Με αφορμή τα (κατά γενική διαπίστωση δυσκολότερα σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές) θέματα της Φυσικής οι πανελλήνιες εξετάσεις ήρθαν για ακόμα μία φορά στο προσκήνιο, και πολύ εύκολα η κριτική στα θέματα μετατράπηκε σε κριτική για τον ίδιο τον θεσμό των πανελληνίων. Μάλιστα, άρθρο του «Βήματος» έφτασε να γράφει για το τέλος των πανελληνίων και πολλοί ανακίνησαν την ιδέα ενός «άλλου» συστήματος εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση (όπως κάποτε ήταν της μόδας η «άλλη» ανάπτυξη).
Εδώ κύρια αναφορά ήταν το «εθνικό απολυτήριο», που έχει επανέλθει στη δημόσια συζήτηση, μαζί με άλλες παράλληλες ιδέες αλλαγής του συστήματος των πανελληνίων εξετάσεων με πρωτοβουλία του υπουργού Παιδείας. Και λέω ότι έχει «επανέλθει», καθώς το σύστημα των εισαγωγικών –γενικότερα– εξετάσεων κατηγορείται ανελλιπώς από το 1980 και έχουν δοκιμαστεί (συνήθως με αρνητικά αποτελέσματα) διάφορες εκδοχές, με αλλαγές σε εξεταζόμενα μαθήματα, ομάδες μαθημάτων και διδακτέα ύλη.
Αυτή λοιπόν η εύκολη στοχοποίηση (των πανελληνίων) μου θυμίζει (απρόσμενα ίσως) μια ιστορία από τη ζωή του Βίλχελμ Κόνραντ Ρέντγκεν, ο οποίος ανακάλυψε το 1895 τις ακτίνες Χ.
Μια άδικη κατηγορία
Το 1865 ο Ρέντγκεν ήταν τελειόφοιτος σε ένα λύκειο (όπως θα λέγαμε σήμερα) της Ουτρέχτης. Μόνο που δεν έμελλε να το τελειώσει ποτέ. Κι αυτό γιατί ένας καθηγητής βρήκε ένα σκίτσο-γελοιογραφία ενός άλλου καθηγητή, που είχε σχεδιάσει κάποιος μαθητής. Χωρίς λοιπόν να αναζητηθεί ο πραγματικός ένοχος, το σκίτσο αποδόθηκε άδικα στον νεαρό Ρέντγκεν. Ετσι, γι’ αυτό το παράπτωμα, που δεν ήταν καν δικό του, ο Ρέντγκεν τιμωρήθηκε με αποβολή από όλα τα σχολεία (συγκρίνετε με το άλλο άκρο, στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα), οπότε χωρίς απολυτήριο δεν μπορούσε να πάει στο πανεπιστήμιο, παρά μόνο ως ακροατής.
Ευτυχώς γι’ αυτόν (και για τη Φυσική και για την ανθρωπότητα επίσης) βρέθηκε το περίφημο Πολυτεχνείο της Ζυρίχης (σημερινό ΕΤΗ, που βγαίνει πρώτο στις κατατάξεις μη αγγλόφωνο πανεπιστήμιο στον κόσμο), που του επέτρεψε να δώσει εισαγωγικές εξετάσεις. Ο Ρέντγκεν τις έδωσε και πέρασε στο πολυτεχνείο, από το οποίο αποφοίτησε το 1865 με διδακτορικό, αρχίζοντας μια λαμπρή επιστημονική καριέρα.
Γιατί αυτή η αναλογία
Αυτό που συνέβη με την άδικη στοχοποίηση του νεαρού Ρέντγκεν δεν συμβαίνει μόνο σε άτομα, αλλά και σε πολύ γενικότερες καταστάσεις, και μάλιστα χωρίς να υπάρχει πάντα happy end. Πριν επανέλθουμε στις πανελλήνιες, ας θυμηθούμε το παράδειγμα των «προβληματικών επιχειρήσεων», που κυριάρχησε ως θέμα τις δεκαετίες του ’80 και του ’90, με τραγική κατάληξη για τη μεγάλη πλειονότητα από αυτές.
Εδώ, απέναντι στη δύσκολη κατάσταση στην οποία περιήλθαν πολλές σημαντικές ελληνικές βιομηχανικές επιχειρήσεις, αντί της ορθολογικής προσέγγισης του πολύπλοκου προβλήματος που δημιούργησαν οι δύο μεγάλες αυξήσεις της τιμής της ενέργειας το 1973 και το 1978-9, ο συνακόλουθος πληθωρισμός και το ασθενικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, επικράτησε η εύκολη στοχοποίηση του ιδιωτικού τομέα, που ήταν υπεύθυνος για όλα τα στραβά. Και η λύση που προβλήθηκε ήταν να πάρει τις προβληματικές επιχειρήσεις το κράτος.
