«Σπουδάστε αυτό που θέλετε, ακόμη και ένα αντικείμενο που δεν βρίσκεται μεταξύ των λεγόμενων “υψηλής ζήτησης” στην αγορά εργασίας. Αλλά να ξέρετε ότι είναι απαραίτητο να αποκτήσετε τις δεξιότητες που χρειάζεται η αγορά εργασίας». Με αυτή την προτροπή προς τους νέους έκλεισε χθες την παρουσίασή του ο Γιώργος Δουκίδης, καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και ιδρυτής του Εργαστηρίου Ηλεκτρονικού Επιχειρείν (ELTRUN) στο ίδρυμά του. Η τοποθέτηση του γνωστού πανεπιστημιακού, στο πλαίσιο μεγάλης έρευνας για την ανάγκη γεφύρωσης του χάσματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας, έγινε συγκυριακά χθες – δηλαδή μία ημέρα πριν από την έναρξη των Πανελλαδικών Εξετάσεων για τα ΑΕΙ.
Ο,τι κι αν σπουδάσουν, οι πτυχιούχοι όταν βγουν στην αγορά εργασίας πρέπει να διαθέτουν δεξιότητες όπως προσαρμοστικότητα, ενδιαφέρον για γνώση, ανάληψη πρωτοβουλιών, κριτική σκέψη, ικανότητα διαχείρισης του χρόνου, ανθεκτικότητα, ομαδικότητα, πειθαρχία, υπομονή, ικανότητα επικοινωνίας με σαφήνεια στον προφορικό και γραπτό λόγο, αντίληψη του επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Βεβαίως, το μεγάλο έλλειμμα της αγοράς εργασίας αφορά τους τομείς και τις ειδικότητες της πληροφορικής. Και για την κάλυψή τους η πολιτεία και τα πανεπιστήμια οφείλουν να δράσουν άμεσα.
Ειδικότερα, σύμφωνα με μελέτη της ΕΥ Ελλάδος, του ELTRUN και της Endeavor Greece, για να πραγματοποιηθεί το αναπτυξιακό άλμα που χρειάζεται η Ελλάδα, να μειωθεί σημαντικά η ανεργία και να αναπληρωθεί το ένα εκατομμύριο θέσεων εργασίας που χάθηκαν λόγω της οικονομικής κρίσης και του brain drain, η Ελλάδα πρέπει να δημιουργήσει τα επόμενα χρόνια μερικές εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης. Ομως, από τα 430 πανεπιστημιακά τμήματα, μόνο τα 219 (51%) είναι προσανατολισμένα στο παραγωγικό αναπτυξιακό άλμα της Ελλάδας, παρέχοντας στους αποφοίτους άμεσες προοπτικές απασχόλησης στην ιδιωτική οικονομία. Ενδεικτικά, σε 42 τμήματα οι απόφοιτοι έχουν κύρια (ή μοναδική) επαγγελματική αποκατάσταση μια θέση στο Δημόσιο. Αντίστοιχη είναι η εικόνα και στα μεταπτυχιακά προγράμματα, όπου ενώ καταγράφεται ποσοτική επάρκεια ως προς τον αριθμό και τους φοιτητές των προγραμμάτων, διαπιστώνεται υπερσυγκέντρωση στις επιστήμες υγείας και τις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες. Ποιοι είναι αυτοί οι επιστημονικοί τομείς με τη μεγαλύτερη δυναμική με βάση τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας; Διοικητικών και οικονομικών επιστημών, επιστημών μηχανικού, γεωπονίας και επιστημών περιβάλλοντος και, φυσικά, προέχει η πληροφορική.
