Ουραγός παραμένει η Ελλάδα στις πολιτικές αναβάθμισης του ανθρώπινου κεφαλαίου με νέες δεξιότητες, μέσω των πολιτικών reskilling και upskilling που προσφέρουν τα προγράμματα ενδοεπιχειρησιακής εκπαίδευσης. Ετσι, παρότι όλο και περισσότερο το τελευταίο διάστημα γίνεται αντιληπτό ότι για να μπορέσουν οι επιχειρήσεις να παρακολουθήσουν τις ραγδαίες εξελίξεις που φέρνουν ο ψηφιακός μετασχηματισμός, η 4η βιομηχανική επανάσταση και η πράσινη μετάβαση, θα πρέπει να βελτιωθούν οι γνώσεις, οι δεξιότητες και οι ικανότητες των ήδη εργαζομένων τους, εξακολουθούν να παραπονιούνται ότι δεν βρίσκουν κατάλληλους εργαζομένους.
Δεν είναι τυχαίο πως, σύμφωνα με όλες τις μελέτες, η έλλειψη δεξιοτήτων αποτελεί για τις επιχειρήσεις βασική πρόκληση για βιώσιμη ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα. Οκτώ στις δέκα, όμως, δυσκολεύονται να βρουν το ανθρώπινο δυναμικό που χρειάζονται. Πρόσφατα, ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ) παρουσίασε μελέτη, σύμφωνα με την οποία το κρισιμότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ελληνική βιομηχανία σήμερα εντοπίζεται στο ανθρώπινο δυναμικό. «Μας λείπουν εργαζόμενοι, σχεδόν σε κάθε ειδικότητα, ιδίως στις σύγχρονες τεχνολογίες», δήλωσε χαρακτηριστικά η πρόεδρος του Συνδέσμου Λουκία Σαράντη, για να συμπληρώσει πάντως με νόημα: «Μας λείπει όμως και η δυνατότητα να βοηθάμε το ανθρώπινο δυναμικό μας να γίνεται όλο και πιο εναρμονισμένο με τις σύγχρονες απαιτήσεις». Αυτό έδειξε άλλωστε και η μελέτη που εκπόνησε για λογαριασμό του ΣΒΕ η Deloitte, καθώς και παρά τη σημαντική πρόοδο και τις αξιοσημείωτες προσπάθειες που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια, η ενημέρωση των επιχειρήσεων αναφορικά με πρωτοβουλίες και δράσεις για την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση είναι περιορισμένη, ενώ δεν γνωρίζουν τα εργαλεία και τις ευκαιρίες που μπορούν να αξιοποιήσουν, αλλά και τον τρόπο που μπορούν να συνεισφέρουν αναλαμβάνοντας ενεργά μέρος. Παράλληλα, δε, διαπιστώνεται και περιορισμένη διάθεση κονδυλίων από τις βιομηχανικές επιχειρήσεις για δράσεις, πρωτοβουλίες και προγράμματα κατάρτισης προσωπικού, με αποτέλεσμα την υποστελέχωση των σχετικών τμημάτων HR και τον περιορισμένο αριθμό αποτελεσματικών δράσεων κατάρτισης προσωπικού.
Οι ελληνικές επιχειρήσεις οφείλουν να καλλιεργήσουν κουλτούρα ενδοεπιχειρησιακής κατάρτισης και εκπαίδευσης, και να πάψουν να αντιμετωπίζουν τους εργαζομένους ως «κόστος», να αρχίσουν να τους βλέπουν ως επένδυση και να στηρίζουν την αναβάθμιση των δεξιοτήτων τους, θωρακίζοντας έτσι και μια σχέση αφοσίωσης και εμπιστοσύνης με το προσωπικό που απασχολούν, τονίζουν στην «Κ» στελέχη που ασχολούνται χρόνια με την κατάρτιση. Και επισημαίνουν ότι, για χρόνια, χάνονταν εκατοντάδες εκατομμύρια, χωρίς κανέναν έλεγχο ως προς την αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων, με τη συμμετοχή ή και ανοχή πολλές φορές των κοινωνικών εταίρων.