Ως αποτέλεσμα, δαπανήθηκαν δισεκατομμύρια (και διάφοροι «ημέτεροι» έγιναν ξαφνικά διευθυντές), με κατάληξη να έχει μετατραπεί π.χ. η Πειραϊκή Πατραϊκή (με οκτώ εργοστάσια στην Ελλάδα και ένα στη Γερμανία, με την πρώτη αυτόματη αποθήκη στην Νοτιοανατολική Ευρώπη και εξαγωγές υφασμάτων σε 80 χώρες) σε ερείπια, τα οποία στο εργοστάσιο της Πάτρας έγιναν κάποια στιγμή χώρος διαμονής παράνομων μεταναστών.
Η ίδια διαδικασία που οδήγησε στην κατάρρευση τόσων «προβληματικών επιχειρήσεων» και στη συρρίκνωση της ελληνικής βιομηχανίας (στο όνομα της εξυγίανσης πάντα) επαναλαμβάνεται, επίσης από τη δεκαετία του ’80, και στην περίπτωση των πανελληνίων εξετάσεων, ακολουθώντας, δυστυχώς, ένα γενικό σχήμα παραγωγής πολιτικής που έχει επικρατήσει στην Ελλάδα.
Πώς σχεδιάζεται πολιτική σε κάποια σημαντικά ζητήματα στη χώρα μας
Αυτό το σχήμα έχει ως εξής: Αρχικά εμφανίζεται από κάποιους κύκλους μια υπόθεση που αποδίδει σε κάποια πρακτική ή θεσμό τα κακώς κείμενα σε έναν τομέα της κοινωνίας. Αυτή επαναλαμβάνεται συχνά, με συνεχώς διευρυνόμενο πεδίο, και καθώς αυτό το σχήμα βολεύει, κάποια στιγμή μετατρέπεται σε βεβαιότητα που εξηγεί τα «κακώς κείμενα», χωρίς να έχει περάσει από το στάδιο του ελέγχου του με βάση τα πραγματικά δεδομένα. Ετσι, γίνεται κοινός τόπος και προσφέρει τη βάση σχεδιασμού της σχετικής πολιτικής και της λήψης των αποφάσεων για την εφαρμογή της.
Αυτή η τακτική προσφέρει μεν, βραχυπρόθεσμα, μια θετική εικόνα κυβερνητικού έργου ή αντιπολίτευσης, όμως δημιουργεί δύο βασικά προβλήματα: πράγματι, από το ένα μέρος δεν αντιμετωπίζονται τα πραγματικά προβλήματα, αλλά κάποια υποθετικά άλλα. Από το άλλο, η λήψη πολιτικών αποφάσεων που δεν στηρίζονται στην ανάλυση των πραγματικών δεδομένων δημιουργεί πρόσθετες στρεβλώσεις. Επιπλέον, πολλές φορές πίσω από την προβολή ενός τέτοιου κοινού τόπου για τη δικαιολόγηση κάποιων πολιτικών μπορεί να κρύβονται άλλοι σκοποί, όπως στην περίπτωση της πολιτικής για τις προβληματικές επιχειρήσεις, όπου ο υποκρυπτόμενος στόχος ήταν η επέκταση του κράτους στην οικονομία.
Η στοχοποίηση των πανελληνίων (εξετάσεων) για όλα τα στραβά της εκπαίδευσης
Οπως σημειώσαμε και πριν, οι πανελλήνιες κατηγορούνται για πάρα πολλά. Αλλα από αυτά όντως ισχύουν, άλλα όμως λέγονται και έχουν φτάσει να αποτελούν κοινό τόπο, χωρίς να στηρίζονται σε πραγματική βάση. Ετσι, πράγματι, με τα φετινά θέματα της Φυσικής, όπως αναλυτικά επιχειρηματολόγησε η Ενωση Ελλήνων Φυσικών, δεν μπορεί να γίνει διαχωρισμός των μαθητών στη μεσαία περιοχή της βαθμολογικής κλίμακας, και αυτό αντιβαίνει στον βασικό σκοπό των πανελληνίων, που είναι η επιλογή των καλύτερων. Επίσης, πράγματι μπορεί μια στιγμιαία απροσεξία να κοστίσει σημαντικά στο αποτέλεσμα των εξετάσεων.
Ομως, από την άλλη πλευρά, θα έπρεπε να δούμε τί γίνεται στο εκπαιδευτικό σύστημα στις τάξεις που δεν συνδέονται με τις πανελλήνιες. Εκεί, λοιπόν, όπως έδειξε και η PISA, τα αποτελέσματα είναι δραματικά. Οσο περνάει ο καιρός συσσωρεύονται στοιχεία που αποδεικνύουν την αυξανόμενη άγνοια πολλών νέων σε βασικές γνώσεις, αρχίζοντας από τη γλώσσα, την Ιστορία και τον τρόπο σκέψης. Για τίποτε από αυτά δεν είναι υπεύθυνες οι πανελλήνιες.
