότι υπάρχουν κι άλλα παιδιά με τα ίδια ενδιαφέροντα, που σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο, που τους απασχολούν τα ίδια θέματα. Εχει κοινωνικές αναζητήσεις. Κι εμείς είμαστε μια τυπική ελληνική οικογένεια που συζητάει τα προβλήματα της καθημερινότητας, όχι το τι συμβαίνει στον κόσμο. Εγώ είμαι υπάλληλος σε εταιρεία και ο μπαμπάς της αυτοκινητιστής. Δεν την έχουμε πει χαρισματική, να αποφύγουμε την ταμπέλα, να μην το πάρει πάνω της. Τώρα προσπαθούμε να της δώσουμε ώθηση γιατί τελικά είδαμε ότι οι ήπιοι τόνοι έχουν αντίκτυπο και στην ίδια και δεν καταλαβαίνει αυτά που καταφέρνει. Προσπαθούμε να την κάνουμε να αισθάνεται ότι είναι μοναδική αλλά όχι η μόνη. Οτι μπορεί να καταφέρει πράγματα αλλά θέλει κόπο».
Νόμιζαν ότι είχα πρόβλημα
Γιώργος
Γ΄ Γυμνασίου
«Μεγαλώνοντας είχα διαφορετικά ενδιαφέροντα από τα άλλα παιδιά. Βρίσκαμε φυσικά κοινά, αλλά ένιωθα ότι καταλάβαινα περισσότερα πράγματα. Κάποιοι δάσκαλοι δεν καταλάβαιναν και κάποιοι καταλάβαιναν αλλά δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι παραπάνω από το συμβατικό μάθημα. Οι περισσότεροι όμως νόμιζαν ότι κάτι είχα, κάποιο πρόβλημα. Ισως γιατί μπορεί να έλεγα αστεία να γελούν τα παιδιά επειδή βαριόμουν, ή επειδή δεν πρόσεχα. Πάντα προσέχω, απλώς κάνω και άλλα πράγματα ταυτόχρονα. Μια φορά με πήγαν στον διευθυντή γιατί έλυνα πιο δύσκολες ασκήσεις Μαθηματικών. Με έχει δυσκολέψει λίγο στη ζωή μου αυτό, αλλά μέσα από αυτές τις δυσκολίες έχω καταφέρει να μάθω πράγματα. Οπότε ίσως δεν με έχει δυσκολέψει αλλά με έχει διευκολύνει».
Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