Το τελευταίο διάστημα, βέβαια, κάτι φαίνεται πως αλλάζει. Είναι ενδεικτικό το πρόγραμμα του ΣΕΒ που ανέπτυξε και συνεχίζει να εφαρμόζει από το 2022, «Skills4Jobs», μια σειρά ολοκληρωμένων δράσεων με στόχο να προσφέρουν στο ανθρώπινο δυναμικό τις γνώσεις και τις δεξιότητες που ζητούν οι σύγχρονες, οργανωμένες και εξωστρεφείς επιχειρήσεις.
Οκτώ στις δέκα επιχειρήσεις δυσκολεύονται να βρουν το ανθρώπινο δυνα- μικό που χρειάζονται.
Οι δράσεις σχεδιάζονται και υλοποιούνται από τις ίδιες τις επιχειρήσεις, προσφέρουν δωρεάν προγράμματα ανάπτυξης δεξιοτήτων σε αποφοίτους της τεχνικής εκπαίδευσης, αξιοποιούν σύγχρονες μεθόδους ανάπτυξης τεχνικών δεξιοτήτων και, κυρίως, συνδυάζουν την κατάρτιση με την απασχόληση σε επιχειρήσεις. Με τον τρόπο αυτό, ο ΣΕΒ επιδιώκει να διευκολύνει τις επιχειρήσεις-μέλη του στην εύρεση ανθρώπινου δυναμικού με τις κατάλληλες δεξιότητες, ενώ στηρίζει τις νέες και τους νέους, επενδύοντας στην κατάρτιση και στην απασχόλησή τους. Στο πλαίσιο του «Skills4Jobs» έχουν, ήδη, εκπαιδευτεί πάνω από 150 νέοι και νέες σε ειδικότητες από ηλεκτρολόγος αυτοματιστής μέχρι στέλεχος εξαγωγών. Η δράση διευρύνεται με νέες ειδικότητες και διαδρομές απασχόλησης για 4.200 νέους σε όλη την Ελλάδα.
Επίσης, σε συνεργασία με το ALBA πραγματοποιεί δέσμη δράσεων τριετούς διάρκειας που απευθύνονται αποκλειστικά σε στελέχη εταιρειών-μελών του ΣΕΒ.
Οι σχολές μαθητείας
Αντίστοιχα, και η Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης ανέπτυξε τα τελευταία χρόνια αξιόλογες δράσεις σε συνεργασία με συγκεκριμένες επιχειρήσεις, με στόχο την απορρόφηση ανέργων. Είναι χαρακτηριστική η συνεργασία της ΔΥΠΑ με την Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία (ΕΑΒ), τον Νοέμβριο του 2019, για τη λειτουργία της ειδικότητας μηχανοσυνθετών αεροσκαφών στην Επαγγελματική Σχολή Μαθητείας του οργανισμού στη Χαλκίδα. Ακολούθησε η υπογραφή μνημονίου συνεργασίας της ΔΥΠΑ με τον όμιλο ONEX Shipyards & Technologies για τη στενότερη διασύνδεση της επαγγελματικής εκπαίδευσης με τις νέες αυξημένες ανάγκες που προκύπτουν από την επαναλειτουργία των ναυπηγείων Ελευσίνας. Ετσι, στη Σχολή Μαθητείας Ελευσίνας της ΔΥΠΑ λειτουργούν οι νέες ειδικότητες τεχνίτης ναυπηγικής βιομηχανίας και τεχνίτης υποστήριξης ηλεκτρολογικών συστημάτων. Το πρόγραμμα σπουδών αναμορφώθηκε σε συνεργασία με την ΟΝΕΧ, ώστε να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες απαιτήσεις του κλάδου, ενώ όλοι οι μαθητευόμενοι των σχετικών ειδικοτήτων της ΕΠΑΣ εξασφάλισαν θέσεις αμειβόμενης και ασφαλισμένης πρακτικής άσκησης στα ναυπηγεία Ελευσίνας. Μάλιστα, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες της «Κ», αντίστοιχη συνεργασία μεταξύ ΔΥΠΑ και ΟΝΕΧ θα υπάρξει και για τη στελέχωση με νέους ειδικευόμενους των ναυπηγείων στη Σύρο.