Το χάσμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας αποτυπώνεται από πληθώρα στοιχείων. Ενδεικτικά, στα ελληνικά ΑΕΙ εισέρχονται ετησίως περίπου 70.000 φοιτητές και αποφοιτούν περίπου 50.000. Από όσους αποφοιτούν, οι 30.000 σχετίζονται με ειδικότητες που υποστηρίζουν την παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων με μεγάλη προστιθέμενη αξία, την ανάπτυξη επιχειρήσεων που είναι διεθνώς ανταγωνιστικές, καθώς και την καινοτόμο επιχειρηματικότητα με υψηλής ποιότητας θέσεις εργασίας. Δηλαδή έχουν σπουδάσει ειδικότητες που υπηρετούν το αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας. Και όμως, μόνο οι 10.000 έχουν τις αναγκαίες δεξιότητες για να εισέλθουν άμεσα στην αγορά εργασίας.
Οι κλάδοι που αναζητούν τους περισσότερους εργαζομένους είναι η πληροφορική, ο ξενοδοχειακός τομέας και η εστίαση.
Μάλιστα, μεταξύ 2020 και 2023 πενταπλασιάστηκαν οι αναζητήσεις εργαζομένων από επιχειρήσεις. Οι κλάδοι που αναζητούν τους περισσότερους εργαζομένους είναι η πληροφορική (32,5%), ο ξενοδοχειακός τομέας και η εστίαση (12,2%), και ο κλάδος των επαγγελματικών υπηρεσιών (12%).
Ως προς τις τεχνολογικές επιστήμες, το ακαδημαϊκό έτος 2023-2024, το 30,7% των τμημάτων έδινε έμφαση στις σπουδές STEM (ακρωνύμιο στα αγγλικά της επιστήμης, τεχνολογίας, μηχανικής και μαθηματικών), ωστόσο παρατηρείται έλλειψη αποφοίτων στην πληροφορική. Μάλιστα, ο αντίστοιχος μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 27%. «Ετησίως αποφοιτούν 6.000 πτυχιούχοι στην πληροφορική και η ζήτηση προσεγγίζει τις 8.000. Η πεντάδα χωρών που προσελκύουν επενδύσεις πληροφορικής είναι η Πολωνία, η Πορτογαλία, η Βουλγαρία, η Ρουμανία και η Ελλάδα, που ξεπέρασε τη μαστιζόμενη από τον πόλεμο Ουκρανία. Εάν βρούμε 10.000 πτυχιούχους, η χώρα μας μπορεί να εξελιχθεί σε Ελντοράντο της πληροφορικής», παρατήρησε ο κ. Δουκίδης.
Και τι πρέπει να κάνουν οι πτυχιούχοι ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών; Μήπως πρέπει να μειωθεί ο αριθμός των εισακτέων των αντίστοιχων τμημάτων ΑΕΙ; Η απάντηση είναι αρνητική. Μεταξύ των άμεσων ενεργειών είναι επαγγελματική αξιοποίηση 20.000 αποφοίτων ετησίως από γνωστικά αντικείμενα που δεν σχετίζονται με το αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας. Από την άλλη, οι πτυχιούχοι τέτοιων επιστημών πρέπει να γνωρίζουν ότι οι μεταπτυχιακές σπουδές βοηθούν για να ενισχύσουν τις δεξιότητές τους. Για παράδειγμα, οι απόφοιτοι Ψυχολογίας είναι πολύ χρήσιμοι στις διευθύνσεις ανθρωπίνου δυναμικού των εταιρειών.
Μεταξύ των προτάσεων για την αντιμετώπιση του χάσματος ΑΕΙ – αγοράς εργασίας που κατέθεσαν οι συντάκτες της έρευνας, είναι πρόγραμμα εξειδίκευσης και επανειδίκευσης ενός εκατομμυρίου ανέργων και εργαζομένων και εκπαίδευση 15.000 νέων επιστημόνων ετησίως με προχωρημένες ψηφιακές δεξιότητες.
Ιδιαίτερη πρόταση είναι η δημιουργία επτά περιφερειακών κέντρων τεχνολογικής ανάπτυξης και καινοτομίας. Αυτές θα είναι σε Κοζάνη – Καστοριά, Ιωάννινα – Κέρκυρα, Πάτρα, Ηράκλειο – Χανιά, Λάρισα – Βόλο, Ξάνθη – Καβάλα και νησιά του Αιγαίου (Σάμος, Σύρος, Χίος).
Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ – Απόστολος Λακασάς