Εδώ καταρρίπτεται και το περίφημο επιχείρημα εναντίον του «εξετασιοκεντρικού» σχολείου, που δήθεν εμποδίζει τα παιδιά να μάθουν και να αποκτήσουν κριτική σκέψη. Αρκεί να δει κανείς ότι στα μαθήματα στα οποία οι μαθητές δεν δίνουν προαγωγικές εξετάσεις υπάρχει πλήρης άγνοια (π.χ. «αφού δεν δίνουμε στο τέλος της Β’ λυκείου χημεία, δεν έχουμε λόγο να διαβάσουμε»). Η αδιαφορία της μεγάλης πλειονότητας των παιδιών για τα μαθήματά τους (μαζί με την ανικανότητα όλο και περισσότερων να έχουν στοιχειώδη συγκέντρωση για να διαβάσουν κανονικό κείμενο από βιβλίο) αποτελεί το μεγαλύτερο πραγματικό πρόβλημα της εκπαίδευσης στη χώρα μας (και πιθανότατα όχι μόνο) σήμερα.
Επίσης, ο συχνά επαναλαμβανόμενος στόχος του «αυτόνομου» λυκείου, ώστε να μην αποτελεί προθάλαμο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (δεν αναφέρομαι δηλαδή στην αυτονομία της κάθε σχολικής μονάδας), είναι εντελώς ξεπερασμένος. Είχε νόημα μέχρι τη δεκαετία του ’70, όπως αναλυτικά έχει γράψει ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, καθώς μέχρι τότε οι γνώσεις που παρείχε το εξατάξιο γυμνάσιο κάλυπταν τις ανάγκες της μεγάλης πλειονότητας των θέσεων εργασίας (ιδιωτικοί και δημόσιοι υπάλληλοι), Αντίθετα, τώρα η είσοδος στην αγορά εργασίας είτε απαιτεί τεχνικές σχολές μετά το λύκειο είτε μεταπτυχιακές σπουδές.
Τέλος, ας μην αγνοούμε ότι σε πολλές εταιρείες η πρόσληψη συνδέεται με την επιτυχία σε εξετάσεις, που είναι πολύ απαιτητικές λόγω πίεσης χρόνου, και μάλιστα σε διαδοχικά επίπεδα.
Συμπερασματικά, βλέπουμε ότι παράλληλα με τον τυπικό ρόλο, που είναι η επιλογή μεταξύ υποψηφίων για την είσοδο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, οι πανελλήνιες έχουν τον ουσιαστικό ρόλο να αποτελούν για τη μεγάλη πλειονότητα των παιδιών το μοναδικό κίνητρο για να διαβάσουν!
Η σημασία της δεύτερης ευκαιρίας
Αν επανέλθουμε στην ιστορία του νεαρού Ρέντγκεν, ένα ακόμα στοιχείο που αξίζει προσοχής είναι πως αν το ΕΤΗ δεν είχε εισαγωγικές εξετάσεις, αυτός δεν θα μπορούσε να σπουδάσει. Δηλαδή το σύστημα των εισαγωγικών εξετάσεων δίνει και άλλες ευκαιρίες, πολύ πιο εύκολα από ένα «Εθνικό Απολυτήριο». Καλό είναι να θυμόμαστε ότι με το παλιότερο σύστημα των εισαγωγικών εξετάσεων, της δεκαετίας του ’70, έμπαιναν στο πανεπιστήμιο αναλογικά πολύ περισσότεροι από οικογένειες χαμηλού εισοδήματος σε σχέση με τα επόμενα συστήματα. Αλλωστε, στην περίφημη «Μεταρρύθμιση» του Αρσένη, το 2000, είχε λειτουργήσει ένα σύστημα εθνικού απολυτηρίου, αφού οι εισαγωγικές εξετάσεις ήταν σε όλα τα μαθήματα Β’ και Γ’ Λυκείου, ενώ μετρούσε σημαντικά και ο βαθμός του Λυκείου. Εδώ δεν υπήρχε δεύτερη ευκαιρία, με αποτέλεσμα να αυξηθεί πολύ η ροή για σπουδές στην Αγγλία, και το σύστημα κατέρρευσε σε μόλις δύο χρόνια, φθάνοντας μετά σε 20 χρόνια στο σύστημα της Δέσμης, που πήγε να καταργήσει.
Και η πρόταση
Αντί λοιπόν της ανακύκλωσης αποτυχημένων επιλογών, που μάλιστα στηρίζονται σε λανθασμένες ή ξεπερασμένες υποθέσεις, θα μπορούσαμε να εκμεταλλευθούμε τον πραγματικό ρόλο που παίζουν οι πανελλήνιες στο εκπαιδευτικό μας σύστημα, ότι αποτελούν δηλαδή τη μόνη αιτία που πιέζει τη μεγάλη πλειονότητα των νέων να «διαβάσει». Ο τρόπος είναι απλός: επιλέγοντας θέματα που να απαιτούν την εκπαίδευση στις επιθυμητές γνώσεις και δεξιότητες. Και η μορφή των θεμάτων να μην αλλάζει κάθε χρόνο τυχαία, με βάση τις εμπνεύσεις της Κεντρικής Επιτροπής των Εξετάσεων, αλλά να ακολουθούνται οι αποφασισμένες κατευθύνσεις, Οπως γίνεται με τόσες εξετάσεις στον κόσμο.
Πηγή: Protagon.gr