«Ακαδημίες» εργασίας χρηματοδοτούν ιταλικές επιχειρήσεις
Είναι η χώρα με τη χαμηλότερη απασχόληση στην Ε.Ε. και έχει από τα μεγαλύτερα ποσοστά κενών θέσεων εργασίας στις επιχειρήσεις της που πάσχουν από την έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού. Ο λόγος για την Ιταλία όπου οι επιχειρήσεις πάσχουν από έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού, ενώ μεγάλο μέρος των νέων της χώρας εξακολουθεί να επιλέγει σπουδές που δεν ανταποκρίνονται στις ανάγκες της αγοράς εργασίας όπως, για παράδειγμα, είναι οι ανθρωπιστικές σπουδές. Γι’ αυτό και οι επιχειρήσεις της Ιταλίας αποφάσισαν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους και άρχισαν να χρηματοδοτούν «ακαδημίες» εργασίας οι οποίες αναλαμβάνουν να εκπαιδεύσουν νέους στις δεξιότητες που τους ενδιαφέρουν.
Το ποσοστό κενών θέσεων εργασίας που δεν κατορθώνουν να καλύψουν οι Ιταλοί εργοδότες ανέρχεται στο 2,5% με στοιχεία του πρώτου τριμήνου του 2024, κυμαίνεται δηλαδή κοντά στον μέσο όρο της Ε.Ε. όταν, κατά τη Eurostat, στη Γαλλία φτάνει στο 2,8%, ενώ στην Ισπανία είναι μόλις στο 0,9%.
Τα παραδοσιακά τεχνικά σχολεία είναι λίγα στην Ιταλία, ενώ σύμφωνα με τη δεξαμενή σκέψης Prometeia, οι Ιταλοί δεν τα έχουν σε εκτίμηση και τα αντιμετωπίζουν πολύ χειρότερα από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Δικαιολογημένα έως ένα βαθμό, καθώς προκύπτει πως και τα λίγα που υπάρχουν δεν κατορθώνουν τελικά να δώσουν στους φοιτητές τους την κατάλληλη επαγγελματική κατάρτιση. Αναπόφευκτα το πρόβλημα οξύνθηκε στην Ιταλία με την ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών καθώς η Ρώμη επενδύει σε σχέδια υποδομών που χρηματοδοτεί η Ε.Ε. στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και δεσμεύει για αυτά περίπου 200 δισ. ευρώ.
Οι μεγάλες επιχειρήσεις πήραν, έτσι, την πρωτοβουλία να εκπαιδεύσουν ουσιαστικά οι ίδιες το προσωπικό που έχουν ανάγκη στις δεξιότητες που χρειάζονται. Ανάμεσά τους οι πλέον δυναμικές, η κατασκευαστική Webuild, τα ναυπηγεία Fincantieri και η κρατική εταιρεία σιδηροδρόμων Ferrovie dello Stato (FS). Η τελευταία, η FS, χρηματοδοτεί πανεπιστήμια και σχολές προκειμένου να προσφέρουν εφεξής καινούργια μαθήματα προσαρμοσμένα στις ανάγκες της σύγχρονης αγοράς εργασίας. Μιλώντας στο Reuters, ο υπεύθυνος ανθρώπινου δυναμικού της εταιρείας, Αντριάνο Μουρέντου, τονίζει πως «η εταιρεία αλλάζει, οι δεξιότητες αλλάζουν και χρειαζόμαστε νέες ικανότητες, ειδικότερα όταν πρόκειται για θέσεις εργασίας στον τομέα της ψηφιακής τεχνολογίας και της τεχνητής νοημοσύνης».
Ιταλοί εργοδότες αναλαμβάνουν να εκπαιδεύσουν νέους σε δεξιότητες που έχουν ανάγκη.
Την ίδια στιγμή, η Webuild διαχειρίζεται τμήματα επαγγελματικής κατάρτισης και σχεδιάζει να εκπαιδεύσει μέσα στην επόμενη τριετία κάπου 3.000 άτομα από το σύνολο των 10.000 νεο-προσληφθέντων. Εχει μεριμνήσει ώστε οι δικές της «ακαδημίες εργασίας» να βρίσκονται κοντά στα εργοτάξιά της και γενικότερα κοντά στις εγκαταστάσεις της και κυρίως στον ιταλικό Νότο που εδώ και πολλά χρόνια μαστίζεται από πολύ μεγάλη ανεργία. Ανάμεσα στους εργαζομένους και παράλληλα μαθητευόμενους στις σχολές της Webuild είναι ο 29χρονος Φεντερίκο Ολιβιέρι, που έχει σπουδάσει αγρονόμος και είχε απασχοληθεί επανειλημμένως σε προσωρινές και κακοπληρωμένες θέσεις στον αγροτικό τομέα. Από φέτος παρακολουθεί το πρόγραμμα της Webuild και απασχολείται στη χρήση μηχανημάτων στην ανατολική ακτή της Σικελίας. Δηλώνει ενθουσιασμένος και τονίζει πως «αυτά τα τμήματα επαγγελματικής κατάρτισης αποτελούν απίστευτη ευκαιρία για όσους είναι πρόθυμοι να μάθουν κάτι καινούργιο και δεν πρέπει κανείς να χάσει μια τέτοια ευκαιρία».
Αντίστοιχη περίπτωση, ο Λορέντζο Εσπόζιτο Κορτσιόνε, 19 ετών, απόφοιτος ναυτικής σχολής της Γένοβας, είναι ανάμεσα στα 80 άτομα που προσέλαβε πριν από οκτώ μήνες η Fincantieri για να εκπαιδευτούν σε σχετικό πρόγραμμα με τίτλο «οι κύριοι της θάλασσας». «Χωρίς το πρόγραμμα δεν θα βρισκόμουν εδώ», δηλώνει ο ίδιος, που πλησιάζει στο τέλος της εκπαίδευσής του ως υπεύθυνος εφαρμογών ηλεκτρισμού σε ναυπηγείο της εταιρείας στο βορειοανατολικό λιμάνι Μονφαλκόνε. Οπως τονίζει, απηχώντας πολλούς νεοεισαχθέντες στην αγορά εργασίας, «υπάρχει ένας ωκεανός ανάμεσα σε όσα έχω διδαχθεί στη σχολή και σε όσα συμβαίνουν πραγματικά εδώ στο ναυπηγείο». Αντίστοιχη περίπτωση είναι και ο Πασκουάλε Ινφάντε, 28 ετών, που εκπαιδεύτηκε από τη Fincantieri και άρχισε προσφάτως να εργάζεται στη σύνδεση αγωγών στη μονάδα Μαργκέρα κοντά στη Βενετία. Οπως τονίζει ο ίδιος, «τα προγράμματα αυτά είναι καλά τόσο για τους εργαζομένους όσο και για τις εταιρείες γιατί διδάσκουν τους νέους ανθρώπους τις ικανότητες που χρειάζονται».
Αυτές οι «ακαδημίες» των ιταλικών επιχειρήσεων και τα προγράμματα κατάρτισης αμβλύνουν γενικότερα το πρόβλημα που δεν πρόκειται να αντιμετωπισθεί εύκολα, καθώς η Ιταλία έχει ταυτοχρόνως και σοβαρό δημογραφικό πρόβλημα.
Πηγή: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